Karouzos Nikos
«Angizontas afti ti neotita», Poiimata
 
 
Ta Poiimata A΄(1961-1978), Maison d'édition Ikaros 1993, Pg.35-36, Première Publication:1961
 
 

 

Περίμενα όλο το βράδυ με τα μύρα

είχε πεθάνει μια γυναίκα

τα χαραματα

οι άνεργοι με τα φτυάρια περίμεναν

στην πρωινή πλατεία του ταχυδρομείου

λίγο σκοτάδι έμενε ακόμη

και βασίλευεν η θαλπωρή που δίνει

η μια καρδιά δυστυχισμένη με την άλλη

της χαραυγής μικρά εστιατόρια

φως αχνισμένο πάνω στους υαλοπίνακες.

Η Αττική τη νέαν ημέρα ύφαινε στα μάτια

πονούσαν μεσ' στους άδειους δρόμους τα βήματα

ο βαθύς αυτός όρθρος.

Άλλοτε η χαρά ήτανε πιο βαθύ ποτάμι

με κρύσταλλα μοναχικά στην επιφάνεια

μ' ένα θεό κρυμμένο καθαρά

και δέντρα μόλις

καθρεφτισμένα.

Βαθύ ποτάμι της ιαχής τώρα βαδίζω

στην οδό κ' οι άνθρωποι δεν έχουν λόγια

να μιλήσουν τι να πουν...

Κοντές ελληνίδες άτονες μητέρες καθαρίστριες

πηγαίνουν στα σιωπηλά οικήματα

με λίγη άμυνα ρουχισμού στο κρύο τόσο λίγη

δεν έχουν στα φτηνά φουστάνια τους άνθη.

Κι άλλες γυναίκες μάταια προσμένουν

έρωτα θάνατο χαρτονόμισμα

είναι αργά η νύχτα στάθηκε σκληρή..

Δίνω το χαρτονόμισμα και χάνομαι

φεύγω μακριά μη μου φωνάζεις

η ερημιά μου είναι άσπρη βρομερή.

Κι άλλες γυναίκες πλένουν

τις θύρες όπου θα 'μπει ο διάβολος

λίαν πρωί στη δούλεψή του σκύβουν.

Η κόλαση λοιπόν είν' η πατρίδα μας

αμάρτημα υψώνεται

ο μαύρος καπνός των εργοστασίων

ψηλά στο ξημέρωμα.

Κι όμως άλλοτε η χαρά ήτανε το ποτάμι.

Όχι εδώ στη ρημαγμένη γη μα στους ουράνιους

κόσμους εκεί με τη μονάχη μου ψυχή.