Θεοτοκάς Γιώργος
Αργώ B'
 
 
Αργώ (β’ τόμος), Εκδόσεις Εστία, Σσ.9-78, Πρώτη Έκδοση Έργου:1936
 
 
Ι
Ο ΛΟΧΙΑΣ ΠΙΚΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΞΑΝΘΟ ΟΡΑΜΑ

Ο λοχίας Πικιός προχώρησε μερικά βήματα στην πλατεία των φυλακών Συγγρού και στάθηκε κοιτάζοντας το θλιβερό πανόραμα στο σεληνόφως.
- Κωμωδίες πράματα! είπε.
Από τη μια μεριά η πρόσοψη των φυλακών, φτωχική, τρισάθλια, βαριά και ανέκφραστη. Ολόγυρα τα αναιμικά δέντρα, μια - δυο παράγκες παλιοκαφενέδων και, πιο πέρα, τα χαμόσπιτα, άμορφα στιβαγμένα στις ανώμαλες, βραχώδεις εκτάσεις, ανάμεσα στον ηλεκτρικό σιδιρόδρομο και στο δρόμο του Πειραιά. Όλα βουβά, βυθισμένα σ’ έναν άγριο ύπνο μιζέριας και θανάτου, ασπρουλιάρικα μες στο σκοτάδι από την πυκνή σκόνη της γης και το ασημένιο φέγγος του ουρανού. Μακριά, προς του Χαροκόπου, ένας σκύλος έσκουζε απελπιστικά τους καημούς του, χωρίς καμμιάν απόκριση. Ο λοχίας Πικιός έφτυσε πλάγια και μακριά, από τη δεξιά άκρη των χειλιών κρατώντας το υπόλοιπο στόμα κλειστό, με μια κίνηση ανώτερης δεξιοτεχνίας,
-Όλα αυτά δεν έχουν νόημα, είπε. Ο κόσμος δεν έχει νόημα. Όλοι οι φιλόσοφοι είναι κουραμπιέδες και σαχλαμάρηδες. Γιατί δίνεις τη ζωή σου; Για το φιλότιμο, μαθές! Και τι είναι το φιλότιμο; σε ρωτώ. Φιλότιμο εστί...
Έφτυσε ξανά από το άλλο πλάι.
- Κωμωδίες πράματα! Φιλότιμο εστί ότι σκοτώνεις τη γυναίκα που αγαπάς - και κείνην που δεν αγαπάς - γιατί αν δεν τη σκοτώσεις ντρέπεσαι τον εαυτό σου. Το όποιον σημαίνει ότι όλα γίνουνται για να σε εχτιμήσει ο εαυτός σου.
Κατάλαβες; Κατάλαβα, να λες. θαύμαζε το λοιπόν, εαυτέ!
Είταν ένα ανθρωπάριο μελαψό και τεντωμένο, σαν από μέταλλο, με πυκνά, κατάμαυρα μαλλιά, λαδωμένα απάνω στο μέτωπο, και μεγάλα ρουφηγμένα μάτια, που λαμπίριζαν μες στο σκοτάδι. Όλο νεύρο και άδηλα πάθη. Είχε χώσει, για την περίσταση, ένα γαρύφαλλο ανάμεσα ατό δεξιό αυτί και στο πιλίκιο. Η στολή του είταν άψογη, ολοκάθαρη, φρεσκοσιδερωμένη, με γυαλιστερά κουμπιά. Τύπος λαϊκός γλεντζέ, που ξέρει να χορεύει ταγκό και να παίζει μαχαίρι, που δοκίμασε όλες τις ηδονές της Αθήνας και του Πειραιά και συνήθισε να τις περιφρονεί. Χάιδεψε αυτόματα το χέρι της ξιφολόγχης του.
Από τη μοναδική σκοπιά της πλατείας αντήχησε μια φωνή:
-Τις ει;
- Λοχίας της αλλαγής.
- Αλτ!
Ο φαντάρος της σκοπιάς προχώρησε μερικά βήματα με το τουφέκι μπροστά και αναγνώρισε τον ανώτερο του.
- Ο άλλος δεν περπατά, είπε ο λοχίας Πικιός.
Κοίταξαν προς τη σκοπιά που βρίσκεται στην οροφή των φυλακών. Ο κανονισμός επιβάλλει στο στρατιώτη αυτής της σκοπιάς να περπατά σ' έναν υπερώο διάδρομο, ώστε να επιθεωρεί συνεχώς την πλατεία. Μα πράγματι κανείς δεν περπατούσε στην οροφή.
- Θα τον έπιασε το κρύο και κάθεται μέσα, είπε ο φαντάρος της κάτω σκοπιάς.
- Ελπίζω να μην κοιμήθηκε, αποκρίθηκε ο λοχίας Πικιός.
Το βέβαιο είταν πως ο φαντάρος της απάνω σκοπιάς είχε αποκοιμηθεί κι’ ο λοχίας Πικιός το ήξερε καλά, αφού αυτός είχε φροντίσει να τον αποκοιμίσει, σαν τον είχε τοποθετήσει στη θέση του, ποτίζοντας του ένα ναρκωμένο ποτό. Ώστε μοναδικός φρουρός της πρόσοψης των φυλακών και της πλατείας έμεινε ο φαντάρος της κάτω σκοπιάς. Ο λοχίας της αλλαγής τον είχε διαλέξει από νωρίς όσο το δυνατό πιο απλοϊκό και ευκολόπιστο.
