Βενέζης Ηλίας
 
Βιογραφία
 

Ο Ηλίας Βενέζης, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ηλία Μέλλου,  γεννήθηκε στο Αϊβαλί (Κυδωνίες) της Μικράς Ασίας. Σε ηλικία δέκα ετών κατέφυγε με την οικογένειά του στη Μυτιλήνη, ενώ ο πατέρας του παρέμεινε στην Τουρκία. Μετά την ανακωχή το 1919 επέστρεψαν και πάλι στο πατρικό τους σπίτι για να ξαναφύγουν το 1922 με τη μικρασιατική καταστροφή. Ο Βενέζης όμως δεν τους ακολούθησε γιατί πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους και στάλθηκε σε στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων στο εσωτερικό της χώρας, στα εργατικά τάγματα.  Εκεί κάθε κρατούμενος είχε ένα συγκεκριμένο νούμερο. Χιλιάδες από τους αιχμαλώτους πέθαναν από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια. Όσοι όμως τελικά επιβίωσαν, όπως ο νεαρός Βενέζης, στη συνέχεια, στην ανταλλαγή των πληθυσμών που ακολούθησε, τέθηκαν υπό  την προστασία του Ερυθρού Σταυρού. Έτσι, χάρη στο νούμερο που τους είχε δοθεί, σώθηκαν. Έτσι, στα τέλη του 1923 απελευθερώθηκε και βρήκε τους δικούς του στη Μυτιλήνη. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως τραπεζικός υπάλληλος.

 

Η οδυνηρή εμπειρία της αιχμαλωσίας αλλά και της οριστικής απώλειας της πατρίδας σημάδεψε τη συγγραφική συνείδηση του συγγραφέα η οποία ήταν απαισιόδοξη.  Έτσι αυτή η φοβερή περιπέτεια αποτέλεσε το υλικό του πολύ γνωστού αυτοβιογραφικού του μυθιστορήματος, Το νούμερο 31328. Σε αυτό ο Βενέζης μετέφερε την τραυματική εμπειρία της αιχμαλωσίας, το φόβο του θανάτου, την αγωνία για το μέλλον. Η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο από το συγγραφέα-αυτόπτη μάρτυρα όλων όσων καταγράφει. Αυτή την πραγματικότητα δεν την δίνει με ρεαλιστικό τρόπο,  αλλά μάλλον προσπαθεί να την ωραιοποιήσει. Στο έργο δεν υπάρχει ένας κεντρικός ήρωας, ενώ τα λογοτεχνικά εκφραστικά μέσα αφθονούν και  οι παρομοιώσεις  είναι αρκετά επιτηδευμένες. Παρόλο που ο Βενέζης εξέφραζε το θαυμασμό του για το απλό και λιτό ύφος των κειμένων του Φώτη Κόντογλου και του Στρατή Δούκα, ο ίδιος, όπως υποστηρίζουν οι μελετητές, φαίνεται να αποφεύγει την άμεση και ωμή διατύπωση όλων όσων βίωσε. Έτσι προσπάθησε σε αυτό το έργο σε κάποιο βαθμό να αποστασιοποιηθεί, χρησιμοποιώντας συχνά εξεζητημένους λογοτεχνικούς τρόπους. Το βίωμα και η έκφρασή του παραμένουν δέσμια μιας φιλολογικής διαπραγμάτευσης.

 

Στα έργα που έγραψε στη συνέχεια ο συγγραφέας  έστρεψε την έμπνευσή του σε θέματα που περιγράφουν τη χαμένη πατρίδα και αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας. Ίσως αυτή η νοσταλγική διάθεση αποτελούσε έναν τρόπο φυγής από την πραγματικότητα που τον πλήγωνε.

 

Έτσι, στο μυθιστόρημα Γαλήνη (1939) παρουσιάζεται το δράμα μιας ομάδας προσφύγων που προσπαθούν να εγκατασταθούν στον καινούριο τόπο, αντιμετωπίζοντας την καχυποψία των κατοίκων της περιοχής. Μέσα σε αυτό το εχθρικό πλαίσιο ο τίτλος του έργου ηχεί ειρωνικά, ενώ η λυρική διάθεση φτάνει στην υπερβολή. Σε αυτό το έργο ο συγγραφέας είναι σε μια πιο ήρεμη κατάσταση από εκείνη της εποχής του Νούμερου, αλλά παρέμεναν οι οδυνηρές μνήμες όσων είχε περάσει.

Στην Αιολική γη (1943) αυτή η διάθεση για φυγή στο παρελθόν έγινε ακόμα πιο έντονη και έφτασε στα όρια της εξιδανίκευσής του. Εδώ αναδύονται οι τρυφερές μνήμες της παιδικής του ηλικίας εμποτισμένες από μια αθεράπευτη νοσταλγία για πρόσωπα και καταστάσεις πριν τον ξεριζωμό από την πατρική γη.

 

Ο Βενέζης έγινε ακαδημαϊκός.