Καζαντζάκης Νίκος
 
Βιογραφία
 

O Νίκος Καζαντζάκης ήταν ένας μεγάλος ποιητής και πεζογράφος με παγκόσμια αναγνώριση, αφού μεταφράστηκε σε πάνω από σαράντα ξένες γλώσσες. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1883 και ήταν το πρώτο παιδί του Μιχάλη Καζαντζάκη. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο Ηράκλειο, αλλά λόγω της επανάστασης του 1897, αναγκάστηκε να καταφύγει στη Νάξο, όπου και συνέχισε τις εγκύκλιες σπουδές του σ’ ένα σχολείο φραγκισκανών μοναχών.  Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκε στο Παρίσι κι έγινε Υφηγητής της Νομικής Σχολής. Στο Παρίσι είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει μαθήματα και να επηρεαστεί από τη φιλοσοφία του Ανρί Μπερξόν. Πολυσυλλεκτικός αναγνώστης επηρεάστηκε παράλληλα από τον Νίτσε, τον William James, τον Berkeley, τον Spengler κ.ά.

 

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα άρχισε να εργάζεται ως μεταφραστής φιλοσοφικών βιβλίων για βιοπορισμό και το 1914 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό με τον οποίο περιόδευσαν στο Άγιον Όρος και αλλού. Για πέντε χρόνια ταξίδεψε σ’ όλη την Ευρώπη. Έμαθε στην εντέλεια εφτά ξένες γλώσσες, πέρα από τα Λατινικά και τα Αρχαία Ελληνικά, που είχε μάθει σε βάθος στα χρόνια που φοίτησε στο Γυμνάσιο και το Πανεπιστήμιο. Αργότερα ταξίδεψε στην Παλαιστίνη, την Αίγυπτο, την Κίνα, την Ιαπωνία. Έμεινε δυο χρόνια στη Ρωσία και περίπου τρεις μήνες στο Άγιον Όρος. Στα 1919 διορίστηκε Γενικός Διευθυντής στο Υπουργείο Οικονομικών από τον Βενιζέλο και τότε οργάνωσε μιαν αποστολή στον Καύκασο και στη Νότια Ρωσία, για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων στη Μακεδονία και τη Θράκη. Το 1922 διέμεινε στη Βιέννη και αργότερα στο Βερολίνο, όπου έζησε από κοντά την εξαθλίωση και τις κοινωνικές αναταραχές μετά το τέλος του πολέμου και προσχώρησε στην κομουνιστική ιδεολογία. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1924, αφού προηγουμένως πέρασε από την Ασίζη και στην Κρήτη. Στα χρόνια 1925 – 29 επιχείρησε τρία ταξίδια στη Ρωσία (τη δεύτερη φορά μετά από πρόσκληση της σοβιετικής κυβέρνησης), όπου συνδέθηκε φιλικά με τον ελληνορουμάνο συγγραφέα Panait Istrati, με τον οποίο διέσχισε όλη τη Ρωσία, από την Τιφλίδα ως τη Σιβηρία. Η εμπειρία της Ρωσίας θα γεννήσει ταξιδιωτικές εντυπώσεις, ένα γαλλικό μυθιστόρημα (Toda Raba) κ.ά.

 

Την περίοδο 1932 - 35 πραγματοποίησε επισκέψεις στη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιαπωνία και την Κίνα και παρακολούθησε ως ανταποκριτής της εφημερίδας Καθημερινή τον εμφύλιο πόλεμο της Ισπανίας (1936). Το καλοκαίρι του 1939 μετέβη στην Αγγλία, όπου έζησε τους πρώτους χρόνους του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

 

Κατά τη γερμανο - ιταλική κατοχή έζησε σε απομόνωση στην Αίγινα, με μεγάλη στέρηση. Μετά την απελευθέρωση διετέλεσε για ένα μικρό διάστημα υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην Κυβέρνηση Σοφούλη. Το 1946 έφυγε για την Αγγλία και μετά εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου για μικρό διάστημα έγινε σύμβουλος λογοτεχνίας στην Unesco. Από το 1948 εγκαταστάθηκε στην πόλη Αntibes της Γαλλικής Ριβιέρας στη Νότια Γαλλία (αρχαία ελληνική Αντίπολη), για ν’ αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία. Το 1957 πήγε στην Κίνα μετά από πρόσκληση της κινεζικής κυβέρνησης. Τον ίδιο χρόνο, άρρωστος έφτασε στην Κοπεγχάγη και από εκεί στην πανεπιστημιακή κλινική του Φράιμπουργκ, όπου και πέθανε. Παντρεύτηκε δυο φορές, πρώτα με τη Γαλάτεια Αλεξίου (Καζαντζάκη) κι ύστερα με την Ελένη Σαμίου.

 

Ο Καζαντζάκης πρωτοεμφανίστηκε ως ποιητής το 1906 με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβαμή. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το δοκίμιο Η αρρώστια του αιώνος στο περιοδικό Πινακοθήκη και εξέδωσε το πεζογράφημα Όφις και κρίνο, το οποίο απέσυρε αργότερα. Το 1910 έγραψε την τραγωδία Ο Πρωτομάστορας, που είναι βασισμένο στο δημοτικό τραγούδι Το Γεφύρι της Άρτας και είναι επηρεασμένο από τη φιλοσοφία του Νίτσε.

