Karvelis Takis, Defteri anagnosi. Dokimia, Tom. A΄, «Patrikios Titos. Poiimata, I (1948-1954)»
 
Athina 1984, Kastaniotis, ss. 83-89
 
 
 

Η έκδοση του πρώτου τόμου των ποιημάτων του Τίτου Πατρικίου καλύπτει την περίοδο 1948-1954 και περιλαμβάνει τις συλλογές Επιστροφή στην Ποίηση, Largo, Μεγάλο γράμμα, Ασκήσεις, Χωματόδρομος, Χρόνια της Πέτρας και Τέλος τον καλοκαιριού. Απ’ τις παραπάνω συλλογές δημοσιεύονται για πρώτη φορά οι Επιστροφή στην Ποίηση, Largo και Ασκήσεις, έκτος απ' τα ποιήματα Φυλάκιο και Συμβαίνει, 1952. Επομένως, δεν πρόκειται για επανέκδοση των ως τώρα δημοσιευμένων ποιημάτων, αλλά για συγκέντρωση στον πρώτο αυτό τόμο όλης της ποιητικής του παράγωγης, αυτής τουλάχιστον που θεώρησε δημοσιεύσιμη. Τέτοιες επανεκδόσεις, όταν μάλιστα συνοδεύονται και με ανέκδοτα ποιήματα, κατά πολύ θα βοηθήσουν στη συστηματική μελέτη της μεταπολεμικής ποίησης, που πρέπει κάποτε ν’ αρχίσει.

Επιβεβαίωση αυτής της χρησιμότητας βρίσκουμε στις δύο πρώτες ποιητικές συλλογές, όπου υπάρχουν «δυνάμει» το υλικό της ποίησης του Τίτου Πατρικίου και οι ποιητικές σταθερές του. Υλικό του οι μνήμες της Κατοχής, οι εμπειρίες του Εμφύλιου, της εξορίας, της φυλακής και οι συνακόλουθες διεργασίες που θα ταλαντευθούν πάντοτε ανάμεσα στην αισιοδοξία και την απαισιοδοξία, την αγωνιστική διάθεση και την κάμψη, τη διάχυση και την αυτοσυγκέντρωση. Σταθερές της ποίησής του:

1. Η παραδοσιακή ποίηση. Ψήγματά της, νομίζω, μας δίνει στις σελ. 23-25. Είναι αρκετά όμως, για να μας δώσουν το πρώτο στίγμα της ποίησής του. Αποτυπώματά της, στη διάθεση τουλάχιστον και το λεξιλόγιο, θα συναντήσουμε πολλά.

Ψιλή ψιλή στάχτη σιωπής

στυφή και παγωμένη

στα χέρια, στα μαλλιά, στα γόνατα,

στις δυο ανάσες που σμίγανε

στις δυο παλάμες που σμίγανε

στα στόματα στα μάτια —

Πού να’ ναι εκείνη η σιγαλιά των αστεριών

που φλυαρούσε μέσα μας κάθε που ο κόσμος

κρατούσε την ανάσα του για μια στιγμή.

(Μεγάλο γράμμα, VIII)

2. Η συνθετική αφαίρεση. Αποτελεί τη γνησιότερη ποιητική του έκφραση και καλύπτει την ποίηση της ώριμης περιόδου του. Η πραγματικότητα και το συναίσθημα συρρικνώνονται, για να στραγγίσουν έναν έναν τους στίχους. Δείγμα αυτής της τεχνικής, που ως την τελευταία του συλλογή Προαιρετική στάση συνεχώς θα διαφοροποιείται, μας δίνει το τελευταίο ποίημα της πρώτης συλλογής Επιστροφή στην ποίηση:

ΦΩΤΙΕΣ

Πέτρα στην πέτρα στοιβαγμένη

πέτρα υγρή

πέτρινοι τοίχοι

πέτρινη ζωή

μες στις υπόγειες στοές

ξεχάσαμε το φως.

Απάνω ανάψανε φωτιές

στα σταυροδρόμια καίνε τους νεκρούς μας.

Το ποίημα αυτό μάς δίνει την πρώτη φάση της συνθετικής αφαίρεσης του Τίτου Πατρικίου, που η αφετηρία της είναι καθαρά συγκινησιακή· Θ' ακολουθήσει, με την πάροδο του χρόνου, μια δεύτερη, ωριμότερη, που αφετηρία της έχει την ίδια πάντα συγκινησιακή επεξεργασία, περισσότερο όμως συγκρατημένη, φιλτραρισμένη.

