Ραγκαβής Αλέξανδρος Ρίζος
 
Βιογραφία
 

 

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη  το 1809 και πέθανε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 1892. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, όπου ο πατέρας του ήταν αξιωματούχος και λόγιος. Σπούδασε στρατιωτικά στο Μόναχο με υποτροφία του Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας και πήρε το βαθμό του ανθυπολοχαγού του πυροβολικού. Σε μια εποχή ταραγμένη από κάθε άποψη, είχε και αυτός και η οικογένεια του την τύχη όλων των φαναριώτικων οικογενειών: συνεχείς μετακινήσεις από τον ένα τόπο στον άλλο μακριά από την πατρίδα. Έτσι, κατά καιρούς διαμένει στην Κωνσταντινούπολη, την Κωστάνζα, την Οδησσό, την Βιέννη, το Μόναχο. Στην Ελλάδα (Ναύπλιο) εγκαταστάθηκε από το 1829, ως ανθυπολοχαγός του πυροβολικού αλλά γρήγορα παραιτήθηκε. Κατά τα έτη 1831-1841 υπηρέτησε ως Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας και 1841-1844 στο Υπουργείο Εσωτερικών, όπου επεξεργάστηκε σχέδιο για την καταπολέμηση της ληστείας, ενός από τα σοβαρότερα προβλήματα που απασχολούσαν το νεοσύστατο κράτος. Το 1844, όταν εφαρμόστηκε ο νόμος που απαγόρευε την υπηρέτηση ετεροχθόνων στο δημόσιο, απολύθηκε και διορίστηκε καθηγητής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1856 διορίστηκε Υπουργός Εξωτερικών. Υπηρέτησε ως πρέσβης της Ελλάδας στις ΗΠΑ (ο πρώτος Έλληνας πρέσβης εκεί), στην Κωνσταντινούπολη, στο Παρίσι και στο Βερολίνο μέχρι το 1887.

 

Τα χρόνια αυτά λαμβάνει μέρος ενεργά και στην πνευματική ζωή της χώρας. Ως συγγραφέας είναι πολυγραφότατος. Έγραψε ποιήματα, θεατρικάέργα, διηγήματα, μυθιστόρημα, απομνημονεύματα, γραμματολογικά και κριτικάέργα, μεταφράσεις κ.ά. Συμμετείχε στην έκδοση περιοδικών (Ευτέρπη, Πανδώρα) και υπήρξε μέλος κριτικής επιτροπής ποιητικών διαγωνισμών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

Το ποιητικό του έργο κινείται στο κλίμα του Ρομαντισμού και είναι επηρεασμένος από τους Γερμανούς ρομαντικούς ποιητές. Την εμφάνισή του στο χώρο της ποίησης την έκανε το 1831 με το εκτενές ποίημα Ο Δήμος και η Ελένη, σε δεκαπεντασύλλαβο ομοιοκατάληκτο στίχο και σε δημοτική γλώσσα. Το 1837 δημοσιεύεται ο πρώτος τόμος από τα Διάφορα ποιήματα, όπου περιέχεται και το δράμα Φροσύνη, στην εισαγωγή του οποίου παρουσιάζει τη θεωρία του Ρομαντισμού και αυτοχαρακτηρίζεται ρομαντικός. Το 1840 δημοσιεύτηκε ο δεύτερος τόμος της ίδιας συλλογής. Το 1845 εκδίδει την παροιμιώδη κωμωδία Του Κουτρούλη ο γάμος. Από τα ποιήματά του το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα εκτενή Διονύσου πλους (1864) και Ο γοργός Ιέραξ (1871), παρόλο που σήμερα είναι δύσκολο να διαβαστούν λόγω της αρχαΐζουσαςγλώσσας τους. Είναι φανερές στα έργα αυτά οι επιδράσεις από τον Ρομαντισμό και  τον Νεοκλασικισμό.

 

Στο πεζογραφικό του έργο δεσπόζει το ιστορικό μυθιστόρημαΟ Αυθέντης του Μορέως (1850), το πρώτο νεοελληνικό ιστορικό μυθιστόρημα και ακολουθεί το πρότυπο του Walter Scott. Επί συνόλου 19 της περιόδου 1847 – 1853 άξια μνείας είναι τα εκτενή διηγήματα Ο Συμβολαιογράφος, Το χρυσούν μαστίγιον, Η Συνέντευξις της Δρέσδης. Έγραψε πολλά διηγήματα, σε μια εποχή που το είδος του διηγήματος δεν είχε γνωρίσει ακόμα την ανάπτυξη που γνώρισε αργότερα. Τα διηγήματά του βέβαια σπανίως διαδραματίζονται στην Ελλάδα και δεν έχουν καμία σχέση με την ελληνική πραγματικότητα, με εξαίρεση τον Συμβολαιογράφο. Πολλά είναι διασκευές ή παραφράσεις ξένων. Στα πεζά του ο Ραγκαβής χρησιμοποιεί αποκλειστικά την καθαρεύουσα, γεγονός που τον εμπόδισε να προσδώσει κάποια ζωηρότητα στους διαλόγους του.

 

Στην Ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας (1877), πρώτη ως τότε απόπειρακαταγραφής της ελληνικήςλογοτεχνίας, υπερασπίζεται τη λόγια γλώσσα και τη φαναριώτικη ποίηση. Θεωρεί ότι μόνο αυτή είναι άξια συνέχεια της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Απορρίπτει τη δημοτική γλώσσα ως ακατάλληλη για να εκφράσει υψηλά ποιητικά νοήματα και το δημοτικό τραγούδι ως προϊόν της αμάθειας του λαού, που επιβίωσε μόνο επειδή κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν υπήρχε άλλη, αξιολογότερη παραγωγή. Απορρίπτει επίσης και την κρητική και επτανησιακή λογοτεχνία, ως μίμηση ξένων προτύπων και μη γνήσια γλώσσα, γεμάτη ιταλισμούς και εξαίρει την Α΄ Αθηναϊκή Σχολή.

 

Όλο το έργο του Ραγκαβή είναι επιβλητικό σε όγκο και θεματολογία. Τα Άπαντα τα Φιλολογικά, σε 19 τόμους (1874 – 1889) καταδεικνύουν την έκταση του έργου του.