Εφταλιώτης Αργύρης
 
Βιογραφία
 
Ο Αργύρης Εφταλιώτης ( το πραγματικό του όνομα ήταν Κλεάνθης Μιχαηλίδης) γεννήθηκε στο Μόλυβο της Λέσβου το 1849 και πέθανε στη Γαλλία το 1923. Έκανε τις βασικές του σπουδές στο σχολείο του πατέρα του, ο οποίος ήταν εξαίρετος ρήτορας και δάσκαλος. Το 1866 ο πατέρας του πέθανε, οπότε τον διαδέχθηκε ο ίδιος ως δάσκαλος στο σχολείο. Λόγω των οικονομικών δυσχερειών που αντιμετώπιζε η οικογένειά του αναγκάστηκε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και να εργαστεί κοντά στον τραπεζίτη αδερφό της μητέρας του και κατόπιν στο Μάντσεστερ της Αγγλίας, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον Αλέξανδρο Πάλλη. Όταν το 1888 εκδόθηκε Το Ταξίδι μου του Ψυχάρη οι δύο φίλοι επηρεάστηκαν έντονα και εντάχτηκαν στον πυρήνα του δημοτικιστικού κινήματος. Ψυχάρης - Πάλλης - Εφταλιώτης αποτέλεσαν την εμπροσθοφυλακή του δημοτικισμού και συνέβαλαν με το έργο τους τα μέγιστα στην καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας. Παράλληλα υπήρξε ενεργό μέλος του ελληνικού φιλολογικού συλλόγου Λόγιος Ερμής του Μάντσεστερ, πραγματοποίησε ομιλίες, μελέτησε τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς, καθώς επίσης Άγγλους και Γάλλους λογοτέχνες και μπήκε σε λόγιους και λογοτεχνικούς κύκλους. Στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας ταξίδεψε σε διάφορες πόλεις της Αγγλίας και στη Βομβάη των Ινδιών με έξι ενδιάμεσες επισκέψεις στην Ελλάδα ως το τέλος της ζωής του. Η μακρόχρονη αυτή ξενιτιά υπήρξε και ο μόνιμος καημός και το συχνότερο θέμα στο έργο του Εφταλιώτη.

Η πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα έγινε το 1889 στον Α΄ Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό με τη συλλογή Τραγούδια ξενιτευμένου, το οποίο τιμήθηκε με έπαινο. Τα λυρικά ποιήματα αυτής της συλλογής είναι διαποτισμένα από την έντονη νοσταλγία της πατρικής γης και εμπνευσμένα από τη λαϊκή παράδοση. Τον επόμενο χρόνο πήρε ξανά μέρος στον ίδιο διαγωνισμό με τη συλλογή Αγάπης λόγια αλλά δε βραβεύτηκε, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση μεταξύ άλλων και του Παλαμά, ο οποίος απέδωσε την αδικία κατά του ποιητή στο ότι η γλώσσα του ήταν δημοτική. Η συλλογή είναι μια σειρά από σονέτα αφιερωμένα στη γυναίκα του και φανερά επηρεασμένα από τα σονέτα του Σαίξπηρ. Διακρίνονται για τον πλούσιο και πηγαίο λυρισμό τους και την καλλιεργημένη τους ποιητική γλώσσα. Ο Εφταλιώτης συνέχισε να γράφει ποιήματα, όχι όμως συστηματικά. Το ποιητικό έργο του βρίσκεται κυρίως συγκεντρωμένο στη συλλογή «Παλιοί σκοποί» (1909), όπου είναι ενσωματωμένα και τα «Τραγούδια του ξενιτευμένου». Μετά το θάνατό του δημοσιεύτηκαν το Τραγούδι της Ζωής, που πρωτοκυκλοφόρησε σε γαλλική μετάφραση από τον Μ. Βάλσα (1929) και τα σονέτα Αγάπης λόγια, τα οποία τύπωσε ο Γ. Βαλέτας.

Από το 1889 στράφηκε προς την πεζογραφία. Δημοσίευσε στην Εστία διηγήματα τα οποία εξέδωσε σε τόμο το 1894 με τον τίτλο Νησιώτικες ιστορίες. Είναι μικρές ιστορίες, μεγαλύτερα ή μικρότερα ηθογραφικά διηγήματα, γραμμένες σε γνήσια δημοτική, που περιγράφουν με τη νοσταλγία του ξενιτεμένου την ήρεμη ζωή των ανθρώπων του νησιού. Το δεύτερο έργο του, Οι Φυλλάδες του Γεροδήμου (1897), αν και απευθύνεται σε παιδιά, η διάρθρωση και το περιεχόμενό του το καθιστά πιο προσιτό στους μεγάλους. Οι Φυλλάδες αυτές προαναγγέλλουν κατά κάποιο τρόπο το επόμενο έργο του, την Ιστορία της Ρωμιοσύνης (1901), ένα βιβλίο που προσπαθεί να συνδυάσει την ιστορία με τη λογοτεχνία, αλλά με όχι και τόσο καλά αποτελέσματα. Στο ίδιο πνεύμα βρίσκεται και το κατοπινό του έργο Ιστορικά ξεγυμνώματα (1908).

Το 1900 εξέδωσε τη Μαζώχτρα και το Βουρκόλακα, το μοναδικό θεατρικό του έργο (εμπνευσμένο από το τραγούδι Του νεκρού αδελφού ). Στη Μαζώχτρα ο Εφταλιώτης επιχειρεί ένα πέρασμα από την απλή ηθογραφία στην ψυχογραφική διείσδυση. Έγραψε επίσης το μυθιστόρημα Ο Μανόλης ο Ντελμπεντέρης. Το 1914 ξεκίνησε να μεταφράζει την Οδύσσεια του Ομήρου, έργο που έμεινε ανολοκλήρωτο λόγω του θανάτου του.