- Σπάει το κεφάλι μου, είπε σε λίγο ο Πικιός, κάνοντας τον άρρωστο. Πετάξου μια στιγμή, σε παρακαλώ, ως του Χαροκόπου, να μου πάρεις ασπιρίνη και τσιγάρα από κανένα κιόσκι. Άσε μου το όπλο να φυλάξω στη θέση σου.
Ο φαντάρος, όσο αφελής κι’ αν είταν, δίστασε να υπακούσει.
- Αν το μάθουν, κυρ λοχία...
- Δε θα πάθεις τίποτα. Εγώ σε στέλνω, εγώ έχω τις ευθύνες. Και κανείς δε θα το μάθει.
- Αν γίνει έφοδος;
-Εγώ είμαι η έφοδος.
Ο φαντάρος πείσθηκε κάποτε, πήρε τα χρήματα που του έδινε ο λοχίας και χάθηκε μες στο σκοτάδι. Λίγο αργότερα, γυρνώντας από του Χαροκόπου με τα ψώνια του, έπεσε σε ενέδρα κοντά ατή γέφυρα του ηλεκτρικού. Μια συντροφιά άγνωστοι τον κύκλωσαν ξαφνικά και, με την απειλή των περιστρόφων τους, τον ανάγκασαν να τους ακολουθήσει σ’ ένα ερημικό μέρος στα Πετράλωνα. Εκεί του έδεσαν το στόμα και τον κράτησαν κάπου μια ώρα, αφού τον έδειραν αρκετά γερά γιατί προσπάθησε να το σκάσει.
Όταν τον άφησαν ελεύθερο κ' έτρεξε στις φυλακές και βρήκε τη σκοπιά του εγκαταλελειμμένη, έδωσε το σύνθημα του συναγερμού. Είταν όμως αργά. Το παιχνίδι, πρωτόγονο άλλα καλά οργανωμένο, είχε επιτύχει. Στο παράθυρο ενός κελλιού του πρώτου πατώματος, στην πρόσοψη των φυλακών, ένα σίδερο είτανε λιμαρισμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί να περάσει ένα ανθρώπινο σώμα. Λουρίδες κουβέρτες, δεμένες η μια στην άλλη, είτανε κρεμασμένες σα σκοινί. Τρεις φυλακισμένοι, κομμουνιστές υπόδικοι για τις σκηνές του περασμένου Μαΐου, είχαν εξαφανιστεί. Ο ένας, ο αρχηγός ίσως του ομίλου, είταν ο Δαμιανός Φραντζής, φοιτητής της φιλοσοφίας από την Πόλη. Μαζί τους είχε εξαφανισθεί και ο λοχίας Πικιός, που τότες αποδείχτηκε ότι είτανε όργανο της κομμουνιστικής προπαγάνδας.
Η απλή αυτή κινηματογραφική περιπέτεια απασχόλησε αρκετές μέρες τον αθηναϊκό τύπο, που δημοσίεψε μεγάλες και υποθετικές περιγραφές της απόδρασης των κομμουνιστών και άφθονη ανεκδοτολογία, σχετική με το άτομο και τα κατορθώματα του λοχία. Η φωτογραφία του είτανε σ' όλες τις εφημερίδες μαζί με τη φωτογραφία του Φραντζή. Η αστυνομία τσακίστηκε προς όλες τις μεριές, μα δε βρήκε κανένα ίχνος των φυγάδων.
Περίπου μια εβδομάδα αργότερα, κατά τις δέκα το βράδι, ένα κλειστό αυτοκίνητο ανέβαινε τη Λεωφόρο Κηφισίας και την οδό Μεσογείων με τέσσερις σιωπηλούς επιβάτες, που είταν οι τρεις δραπέτες των φυλακών Συγγρού (ο ένας απ' αυτούς οδηγούσε) κι’ ο διάσημος πια λοχίας, που δε φορούσε βέβαια τη στολή του. Κανείς δεν τους ενόχλησε ως την παράγκα των φορατζήδων. Εκεί αναγκάστηκαν να σταματήσουν για να πληρώσουν τα διόδια.
- Άδικα με σέρνετε μαζί σας, ψιθύρισε ο λοχίας Πικιός, συνεχίζοντας προηγούμενες συζητήσεις. Εγώ πήρα την απόφαση μου και δε θα αλλάξω.
- Θα αλλάξεις όταν δεις τη θάλασσα, αποκρίθηκε ψιθυριστά ο Δαμιανός Φραντζής.
- Όχι!
Ο λοχίας είχε πάρει την απόφαση να μη φύγει από την Αθήνα και δεν εξηγούσε ακριβώς το γιατί. Ίσως να μην μπορούσε να το εξηγήσει πολύ καθαρά ούτε στον εαυτό του. Η απόφαση του όμως είταν οριστική. Τον είχανε χώσει στο αυτοκίνητο σχεδόν με τη βία.



Εκτενέστερο απόσπασμα του παραπάνω έργου θα είναι διαθέσιμο στις ιστοσελίδες του ΠΟΘΕΓ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της νομικής διαδικασίας εκχώρησης στο ΙΕΛ των σχετικών δικαιωμάτων χρήσης από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του συγκεκριμένου έργου.