Εμπειρίκος Ανδρέας
 
Βιογραφία
 

 

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος είναι ο γνησιότερος εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, τον οποίον άλλωστε ο ίδιος εισήγαγε για πρώτη πρώτη φορά στην Ελλάδα με το ποιητικό και πεζογραφικό του έργο. Γεννήθηκε το 1901 στη Bράιλα της Ρουμανίας από παλιά αριστοκρατική οικογένεια της Άνδρου. Από το 1902 μέχρι το 1908 η οικογένειά του διέμενε στη Σύρο, ενώ το 1908 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το 1919, έχοντας ολοκληρώσει τις γυμνασιακές του σπουδές στην Αθήνα, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για να σπουδάσει φιλολογία, την οποία όμως εγκατέλειψε ένα χρόνο αργότερα για να μεταβεί στην Ελβετία, όπου σπούδασε οικονομικές επιστήμες, ενώ στη συνέχεια πήγε στο Λονδίνο, όπου παρέμεινε τέσσερα χρόνια (1921-1925) σπουδάζοντας φιλολογία και εργαζόμενος παράλληλα σε οικογενειακές επιχειρήσεις. Στη συνέχεια, μετέβη στο Παρίσι, όπου σπούδασε ψυχανάλυση και γνώρισε τον Αντρέ Μπρετόν, εισηγητή του υπερρεαλισμού. Η γνωριμία του αυτή με τους Γάλλους υπερρεαλιστές, καθώς και η μαθητεία του στον Φροϋδισμό καθόρισαν οριστικά τη λογοτεχνική του ταυτότητα.

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος επέστρεψε στην Ελλάδα το 1931 και για μικρό χρονικό διάστημα (1934 - 1935) εργάστηκε στα ναυπηγεία Βασιλειάδη, θέση από την οποία παραιτήθηκε για ιδεολογικούς λόγους, καθώς υποστήριξε τους απεργούς εργάτες σε μεγάλη κινητοποίηση το 1935. Παρά την ιδεολογική ένταξή του στην Αριστερά, έμεινε μακριά από πολιτικές δραστηριότητες, διαφωνώντας με τη Σταλινική έκφραση της κομμουνιστικής πρακτικής. Στο μεταξύ δοκίμασε να ασκήσει το επάγγελμα του ψυχαναλυτή, αλλά συνάντησε εντονότατες αντιδράσεις, καθώς δεν διέθετε το απαιτούμενο πτυχίο Ιατρικής. Παράλληλα, συναναστρεφόταν με ομοτέχνους του με αντίστοιχα υπερρεαλιστικά ενδιαφέροντα, σχηματίζοντας, τρόπον τινά, έναν ελληνικό υπερρεαλιστικό κύκλο. Ανάμεσά τους ο Κάλας, ο Ελύτης, ο Εγγονόπουλος κ.ά.

 

Το 1935 αποτέλεσε χρονιά σταθμό για τον ποιητή, αλλά και για τη νεότερη λογοτεχνία μας. Ο Εμπειρίκος εξέδωσε την πρώτη του συλλογή, Υψικάμινος, το πρώτο ακραιφνώς υπερρεαλιστικό έργο που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα και το οποίο συγκέντρωσε τα πυρά της κριτικής που το χαρακτήρισε εκκεντρική εκζήτηση ενός εκκεντρικού ανθρώπου. Χωρίς σημεία στίξεως, με γλώσσα κυρίως λόγια και εξεζητημένη, με φράσεις ατέρμονες, με άψογη σύνταξη αλλά χωρίς προφανή λογικό ειρμό η Υψικάμινος φαίνεται να ανταποκρίνεται στις επιταγές του ελεύθερου συνειρμού και της συνακόλουθης αυτόματης γραφής, που είχε διακηρύξει ο André Breton και ο κύκλος του. Δύσκολα όμως θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει πειστικά ότι τα ποιήματα της Υψικαμίνου έχουν συγκροτηθεί «αυτόματα» ή «τυχαία», παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο Εμπειρίκος βεβαιώνει ότι τα ποιήματα αυτά δεν αναπτύσσονται πάντοτε «εντός των συνειδητών ορίων».

 

Τα ποιήματα της Υψικαμίνου είναι χαρακτηριστικά δείγματα μιας ποιητικής έκρηξης, ενός ξεσπάσματος φαντασίας και μιας γλωσσικής πανδαισίας που δεν περιορίζεται στη δημοτική ή την καθαρεύουσα. Ο Εμπειρίκος δεν ακολουθεί τη γραμματική της καθαρεύουσας, αλλά επιλέγει μια ανορθόδοξη χρήση της τόσο στο λεξιλόγιο όσο και στις συντακτικές φόρμες, προκειμένου να δημιουργήσει νέες ποιητικές καταστάσεις, αλλά και να προκαλέσει. Μ’ έναν ρητορισμό, μια μεγαλορρημοσύνη να κυριαρχεί στον λόγο του, που είναι μονίμως απογειωμένος, με τις εικόνες να διαδέχονται η μια την άλλη με ρυθμό φρενήρη, αλλά και με έναν πηγαίο λυρισμό που βρίσκει το αντίκρισμα και την υποδοχή του στην ερωτική του έκφανση, αποτέλεσαν και αποτελούν τα ακραιφνέστερα δείγματα υπερρεαλιστικού ελληνικού λόγου.

