Doukas Neofytos
Peri tis ellinikis glossis. Peri tis laloumenis glossis.
 
 
Peri tis ellinikis glossis. Peri tis laloumenis glossis., Maison d'édition Bibliothèque Nationale de la Grèce 1814, Pg.1-63, Première Publication:1814
 
 
Πάσι τοις ανά την Ευρώπην σοφοίς Νεόφυτος Δούκας ευ πράττειν.

Πολλάκις μεν ώρμησα, ω άνδρες σοφοί, παρρησιάσασθαι προς ημάς, περί ου νυν ήκω ξυμβούλους και ημάς αυτούς ποιησόμενος· ανεκοπτόμην δε, και την πρόθεσιν ανεβαλόμην ες δεύρο, τότ’ εμαυτού άμουσον ξυνειδώς, και προς την υμετέραν εν λόγοις υπεροχή, επιεικώ μεγάλην ούσαν υποςελλόμενος· δέος γάρ μοι υπήν εκείνο, μήτι ακαίρω ούτω παρρησία χρησάμενος, αυθαδείας δίκην μάλλον όφλω, ή προς λύσιν του ζητουμένου την υμετέραν εμπειρίαν και φρόνησιν δόξω επικαλείσθαι εκ μετριότητος· καλόν μεν γαρ γνώμην παρά σοφών προς ταπορούμενα, οίον χρησμόν προς το μέλλον, αιτούντα λαμβάνειν· αλλά και τον προς τούτ’ αυτό ήκοντα ουχ ήττου οίμάγε δειν ικανώς ήκειν παρεσκευασμένον, ώς’ αυτήν γουν την αίτησιν κατά τρόπον ποιήσασθαι. Νυν δ’ ορών, ω άνδρες, τους τε νέους Έλληνας περί πολλού ποιουμένους την Ελλάδα φωνήν, τούτο δη το μόνον υπόλοιπον των πατρώων αγαθών, σφίσιν αυτοίς ανασώσασθαι, και υμάς γ’ αυτούς περί την Ελληνικήν, είπερ ποτέ, και νυν καταγινομένους φιλολογίαν, έγνων λύσαι την σιωπήν, και τολμητίας μάλλον ακούσαι, ή το κοινόν, είτε είη κακ τούτου όφελος, παριδείν αμελούμενον και παραγόμενον ου κατά τρόπον υπ’ ενίων, προήρημαι.
Ο χρόνος, ω άνδρες σοφοί, διηνεκώς περί τον εαυτού στρεφόμενος άξωνα, άλλοτε άλλο εν τη στροφή τω ανθρωπίνω βίω φέρει εξαίρετον, και τούτο φιλοκάλως προτίθησι τοις φιλοκάλοις και φιλοτίμοις αγώνισμα· ημίν δε είτι και τοις δυστυχέσιν απογόνοις των αρχαίων και πρώτων σοφών φιλοτίμημα πρόκειται, της δόξης εκείνων το στάδιον ο αιών ουτοσίν ευμενώς δοκεί υπανοίξαι, οίον άθλον προθείς εν τω μέσω την τε πατρώαν εύκλειαν, όσον οίον τε, ανακτήσασθαι, και βίον ράω εκ τούτου διάγειν ες τουπιόν, των της αμαθίας απαλλαγέντας δεσμών. Αλλ’ επειδή προ πάντων εστίν επιεικώς το της γλώσσης, των προ οδού τούτο γ’ ον, και ως επί το στάδιον είσοδος, περί τούτου, πριν επί της βαλβίδος τον πόδ’ επιθείναι, ήκω και υμίν, ως πολλήν γ’ εμπειρίαν του πράγματος έχουσι, ξυμβούλοις χρησόμενος, ει δει, και όπως δέος αυτήν ημάς ανακτήσασθαι, και δι αυτής φιλοσοφείν του λοιπού· ή τούτου παραμελήσαντας, επιμένειν τη συνηθεία, ως τινες των ημερέρων γνώμην φθάσαντες απεφήναντο, διεφθαρμένη γε ούση, και όλως της αρχαίας ανάλυσις. Μηδείς δ’, ότι Έλλην ων, γνώμην παρ’ υμών λαβείν αξιώ, περί ου τοις Έλλησιν εκ του σύνεγγυς βουλεύεσθαι προσανήκει, μεμφέσθω· πολύν γαρ χ’υμείς έρωτ’ ανέκαθεν του πράγματος συλλαβόντες, τους τε συγγραφείς πολλάκις εξεδώκατε άριστα, και Λεξικά της γλώσσης συνετάξατε τέλεια, και νυν γε ες άμιλλαν περί την Ελλήνων φιλολογίαν ανενδότως δοκείθ’ ημίν πεφιλοτιμείσθαι προς αλλήλους των εθνών τα σοφώτερα· ούκουν αδιάφορον κρίνομεν περί κοινού ούτω κτήματος και υμών την γνώμην επέρεσθαι. Επεί ουν ταύθ’ ούτως έχει, συντείνατέ μοι, ω άνδρες, το ους, άνωθεν ουτωσί αρχομένω.
