Μυριβήλης Στράτης
 
Βιογραφία
 

 

Ο Στράτης Μυριβήλης, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ευστράτιου Σταματόπουλου, αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες παρουσίες στο χώρο της πεζογραφίας της εποχής του. Ο συγγραφέας γεννήθηκε στη Συκαμιά της Λέσβου, γράφτηκε στη Νομική και τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά διέκοψε τις σπουδές του και κατατάχθηκε εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13, στο Μακεδονικό Μέτωπο, στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία του 1921-22.

 

Ήταν ο μεγαλύτερος στην ηλικία από τους λογοτέχνες της Γενιάς του Τριάντα και είχε εμφανιστεί το 1915 με μια σειρά διηγημάτων. Το προσωπικό του ημερολόγιο από τη διαμονή του στη Μακεδονία το 1917-18, αποτέλεσε τη βάση για τη σύνθεση Η ζωή εν τάφω το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε στη Μυτιλήνη το 1924.

 

Λίγο αργότερα, το 1930, θα την δημοσιεύσει στην Αθήνα ξαναπλασμένη, έχοντας αξιοποιήσει το δημοτικισμό στο έπακρο. Το αφηγηματικό έργο δεν ανήκει στο μυθιστορηματικό είδος, αλλά αποτελεί μια ρεαλιστική μαρτυρία-ντοκουμέντο για τη ζωή και το θάνατο στα χαρακώματα. Ο τίτλος του είναι παρμένος από τα Εγκώμια της Παναγίας τα οποία ψάλλονται στην Ακολουθία του Επιταφίου. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τις συμβάσεις του ρεαλισμού για να μεταφέρει το βίωμα του πολέμου και της φρίκης. Επιτυγχάνει την αληθοφάνεια, προσφεύγοντας στο ακόλουθο τέχνασμα: το έργο αποτελεί την έκδοση των χειρογράφων του νεκρού πλέον λοχία Αντώνη Κωστούλα, τα οποία ανακάλυψε ο συγγραφέας σε ένα παλιό μπαούλο. Με αυτό τον τρόπο ο Μυριβήλης, όπως όλοι οι λογοτέχνες που χρησιμοποιούν το ρεαλισμό, αποστασιοποιείται μεταδίδοντας με συγκλονιστικό τρόπο τη ζωή των στρατιωτών στον πόλεμο και το φόβο του θανάτου. Μέσα σε αυτή την παράλογη, απάνθρωπη κατάσταση το άτομο χάνει την οντότητά του, δεν ξεχωρίζει από τη μάζα. Τίποτα δεν αποσιωπάται, όσο και αν είναι φρικτό. Έτσι συχνά οι σκηνές που περιγράφει ο Μυριβήλης αγγίζουν τα όρια του νατουραλισμού, θυμίζοντας σε αρκετά σημεία τον τρόπο γραφής του Καρκαβίτσα. Ωστόσο σε αυτό τον τόπο, το μέτωπο, όπου ελλοχεύει ο θάνατος, υπάρχει πάντα η σφοδρή επιθυμία για τη ζωή και τις ομορφιές της. Εξάλλου τα δύο βασικά ένστικτα του ανθρώπου, ο έρωτας και ο θάνατος, και η σύγκρουσή τους ήταν η βάση πάνω στην οποία στηρίχτηκε το έργο. Σε αρκετές περιπτώσεις γελοιοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις εξευτελίζοντας στρατιώτες και αξιωματικούς δειλούς, τεμπέληδες και βολεμένους. Ο Μυριβήλης δημιουργεί ένα κείμενο-ντοκουμέντο, άκρως αντιμιλιταριστικό.

 

Στη συνέχεια, ακολουθώντας τη βασική επιδίωξη της Γενιάς του Τριάντα, γράφει εκτός από διηγήματα και μυθιστορήματα. Το επόμενο έργο του Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια (1933) είναι μυθιστόρημα. Σε αυτό γίνεται φανερή η νοσταλγική διάθεση για την πατρίδα του αλλά και εδώ το θέμα του είναι επηρεασμένο από την οδυνηρή εμπειρία του πολέμου. Θα ακολουθήσει Η Παναγιά η γοργόνα (1949), έργο με το οποίο στρέφεται στο ιστορικό παρελθόν του ελληνισμού. Ο συγγραφέας πετυχαίνει, σε απλό και λαϊκό ύφος, να δώσει τον καθημερινό αγώνα μιας ομάδας προσφύγων που κατατρεγμένοι εγκαθίστανται σε ένα μικρό ψαροχώρι της Μυτιλήνης.

 

Ο Μυριβήλης, που στα 1958 έγινε ακαδημαϊκός, ήταν άνθρωπος πραγματικά προικισμένος που αξιοποίησε το βιωματικό του υλικό με ιδιαίτερη επιτυχία και έφτασε τη δημοτική γλώσσα ως την εκζήτηση, χρησιμοποιώντας τις  λαϊκές της καταβολές.