3. Η περιγραφική ανάλυση. Ίσως να ήταν ενδιάθετη, πάντως μπολιάστηκε από πολλές επιρροές, κυρίως του Γ. Ρίτσου, του Μαγιακόφσκι, των ομότεχνων της αριστεράς, όπως ο Άρης Αλεξάνδρου, ο Τάσος Λειβαδίτης, ο Κώστας Κουλουφάκος. Παράλληλα, όμως, θ αρχίσει ο γόνιμος αντίλογος με την ποίηση του Γ. Σεφέρη και του Έλιοτ. Ο αντίκτυπος των ποικιλότροπων αυτών τάσεων θα φανεί και στη δόμηση των στίχων και γενικότερα κάθε ποιήματος. Στην Επιστροφή στην ποίηση ο ποιητής θα μας δώσει την πιο αυθεντική και γνήσια μορφή της τεχνικής του. Στη συλλογή Largo θα περιοριστεί στο πλαίσιο μιας ηθελημένης προσπάθειας ρεαλισμού, που σκοπεύει στη φωτογραφική απόδοση της πραγματικότητας μ’ ελαφρές δονήσεις στο τέλος κάθε ποιήματος. Στις συλλογές Ασκήσεις, Μεγάλο γράμμα, Χωματόδρομος (εκτός απ’ τα «Σχέδια στη νύχτα») υπάρχει μια συνεχής ταλάντευση ανάμεσα σε ποικίλες τάσεις: λιτή πεζολογική απλότητα λυρικές εκπνοές δραματικές κορυφώσεις.

Ο Τίτος Πατρίκιος προσπάθησε, όσο αυτό άντεξε μέσα του, να συνδυάσει την πολιτική με την ποιητική πράξη. Με την ποίησή του ζούμε το προσωπικό και το ποιητικό του δράμα: απ' τη μια μεριά ο αγωνιστικός παλμός που πολλές φορές οδηγεί στην αναίρεση της πραγματικότητας και την αποδοχή της αισιοδοξίας και της απόλυτης πίστης στο μέλλον η πικρή γεύση, απ' την άλλη μεριά, μιας ζωής γεμάτης στερήσεις, εξορίες, φυλακίσεις, απογοητεύσεις. Η πρώτη ροπή θα τον μπλοκάρει με συνθήματα, θα του υπαγορεύσει μια ρηχή ανθρωπιστική διάθεση, θα φορτώσει τα ποιήματα με στίχους που ή είναι παρμένοι απ' τα συνηθισμένα μοτίβα της εποχής (π.χ. «ένα τσαμπί λυγμούς στην αγκαλιά», «αποφάγια του άνεμου», «τα κουρέλια της αλήθειας») ή δεν λειτουργούν ποιητικά:

Η φωνή μας είναι άγρια

όπως άγρια είναι κι η απόφασή μας,

να θέλουμε σοδειές για τα χωράφια μας,

να θέλουμε τα φράγματα που δεν μπορεί

θα γίνουνε μια μέρα στα ποτάμια μας,

ν’ αγαπάμε τ αρχαία μάρμαρα,

ν’ αγαπάμε την ειρήνη.

(«Κραυγή κινδύνου»)

Οπωσδήποτε όμως θα φορτίσει τους στίχους του κι εκεί ακόμη που φαίνεται πως κινούνται στην επιφάνεια.

Ο Τίτος Πατρίκιος λειτουργεί, σε πρώτο πλάνο, μ' αντίληψη εικαστική. Δένεται με τα πράγματα, τον περίγυρό του, χωρίς όμως αυτό να τον εμποδίζει να τα κρατάει σε κάποιαν απόσταση, για να τα χρησιμοποιήσει σαν σηματοδότες του. Το σκοπό αυτό θα τον υπηρετήσει με λιτά κι απέριττα μέσα. Δεν θα τον τραβήξει ο καίριος, ο τελεσίδικος στίχος. Θα προσπαθήσει όμως, μέσα απ' το φαινομενικά επιφανειακό, ν' αναδέψουν τα ποιητικά ρίγη όσο το ποίημα πλησιάζει στο τέλος του (τυπικό παράδειγμα: «Σκαμνί, 1»). Φυσικά, παρασυρμένος κι από αλλότρια παραδείγματα, θα στραφεί και στις μακρόπνοες ποιητικές συνθέσεις, όπου όμως πάντοτε ελλοχεύει ο κίνδυνος του αναλυτικού λόγου και των λυρικών εκτροπών.

Η ζωή του, εξάλλου, που κινιέται ανάμεσα στη φυλακή και την εξορία, θ' αποτυπώσει μέσα του τις καθιζήσεις της, θα μετατρέψει τη μόνωση του σε παραλήρημα ερωτικής συνομιλίας, θα του στραγγίσει την εύκολη λυρική διάθεση και θα τον διδάξει πως ν αντιδρά στα γεγονότα. Τα γεγονότα θα γίνουν η βάση, το ακατέργαστο υλικό. Θα κρατήσει το απόσταγμα τους. Τα αισθήματα όμως, που είναι η φυσική τους προέκταση, θα τα υποτάξει και δεν θα τ' αφήσει ελεύθερα στους κοινόχρηστους δρόμους της ποίησης. Οι εκρηκτικές καταστάσεις, που δημιουργεί η μεταισθητική αυτή πραγματικότητα, θα ιχνηλατηθούν και θα μορφοποιηθούν σε στίχους αρθρωμένους στο ποίημα με φειδώ, αλλά και με έντονη τάση για το καίριο, το τελεσίδικο (σελ. 175, 176), που τη συνέχεια της περιμένουμε στην έκδοση του δεύτερου τόμου.