 

Το 1915, μετά από την περιήγησή του στο Άγιο Όρος με τον Σικελιανό, έγραψε την τραγωδία Ο Χριστός και το 1922 άλλες δύο, Βούδας και Οδυσσέας, στις οποίες μπορεί κανείς να δει τους νέους του προβληματισμούς και τις ενδιάθετες μεταφυσικές του τάσεις που θα ακολουθήσει στο μεταγενέστερο έργο του. Η περίοδος που περνά στην μεταπολεμική Γερμανία (1922 – 1923) φαίνεται πως είναι αποφασιστική για τη μελλοντική διαμόρφωση της κοσμοθεωρίας του. Είναι τα χρόνια που γράφει την Ασκητική, ένα από τα σημαντικότερα έργα του και που στην πραγματικότητα είναι φιλοσοφική μελέτη, την οποία εξέδωσε το 1927 με τον τίτλο Salvatores Dei. Πρόκειται για ένα βιβλίο σύντομο, στις σελίδες του οποίου εκφράζεται η μεταφυσική πίστη του Καζαντζάκη. Ο ίδιος θεωρούσε την Ασκητική «σαν σπόρο απ’ όπου βλάστησε όλο το έργο του και ένα βιβλίο mystique, όπου διαγράφει τη μέθοδο ν’ ανεβεί η ψυχή από κύκλο σε κύκλο, ώσπου να φτάσει στην ανώτατη επαφή. Και οι κύκλοι αυτοί είναι πέντε: "Εγώ, Ανθρωπότητα, Γης, Σύμπαν, Θεός".

 

Την ίδια εποχή ο Καζαντζάκης επεξεργαζόταν ένα άλλο έργο του, την Οδύσσεια, την οποία και εξέδωσε το 1938. Η Οδύσσεια είναι ένα τεράστιο σε όγκο φιλοσοφικό ποίημα, που αποτελείται από 33,333 στίχους σε 24 ραψωδίες. Θεματικά αρχίζει από κει που τελειώνει η Οδύσσεια του Ομήρου, με τον ήρωά του να περιπλανιέται σε διάφορα μέρη και να έχει μια περιπετειώδη ζωή. Στην Οδύσσεια κατάφερε ο Καζαντζάκης να συμπυκνώσει δημιουργικά όλη την γνώση και την τεράστια πείρα της ζωής του και να συνοψίσει όλη η κοσμοθεωρία του και όλα τα γνωρίσματα του χαρακτήρα του. Στο έργο είναι διάχυτη η μεταφυσική αγωνία του συγγραφέα και φανερές οι επιδράσεις του Υπεράνθρωπου του Νίτσε.

 

Παράλληλα με την επεξεργασία της Οδύσσειας, ο Καζαντζάκης έγραψε και μια σειρά από ποιήματα με δαντική τερτσίνα για πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της δικής του προσωπικότητας: για τον Δάντη, τον Γκρέκο, τους γονείς του κ.ά. Τυπώθηκαν μετά το θάνατό του με τον τίτλο Τερτσίνες. Πριν τον πόλεμο είχε γράψει δύο τραγωδίες, τη Μέλισσα (1937) και τον Ιουλιανό (1939). Μετά τον πόλεμο, την εποχή της δημιουργίας των μυθιστορημάτων του, θα γράψει άλλη μια σειρά από δράματα: Προμηθέας, Καποδίστριας, Κούρος (ή Θησέας), Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Χριστόφορος Κολόμβος (1944 – 49). Το δράμα και γενικότερα το θέατρο είναι ένα λογοτεχνικό είδος όπου ο Καζαντζάκης εξωτερίκευσε με τον καλύτερο τρόπο τον εσωτερικό του κόσμο.

 

Την αποφασιστική όμως στροφή στη λογοτεχνική του παραγωγή την έκανε ο Καζαντζάκης προς το μυθιστόρημα, ένα είδος με το οποίο μέχρι τότε δεν είχε ασχοληθεί. Το πρώτο του μυθιστόρημα είναι ο Βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946). Στο έργο αυτό ο Καζαντζάκης μυθοποιεί ένα πραγματικό πρόσωπο από τη Μακεδονία, με τον οποίο συνεργάστηκε σε μια επιχείρηση μεταλλείων την περίοδο 1916 -17 στη Μάνη. Η δράση του έργου μετατίθεται στην Κρήτη και σε όλο το μυθιστόρημα κυριαρχεί, όπως σημειώνει ο Λίνος Πολίτης «η ξεχειλισμένη ζωτική ορμή του πρωτόγονου αυτού, μη κοινωνικού ανθρώπου, που ο στοχαστής και πολιτισμένος Καζαντζάκης τον βλέπει στην απέναντι όχθη και ζηλεύει». Ο Αλέξης Ζορμπάς είναι ίσως ένας από τους πιο αληθινούς μυθιστορηματικούς τύπους, όχι μόνο του Καζαντζάκη, αλλά και ολόκληρης της νεοελληνικής πεζογραφίας.

