Σεφέρης Γιώργος
 
Βιογραφία
 

 

Ο Γιώργος Σεφέρης, φιλολογικό ψευδώνυμο του Γιώργου Σεφεριάδη, γεννήθηκε στη Σμύρνη, αλλά το 1914 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκός. Ο ποιητής στα δεκαοκτώ του χρόνια έφυγε για να σπουδάσει νομικά στο Παρίσι. Μετά τις σπουδές του ακολούθησε τη διπλωματική καριέρα, γι’ αυτό έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την Ελλάδα. Το 1926 ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως Ακόλουθος του Υπουργείου Εξωτερικών και αργότερα διορίστηκε υποπρόξενος και στη συνέχεια διευθύνων στο Ελληνικό Γενικό Προξενείο του Λονδίνου όπου και παρέμεινε μέχρι το 1934. Την περίοδο 1936 - 1938 υπηρέτησε ως πρόξενος στην Κορυτσά και στη συνέχεια μετατέθηκε στην Αθήνα ως προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Πληροφοριών. Με την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων το 1941 ακολούθησε την ελληνική κυβέρνηση στην Κρήτη, στη Νότιο Αφρική, στην Αίγυπτο και την Ιταλία έως το 1944.

 

Ο Σεφέρης είναι από τους σημαντικότερους ποιητές της Γενιάς του Τριάντα, και στα ελληνικά Γράμματα εμφανίστηκε το 1931 με τη συλλογή Στροφή. Αν και στα ποιήματα της συλλογής αυτής επιβιώνουν οι παραδοσιακοί στιχουργικοί τρόποι, όπως η ομοιοκαταληξία και το μέτρο, γίνεται φανερή μια διαφοροποίηση του ποιητή από την ποίηση  της γενιάς του 1920. Ακόμα διακρίνεται η επίδραση που δέχτηκε ο ποιητής από τον Πωλ Βαλερύ (Paul Valery 1871-1945), το Γάλλο ποιητή και κριτικό ο οποίος ήταν εκπρόσωπος της καθαρής ποίησης, η οποία αποτελεί προέκταση του συμβολισμού. Η πυκνότητα και η αμφισημία που, σύμφωνα με τους κριτικούς, δημιουργούν την εντύπωση μιας ποίησης «σκοτεινής και δύσκολης», χαρακτηρίζουν αυτά τα κείμενα και παράλληλα αποτέλεσαν ένα καινούριο στοιχείο για την ελληνική ποίηση εκείνη την εποχή.

 

Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκε και η επόμενη συλλογή με τον τίτλο Στέρνα (1932). Στα δύο αυτά ποιητικά του έργα ο Σεφέρης έδειχνε ότι είχε ήδη κατακτήσει τους παραδοσιακούς τρόπους και ήταν έτοιμος να περάσει στο επόμενο στάδιο, τον ελεύθερο στίχο.

 

Τα θέματα που τον απασχόλησαν στη συνέχεια στην ποιητική του δημιουργία είναι ήδη φανερά. Ένα από αυτά είναι ο έρωτας που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη ζωή του ανθρώπου. Ένα δεύτερο είναι η ελληνική ιστορική παράδοση που αποτελεί για το Σεφέρη βασικό στοιχείο της ελληνικότητας. Η αξιοποίηση των τοπικών παραδόσεων και του ιστορικού παρελθόντος ενός λαού αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά του κινήματος του μοντερνισμού, ο οποίος μέσα στο διεθνές και το κοσμοπολίτικο στοιχείο εντάσσει και το διαφορετικό, αυτό που περιλαμβάνουν οι τοπικές παραδόσεις των χωρών. Έτσι, με τη συλλογή Μυθιστόρημα, ο Σεφέρης το 1935 πέρασε στον ελεύθερο στίχο και ταυτόχρονα έδειξε να επηρεάζεται εντονότερα από τον μοντερνισμό και ειδικότερα από την ποίηση του Έλιοτ. Δεν είναι τυχαίο ότι την επόμενη χρονιά μετέφρασε στα ελληνικά την Έρημη χώρα του Βρετανού ποιητή. Από τη μουσική υποβλητικότητα της καθαρής ποίησης του Βαλερύ ο Σεφέρης στρέφεται στα αντιλυρικά στοιχεία του μοντερνισμού του Έλιοτ. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί στη νέα του συλλογή αντλούνται από το συνηθισμένο, καθημερινό λεξιλόγιο και το ύφος του θυμίζει έντονα τον προφορικό λόγο.

 

Ακολούθησαν οι συλλογές Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄ (1940) και τον ίδιο χρόνο το Τετράδιο Γυμνασμάτων, στο οποίο συγκεντρώνει ποιήματα που δεν είχε εντάξει στις προηγούμενες συλλογές. Ο απαισιόδοξος τόνος, η μελαγχολική διάθεση την οποία κάποιοι μελετητές ονόμασαν καημό και η συσχέτιση του μυθολογικού και ιστορικού παρελθόντος με το παρόν του Ελληνισμού παραμένουν τα σταθερά σημεία αναφοράς και στις επόμενες συλλογές. Ξεχωρίζει το Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄, όπου ο ποιητής εμπνέεται από την Κύπρο.

 

Για τον Γιώργο Σεφέρη σταθερή φροντίδα υπήρξε η σπουδή της γλώσσας. Οι Δοκιμές του (1944) είναι γεμάτες από αναφορές σε θέματα γλώσσας, ενώ οι μεταφράσεις του διακρίνονται για το σεβασμό στην αξία της γλώσσας και την αγάπη του σε αυτήν. «Για κοιτάξετε», γράφει το 1941 στις «Σημειώσεις για μια ομιλία σε παιδιά», «πόσο θαυμάσιο πράγμα είναι να λογαριάζει κανείς πως, από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε με την ίδια γλώσσα». Ο Σεφέρης μεταφράστηκε νωρίς και τα έργα του κυκλοφορούν από χρόνια σε όλες τις «μείζονες» γλώσσες του κόσμου.

 

Το 1947 τιμήθηκε με το Έπαθλο Παλαμά και το 1961 με το Βραβείο Foyle και είναι ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε το 1963 με το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Ανακηρύχτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ το 1960, της Θεσσαλονίκης το 1964, της Οξφόρδης το 1964, του Πρίνστον το 1965. Το 1969 κυκλοφόρησε εντός και εκτός Ελλάδος η διακήρυξή του κατά της δικτατορίας. Η κηδεία του στις 22 Σεπτεμβρίου 1971 στην Αθήνα μετατράπηκε στην πρώτη μαζική εκδήλωση κατά της δικτατορίας.