 

Το 1945 εξέδωσε το δεύτερο βιβλίο του με τον τίτλο Ενδοχώρα, που περιέχει ποιήματα γραμμένα την περίοδο 1935 - 1937. Στη συλλογή αυτή ο Εμπειρίκος δεν ακολουθεί με τον ίδιο τρόπο τους νόμους και τις αρχές του ορθόδοξου υπερρεαλισμού. Εδώ χρησιμοποιεί κανονικούς στίχους και φαίνεται να οργανώνει μια άλλη ποιητική, επηρεασμένη από τον Φρόιντ, όπου κυρίαρχη θέση έχουν το όνειρο και ο έρωτας. Αποτέλεσμα αυτής της «εσωτερικής» αλλαγής στην Ενδοχώρα ήταν, όπως επισημαίνει ο Λίνος Πολίτης, «η αποκάλυψη ενός δροσερού πρωτοφανέρωτου κόσμου και μια λυρική έκφραση αποδεσμευμένη από κάθε τι παλιό, γεμάτη από την ευδαιμονία της ελευθερίας». Τα ποιήματα της Ενδοχώρας είναι πιο συγκροτημένα στη μορφή αλλά χωρίς κανέναν περιορισμό στη σύλληψη, που καθιστούν προφανέστερο ένα άλλο κομβικό σημείο της ποιητικής του Εμπειρίκου: τον ελληνοκεντρισμό. Πράγματι, ο Εμπειρίκος διακατέχεται από ένα ελληνοκεντρικό πάθος, το οποίο όμως δεν παίρνει κατευθύνσεις επικίνδυνες και δεν περιορίζει την ποιητική του αίσθηση. Αντιθέτως θα αποτελέσει τη βάση για την εισαγωγή του εξωτικού, του οικουμενικού στοιχείου μιας ποίησης που με στόχο της την απόλυτη ελευθερία απευθύνεται στο σύμπαν. Αυτή η βαθιά πίστη στην οικουμενικότητα της ελεύθερης έκφρασης θα αποτυπωθεί πλήρως στα πεζόμορφα ποιήματα μιας άλλης συλλογής του, της Οκτάνας, που ασχολείται με μια σειρά προσώπων, ρευμάτων και τόπων που αποτελούν τον προσωπικό κόσμο του ποιητή.

 

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος, αν και ήταν πολυγραφότατος, δεν εξέδωσε πολλά βιβλία. Έτσι, μόλις το 1960 εκδόθηκαν τα Γραπτά ή προσωπική Μυθολογία, με κείμενα που γράφτηκαν την περίοδο (1936 - 1946). Πρόκειται, στην ουσία, για το τελευταίο βιβλίο που θα εκδοθεί όσο ζει ο συγγραφέας. Έκτοτε θα συνεργαστεί με το βραχύβιο πρωτοποριακό περιοδικό Πάλι (1964-1967), όπου θα δημοσιεύσει αυτολογοκριμένα αποσπάσματα του πεζού κειμένου του Αργώ ή Πλους Αεροστάτου.

 

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος πέθανε στις 3 Νοεμβρίου του 1975, στην Κηφισιά, αφήνοντας πίσω του ένα αχανές αλλά καλά τακτοποιημένο από τον ίδιο ανέκδοτο έργο. Έτσι, μετά το θάνατό του εκδόθηκαν κατά σειρά μια μετάφρασή του από το θεατρικό έργο του Πικασό, Τα τέσσερα κοριτσάκια (1979), το προαναφερθέν πεζό του Αργώ ή Πλους Αεροστάτου (1980), η ποιητική συλλογή Οκτάνα (1980), καθώς και το ποιητικό βιβλίο Αι γενεαί πάσαι ή η σήμερον ως αύριον και ως χθες (1984). Παράλληλα, από το 1991 εκδίδεται σταδιακά σε τόμους το εκτενέστατο μυθιστόρημα του Ο Μέγας Ανατολικός, το οποίο ο συγγραφέας επιμελείτο για πολλά χρόνια, ένας ύμνος στον έρωτα σε όλες του τις εκφάνσεις. Ανέκδοτα παραμένουν το πεζό του Ζεμφύρα ή το μυστικόν της Πασιφάης και το εκτενές ποίημα Η άσπρη Φάλαινα.