Stergiopoulos Kostas, "Psycharis avec plus de sang-froid"
 
 
En parcourant l'espace de notre ancienne prose. vol. B, Maison d'édition Kedros, Athènes 1986, Pg.144-146
 
 
«Η προσωπικότητα του Ψυχάρη εμφανίζεται ως ένα σημείο διχασμένη, κι ο διχασμός τούτος τονίζεται, εξωτερικά τουλάχιστον, και από τις συνθήκες της ζωής του, μα κι από ορισμένες ιδιότητες του χαρακτήρα του και της ιδιοσυγκρασίας του. Έλληνας από τη μια μεριά και Γάλλος από την άλλη, επιστήμονας μαζί και λογοτέχνης, παρουσίαζε στις εκδηλώσεις του την εικόνα ενός ρομαντικού ακμής, με υπερτροφική εγωλατρία κι αγωνιστικό σθένος, με μεγάλα λόγια και πλατιές χειρονομίες, ενώ παράλληλα είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός θετικιστή και ρασιοναλιστή, προσηλωμένου στα πορίσματα της επιστήμης και στο γραμματικό κανόνα. Ωστόσο, η δεύτερη αυτή πλευρά του υπήρξε, φαίνεται, η επικρατέστερη. [...]
Οπωσδήποτε, η επιστημονική του συγκρότηση και το πλάτος της προσωπικότητάς του ήταν μεγαλύτερα απ' το λογοτεχνικό του ταλέντο, κι ακόμα μεγαλύτερη ήταν η φιλοδοξία του να 'ναι και σπουδαίος λογοτέχνης. Μα όσο κι αν το πίστευε και το επιθυμούσε ο ίδιος, ο ορθολογισμός του κι ο θετικισμός του δεν τον άφηναν ν' απελευθερωθεί ως το βαθύτερο είναι του απ' την τροχοπέδη του επιστήμονα και να δώσει τα μεγάλα έργα που φιλοδοξούσε. Ο υποκειμενισμός του, από την άλλη μεριά, κι ο πληθωρικός συναισθηματισμός του, τα υποκοριστικά κι η πλαστή απλότητα και αφέλεια στάθηκαν άλλο ένα εμπόδιο για τη διάρκεια των περισσότερων από τις αφηγηματικές του συνθέσεις. Γι' αυτό κι η αξία της προσφοράς του στον τομέα της δημιουργικής λογοτεχνίας μας φαίνεται σήμερα μικρή μπροστά στη γραμματολογική σημασία της όλης παρουσίας του. [...]
Ωστόσο, ανεξάρτητα απ' τις οποιεσδήποτε επιφυλάξεις, ούτε η ιστορία της γλώσσας, ούτε η ιστορία της λογοτεχνίας θα 'ταν εύκολο να περάσουν απ' αυτόν και να μη σταθούν. Ο Ψυχάρης ήτανε και για τις γροθιές και για τη δόξα — και τούτο στάθηκε δίκοπο μαχαίρι, που σημάδεψε την οριστική αξιολόγησή του. Γιατί, βέβαια, την περισσότερη δόξα την πήρε με τις γροθιές του στο γλωσσικό αγώνα παρά με την ουσιαστική προσφορά του στη λογοτεχνία. Αλλά είχε κι αυτός τις ιδιότητες και τη μοίρα όλων των πρωτοπόρων. Αγωνιζόταν ν' αντικαταστήσει μια φτιαχτή γλώσσα με μιαν άλλη το ίδιο φτιαχτή, βγαλμένη από έναν παραπλήσιο σχολαστικό κανόνα, κι ήθελε να εφαρμόσει σ' όλες τις περιπτώσεις τους κανόνες του, χωρίς καμιάν εξαίρεση, πιστεύοντας πως έδινε τέλος σ' ένα ζήτημα, ενώ το ζήτημα μόλις άρχιζε. Στην πραγματικότητα, άνοιγε το δρόμο με τις τεράστιες πλάτες του και τις υπερβολές του, για να περάσουνε άλλοι και να κάνουν ό,τι έπρεπε.»