 

Τα μυθιστορήματα που ακολουθούν στη συνέχεια είναι πολλά. Το 1948 έγραψε το Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, το οποίο έκανε περισσότερο γνωστό τον συγγραφέα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ο μύθος του ξετυλίγεται σ’ ένα ελληνικό χωριό όπου αναπαριστάνονται θεατρικά τα πάθη του Χριστού, από τους ίδιους τους κατοίκους. Ο Μανολιός, που υποδύεται τον Χριστό, στο τέλος θα «ξανασταυρωθεί» επειδή βοηθάει τους φτωχούς και εξαθλιωμένους πρόσφυγες και υποστηρίζει το δίκιο. Η σύγκρουση ανάμεσα στον ήρωα και τους συγχωριανούς του θα πάρει δραματικές διαστάσεις που δίνονται από το συγγραφέα με ρεαλισμό.

 

Ο Καπετάν Μιχάλης (1950) είναι το τρίτο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη. Είναι εμπνευσμένο από τους αγώνες των Κρητικών για απελευθέρωση. Ο ήρωας του μυθιστορήματος είναι η προσωποποίηση του αγωνιζόμενου Κρητικού για ελευθερία. Τον επόμενο χρόνο έγραψε τον Τελευταίο πειρασμό (1950-51), που έχει ως βασικό θέμα του τον Χριστό και προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, κυρίως από το χώρο της Εκκλησίας. Ακολούθησε Ο φτωχούλης του Θεού (1952), που είναι μυθιστορηματική βιογραφία του αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, στην οποία ο Καζαντζάκης μεταφέρει τον αναγνώστη μακριά από την Ελλάδα.  Το 1954 έγραψε τις Αδελφοφάδες  (1963) που η υπόθεση τους διαδραματίζεται την περίοδο του εμφυλίου μετά την απελευθέρωση (1944 – 49). Το μυθιστόρημα αυτό και το επόμενο, Αναφορά στον Γκρέκο (1961) δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατό του.

 

Σε όλο του το έργο δύο είναι οι βασικοί τύποι ηρώων που καθορίζουν τόσο τη θεµατική του όσο και την ανάπτυξη των ιστοριών του: από τη µια ο ήρωας, ο υπεράνθρωπος, από την άλλη ο απλός, καθηµερινός άνθρωπος, ο λαός. Ο πρώτος ηγείται, ανοίγει δρόµους, θυσιάζεται για τις ιδέες του, ο άλλος, συνήθως ως συλλογικό υποκείµενο, ως χορός στις τραγωδίες του, ακολουθεί, διστάζει, µαταιώνει τα µεγάλα σχέδια από φόβο και αντίδραση. Στον πρώτο, ενυπάρχουν δύο φαινοµενικά αντίπαλες ροπές, που µάχονται απεγνωσµένα και ενσαρκώνονται µε δύο διαφορετικούς ήρωες: τον άνθρωπο της δράσης και τον ασκητή ή άγιο, χαρακτήρα όχι παθητικό αλλά, αντίθετα, αγωνιστή της πίστης του, στην προσπάθειά του να υποτάξει την ανθρώπινή του πλευρά. Συχνά οι δυο τους ενσαρκώνονται στο ίδιο πρόσωπο και η πάλη τους είναι οδυνηρή, ενώ το κυρίαρχο θέµα είναι η υπαρξιακή αγωνία και η αντιµετώπιση του θανάτου.

 

Το πεζογραφικό του έργο εμπνέεται από τα διδάγµατα των µεγάλων ρεαλιστών συγγραφέων του 19ου αιώνα. Παρά τα κάποια ελαττώµατά του (όπως είναι για τον σύγχρονο αναγνώστη η εξεζητηµένη γλώσσα και η πολύ φανερή υποστήριξη των ιδεών του), φανερώνει µεγάλη περιγραφική δύναµη, µε συναρπαστικές εικόνες και ωραία κίνηση του πλήθους, µαζί µε µερικούς ανεπανάληπτους ήρωες, όπως ο οµώνυµος διονυσιακός πρωταγωνιστής στο Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορµπά.

 

Η πολύπλευρη λογοτεχνική και πνευματική του προσφορά συμπληρώνεται με τις μεταφράσεις και τα ταξιδιωτικά του κείμενα. Τις πολλές εμπειρίες του από τα δεκάδες ταξίδια που πραγματοποίησε τις μετέπλασε δημιουργικά γράφοντας τις εντυπώσεις του. Με τον γενικό τίτλο Ταξιδεύοντας δημοσίευσε για πρώτη φορά τις εντυπώσεις του από ταξίδια στην Ισπανία, την Ιταλία, την Αίγυπτο και το Σινά, την Ιαπωνία και την Κίνα, την Αγγλία, την Ρωσία κ.α. Επίσης, μετέφρασε τα αριστουργήματα της παγκόσμιας φιλολογίας (Δάντης, Φάουστ, Όμηρος).