Αθανασόπουλος Βαγγέλης, Το ποιητικό τοπίο του ελληνικού 19ου και 20ου αιώνα, Α΄ τόμος, Κάλβος – Σολωμός – Παλαμάς
 
Αθήνα 1998, Τρίτη έκδοση, Καστανιώτης. « Φως – Σώμα: Φως και υπερβατική πραγματικότητα στο ποιητικό τοπίο του Σολωμού», σσ. 199-201
 
 
 

Σκοπός αυτού του μελετήματος είναι να εξακριβώσει τη σημασία της παρεμβολής του φωτός στο ποιητικό τοπίο του Σολωμού και, ειδικότερα, να κάνει φανερές τις συνέπειες αυτής της παρεμβολής στη σχέση «Φύση – Άνθρωπος», σχέση που είναι δυνατό να θεωρηθεί ως ερμηνευτική μέθοδος της φύσης, απ’ τη μια μεριά, αλλά κυρίως ως όργανο αυτοσυνειδησίας και εξατομίκευσης του ποιητή, όργανο μέσω του οποίου διαπλάθεται και ένα αίσθημα υπερβατικής σωματικότητας που αποδίδεται ποιητικά με συγκρίσεις, παρομοιώσεις, επιθετικές και αναλογικές μεταφορές, και εικόνες του φωτός.

Ποιητικό τοπίο και μεταφυσική αρχή

Η σχέση «Φύση – Άνθρωπος» δεν είναι απλώς ένα θέμα κυρίαρχο στην ποίηση του Σολωμού, αλλά, επιπλέον, η μορφή που έχει αυτή η σχέση στον Σολωμό από γραμματολογική μεν άποψη καθορίζει τη συγκεκριμένη θέση του μέσα στο φάσμα του ευρωπαϊκού ρομαντισμού, αλλά και ως προς αυτό καθεαυτό το έργο του, η συγκεκριμένη μορφή αυτής της σχέσης κάνει φανερή μια μεταφυσική του Σολωμού, μια μεταφυσική που αποκαλύπτει τα μυστήρια τα σχετικά με την ποιητική τεχνική του – ή με την αδυναμία αυτής της τεχνικής του, μια και για πολλούς το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της είναι η αποσπασματικότητα∙ πρόκειται για μια μεταφυσική αρκετά σαφή, απλή και ολοκληρωμένη, που δεν νιώθει την ανάγκη μιας έμμεσης συμπλήρωσής της – σε μορφικό ή άλλο επίπεδο – μέσα από έργα ακεραιωμένα.

Η ανακάλυψη αυτής της σολωμικής μεταφυσικής οδηγεί στη θεώρηση του σολωμικού έργου όχι μέσα από την αποσπασματικότητα των επιμέρους έργων αλλά μέσα από την ολοκληρότητα της μεταφυσικής αρχής. Έτσι, απέναντι στην αποσπασματικότητα του έργου έρχεται να αντιπαραταχθεί η μεταφυσική του αυτοτέλεια και ολοκληρότητα. Ο προσφυέστερος τρόπος για την ανακάλυψη αυτής της μεταφυσικής αρχής που αποκαλύπτει την ακεραιότητα του έργου του είναι εκείνος της αναζήτησης των συστατικών στοιχείων των επιμέρους ποιητικών τοπίων του και της σύνθεσής τους σ’ ένα ολικό ποιητικό τοπίο του Σολωμού. Μ’ αυτό τον τρόπο αυτό το συνθεμένο από τον μελετητή ολικό ποιητικό τοπίο, αποκαλύπτοντας τη μεταφυσική αρχή που βρίσκεται πίσω από αυτό, δίνει και μια αισθητική – λογοτεχνική μορφή στην ακεραιωτική λειτουργία που επιτελεί αυτή η αρχή πάνω στο αποσπασματικό έργο του Σολωμού – εννοώντας πως με τις εικαστικές του ιδιότητες το ποιητικό τοπίο την αποδίδει μορφικά.

Αυτός ο συνδυασμός της μεταφυσικής αρχής με το ποιητικό τοπίο μας προϊδεάζει ως προς την ιδιαίτερη φύση του σολωμικού ποιητικού τοπίου∙ πράγματι, δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη περίπτωση ποιητικού τοπίου, με την έννοια δηλαδή ότι συνιστά και αποτελεί έναν ποιητικό κόσμο που οι λογοτέχνες χρησιμοποιούν ως περιβάλλον ή φόντο της πλοκής ή, γενικότερα, της δράσης του έργου τους. Ακόμη και τα κριτήρια αυτοδυναμίας, που γενικά ισχύουν για το ποιητικό τοπίο, δεν ισχύουν στην περίπτωση του Σολωμού: έτσι, η εσωτερική αυτάρκεια και η αυτοδυναμία του ποιητικού τοπίου σε σχέση με την εξωτερική, αντικειμενική πραγματικότητα δεν μπορούν να λειτουργήσουν ως απόλυτα κριτήρια του σολωμικού ποιητικού τοπίου, μια και αυτό δεν αποτελεί ένα φόντο, ένα πλαίσιο ή σκηνικό των θεμάτων της ποίησής του, αλλά μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αυτό το ίδιο το ποιητικό τοπίο είναι θέμα της ποίησής του: το ποιητικό τοπίο δεν λειτουργεί ως σκηνικό αλλά ως η αποκάλυψη των τόπων της ύπαρξης, των τόπων εκείνων όπου ανοίγεται ο δυνατός χώρος όπου συντελείται η μυστική βίωση του κόσμου, η βίωση δηλαδή εκείνη που ξεπερνά τα όρια της προσωπικής μας ύπαρξης, λειτουργώντας έτσι αυθυπερβατικά. Όργανο, σύμβολο και φορέας αυτής της υπερβατικής λειτουργίας μες στο ποιητικό τοπίο του Σολωμού είναι το φως.