Ην όθ’ η γλώσσα και των Ελλήνων ουκ ην, ω άνδρες σοφοί, καθάπερ και πάσαι των άλλων εθνών, όσα γ’ υπό τον ήλιον τούτον απ’ αρχής κόσμου γέγονεν· οι γαρ Έλληνες το κατ’ αρχάς τοις των δένδρων καρποίς, ως εικός, και ταις εκ της γης αυτομάτοις πόαις τρεφόμενοι, και ξυνωδά τοις θηρίοις, εν νάπαις και δάσεσι χωρίς αλλήλων αγροικότερον διατώμενοι, ήσαν ως εικός και άγλωσσοι το παράπαν, ει μήτις είποι ελαχίστων τινών φωνητικών σημείων μονοσυλλάβων, όσον η παρούσα κατηνάγκαζε χρεία, και ο των ψοφούντων σωμάτων ήχος μιμητικώς αυτούς εξεδίδασκον κατακούειν αλλήλων εν ταις εντεύξεσι, μη στερείσθαι το σύνολον. Είτ’ επειδή, υπό του έρωτος ίσως πρώτον, ον ενήκεν η φύσις τω ζώω ισχυρότατον κέντρον προς ηθών ημερότητα και συγκοινωνίαν, αναπειθόμενοι, και τω των θηρίων φόβω έξωθεν δεδιττόμενοι· πρόσθες δ’ ει βούλει, και υπ’ αλλήλων βλαπτόμενοι τα πολλά, ηναγκάσθησαν και κοινωνίαν τινά προς αλλήλους ποιήσασθαι, και βίου ημερωτέρου μεταλαβείν, και τας χρείας αυτού συναυξήσαι, και ιδέας εκ των απλών και πρώτων εκείνων συνθετωτέρας επισυνάψαι, συνεπλήθυναν ούτω προϊόντες αναλόγως και τας φωνάς· και ταύτ’ αν είη τα πρώτα της Ελληνικής γλώσσης σπέρματα, δι ων τον πρώτον τούτον και νήπιον βίον διήγον.
Υστέρω δε χρόνω αύθις συγγενείας συστήσαντες, και γεωργίαν υπό της χρείας επεννοήσαντες, και χώρας επιθυμήσαντες, και εν κώμαις ξυνοικισθέντες, και νόμους τινάς, καθ’ ους εχρήν συμβιούν, τα εαυτών μεν φυλάττοντας, των δ’ αλλοτρίων απεχομένους, όσον γ’ εξήν τηνικαύτα κινείσθαι υπό της φύσεως προς το δίκαιον, θεμένοι, και τέχνας τινάς εφευρόντες, και εμπορείαν επινοήσαντες, και ξύλα εις σκάφας ξυμπήξαντες, και τη θαλάσση σφας αυτούς παραδόντες, και προς αλλήλους μετά μεγίστων κινδύνων διαπεραιούμενοι, και πάνθ’ οπόσα και οποία η χρεία μάλλον αυτούς, ή ο λόγος εδίδασκεν, ταύτα πάντα ποιήσαντες, διήρθρωσαν άμ’ ως εικός και την γλώσσαν ανάλογον ταις παρούσαις του βίου πράξεσι· διαπλάσαντες δ’ ούτω, και ως ειπείν σπαργανώσαντες, ανέτρεφον αυτήν ελευθεριώτερον του λοιπού.
Εκ δε τούτων αύθις, φιλοκτημονέστεροί τινες γεγονότες, και περιουσίαν πλούτου εντεύθεν περιβαλόμενοι, και πολλούς των απορωτέρων επί τροφή εκ τούτου προσαγαγόμενοι, και δύναμιν ικανήν συγκροτήσαντες, και εις πόλεις τα διεστώτα και διωκισμένα συνοικίσαντες τας βασιλείας συνέστησαν.



Εκτενέστερο απόσπασμα του παραπάνω έργου θα είναι διαθέσιμο στις ιστοσελίδες του ΠΟΘΕΓ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της νομικής διαδικασίας εκχώρησης στο ΙΕΛ των σχετικών δικαιωμάτων χρήσης από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του συγκεκριμένου έργου.