Maronitis D. N., Poiitiki kai politiki ithiki. Proti metapolemiki genia. Alexandrou – Anagnostakis – Patrikios
 
Athina 1976, Kedros. Ss. 68-72
 
 
 

Η αισιόδοξη επαναστατική πνοή, που χαρακτηρίζει κυρίως την πρώτη συλλογή του Άρη Αλεξάνδρου, αναγνωρίζεται εξίσου εύκολα και στην πρώιμη ποίηση του Πατρίκιου. Στην περίπτωσή του μάλιστα οι εντολές της αριστεράς γίνονται πιο μεγαλόψυχα, θα έλεγα, δεκτές, και το αποτέλεσμα αυτής της δροσιάς καταλήγει συχνά σ’ ένα ευφρόσυνο κλίμα ανθρωπιστικού κομμουνισμού.

Ωστόσο περισσότερο από τα αγωνιστικά χρόνια της κατοχικής αντίστασης, την προσωπική ηθική και του Πατρίκιου την ορίζουν οι συνθήκες της εξορίας. Απομόνωση, εξαθλίωση, σωματική φθορά, ερωτική δίψα και αναπόληση, λήθαργος του μυαλού δραματοποιούνται με αύξουσα συχνότητα στην περίοδο κυρίως της «Μαθητείας». Απότοκο μοτίβο αυτών των συνθηκών η ανθρωπολογία της επιβίωσης με όλα τα εκφυλιστικά της σύνδρομα: η επανένταξη του απόβλητου στη δημόσια ζωή υπονομεύεται, εσωτερικά, από τα φαντάσματα των νεκρών φίλων και τις μνήμες μιας συντροφιάς που εξαρθρώθηκε οριστικά.

Όμως το θέμα που εντείνεται με την πρόοδο του χρόνου και στον Πατρίκιο είναι η άσκηση και η λειτουργία της ποίησης μέσα στον πολιτικό και τον κομματικό χώρο: τα όρια της αποτελεσματικότητάς της, οι ανακουφιστικές της διαφυγές, το εκλεκτικό της δράμα απέναντι στα κοινά δρώμενα. Κι όσο αν φαίνεται περίεργο: μολονότι η στάση του Πατρίκιου απέναντι στην ποιητική πράξη και τον πολιτικό της αντίχτυπο είναι πιο κριτική παρότι στον Αναγνωστάκη και στον Αλεξάνδρου, τελικά η εντύπωση που μας αφήνουν η μέση και η πιο ώριμη δουλειά του είναι πως έχουμε να κάνουμε μ’ έναν πιστό της ποίησης φανατικότερο των άλλων δυο.

Επιμένοντας ακόμη στην τριαδική διαίρεση της παραγωγής του, διαβλητή όπως ήδη είπα, (1948-1952, 1953-1962, 1967-1973), ομολογώ πως προσωπικά με σταματούν περισσότερο οι ακραίες φάσεις από τη μέση. Η πρώτη περίοδος, με επίκεντρο το «Χωματόδρομο» δείχνει τη σπάνια στα ποιητικά μας χρονικά στόφα του Πατρίκιου για μακρόπνοες συνθέσεις, σχεδόν συμφωνικού χαρακτήρα, με θαλερό λόγο, αφηγηματικές αναπνοές και λυρικές εκπνοές. Η μέση περίοδος της «Μαθητείας» επιμένει στο είδος της άμεσης δραματοποίησης μιας ύλης πυκνής, που δεν προλαβαίνει όμως να ψηθεί και να γίνει πυρήνας του, μικρού εξάλλου, ποιητικού καρπού. Εν τούτοις η ωριμότερη συλλογή, και η τελευταία που ξέρουμε ως τώρα, πετυχαίνει εκεί που ακροβατεί η μεσαία. Γιατί στην «Προαιρετική στάση» υπάρχει πια απόφαση: το ποιητικό σώμα δεν ταυτίζεται με την ύλη της δραματικής έκρηξης, αλλά συντίθεται από τα μεταδραματικά της θραύσματα: εκείνα που υποδηλώνουν τι προηγήθηκε, αλλά δεν το θεματογραφούν. Αποτέλεσμα: το ποίημα, τελειωμένο, βρίσκεται πια σε ίση απόσταση, από τον ποιητή και τον αναγνώστη, σ’ ένα είδος περίπου νεκρής ζώνης, δίχως να κρέμεται από τον αφαλό του γεννήτορα του. Αυτός ο ουδέτερος, κατά κάποιο τρόπο, τόνος επιτρέπει κινήσεις γύρω από το περίοπτο ποίημα. Στις καλύτερες μάλιστα περιπτώσεις, και ύστερα από τις ερευνητικές αυτές πολιορκίες, το ποίημα παραμένει ακόμη στο κέντρο: στέρεο, ακέραιο και πολυσήμαντο. Η μαθητεία στον Μπρεχτ έδωσε ήδη τους καρπούς της - ακόμη και στο άβολο χωράφι της αλληγορίας, όπως λ.χ. φαίνεται από το τελευταίο ποίημα αυτής της συλλογής:

Σαν έπεσε η βαλανιδιά

άλλοι κόψανε ένα κλαδί, το μπήξανε στο χώμα

καλώντας για προσκύνημα στο ίδιο δέντρο,

άλλοι θρηνούσαν σ’ ελεγεία

το χαμένο δάσος τη χαμένη τους ζωή,

άλλοι φτιάχνανε συλλογές από ξεραμένα φύλλα

τις δείχνανε στα πανηγύρια βγάζανε το ψωμί τους,

άλλοι διαβεβαίωναν τη βλαπτικότητα των φυλλοβόλων

διαφωνώντας όμως στο είδος ή και στην ανάγκη αναδάσωσης,

άλλοι, μαζί κι εγώ, υποστήριζαν πως όσο υπάρχουν

γη και σπόροι υπάρχει δυνατότητα βαλανιδιάς.

Το πρόβλημα του νερού παραμένει ανοιχτό.

Γύρω από το παραδοσιακό (και ελληνικό) σύμβολο της βαλανιδιάς χαράσσονται με κιμωλία οι κύκλοι ενός μπρεχτικού σχεδόν συλλογισμού, που λάμπει, κόβει και διδάσκει, αφήνοντας όμως πάντοτε την τελευταία πόρτα ανοιχτή. Μπροστά στην πολιτική αποτυχία οι στάσεις των ανθρώπων, οι τυπικές και οι επαναλαμβανόμενες: πολιτικός μυστικισμός, ποιητική αισθηματολογία, αισθηματικό εμπόριο της καταστροφής, βυζαντινός αναρχισμός, σοσιαλιστικός ρεαλισμός, μαθηματική νηφαλιότητα και επιστημονική απορία. Αυτή η σκάλα με βοηθεί να κλείσω καλά το κεφάλαιο για την ποιητική και πολιτική ηθική του Τίτου Πατρίκιου. Απομένουν κάποια πιο γενικά συμπεράσματα για τον άλλο μήνα.