Markoras Gerasimos
"Nos forteresses"
 
Langue démotique.
 
revue Anagennisi, Première Publication:1864
 
 
Τι σεισμός βροντοδέρνει και τ’ άστρα;
Τι φωτιά μαύρου κόσμου είν' εκείνη
Που ξερνούν τα θεόρατα κάστρα,
Με καπνούς, με λιθάρια πολλά;
Μοιάζει, ναι, της φωτιάς οπού χύνει
Του Εγκελάδου το πύρινο στόμα,
Σαν ο αντάρτης ταράζεται ακόμα,
Μες στην Αίτνη θαμμένος βαθιά.

Τάχα οι Τούρκοι πετούν στον αέρα,
Με τυφλή, με παράκαιρη βία,
Όσα τείχη απόφραξαν μία μέρα
Τη μεγάλη εχθρική τους ορμή;
Όχι, κόσμε! η φιλόνομη Αγγλία
Τέτοια δόξα του Τούρκου φθονάει·
Ξαρματώνει, ερημάζει, χαλάει,
Πριν αφήσει τη μαύρη μας γη.

Με χαρά που τη θλίψη πλακώνει,
Ως ακούει τ' αστροπέλεκα εκείνα,
Στου νησιού τ' ακρογιάλια σιμώνει,
Και τηράζει, τηράζει ο λαός.
Η χαρά του είν' αδύνατη αχτίνα
Της χαράς οπου ο Πλάστης γρικούσε,
Όταν γύρω το χάος εθωρούσε,
Κι αισθανότουν πως θα 'βγει το φως.

Ναι˙ στα κάστρα, που δείχνουνε τώρα
Της φθοράς, του πολέμου τα χνάρια,
Θέ να ιδείς, ω πολύπαθη χώρα,
Δοξασμένο σημάδι εθνικό.
Τότ' εκείνα τα μαύρα λιθάρια,
Νέα τριγύρου σκορπώντας μαγεία,
Θα φανούν η καημένη θυσία
Στον ωραίο της Πατρίδας βωμό.

Ήρθε η μέρα! Σ' εμάς δε χωράει
Μέρα τέτοια θεόργιστο μίσος˙
Τ' ουρανού μας το χρώμα γελάει˙
Όλη ανθίζει και χαίρεται η γη.
Σύρτε, ω ξένοι˙ φευγάτε, και ανίσως
Από τούτα τα ελεύθερα μέρη
Τ' αγεράκι έναν ήχο σας φέρει,
Δε θα να 'ναι κατάρας βοή,

Σας θωράμε στην ερήμην άκρη,
Όθε πέρα μαυρίζουν οι λίθοι,
Μία ματιά, θολωμένη από δάκρυ,
Να μη ρίξει δε λείπει κανείς˙
Πόσο α! πόσο τα ελεύθερα στήθη
Σας πλακώνει η παράνομη πράξη,
Που οι Μεγάλοι σας έχουν προστάξει
Κι ενεργήστε, κακότυχοι, εσείς!

Ω! του κάκου η καρδιά σας φωνάζει,
Και σαν ξένο έργο τέτοιο μισάει˙
Της πατρίδας η φήμη ταράζει
Κάθε πνεύμα με ζάλη σφοδρή.



Εκτενέστερο απόσπασμα του παραπάνω έργου θα είναι διαθέσιμο στις ιστοσελίδες του ΠΟΘΕΓ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της νομικής διαδικασίας εκχώρησης στο ΙΕΛ των σχετικών δικαιωμάτων χρήσης από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του συγκεκριμένου έργου.