«Από τότε που πρωτοεμφανίστηκαν οι ωδές του Κάλβου, η γλώσσα τους προσελκύει το ενδιαφέρον των ειδικών, λόγω κυρίως της πρωτότυπης και σπάνιας ανάμειξης των λόγιων και δημοτικών στοιχείων. […] Πρόκειται πράγματι για μια γλώσσα που δεν είναι απλώς η καθαρεύουσα των διανοουμένων του 19ου αιώνα, αλλά ξαφνιάζει τον αναγνώστη με τον πλούτο των διαφορετικών μορφών, με εξεζητημένες λέξεις (π.χ. αυτάγγελτος, βραχυχρόνιος, πολυβότανος κτλ), όσο και καθημερινές (π.χ. σύγνεφο, πέφτω, κτλ.). Τέτοια ποικιλία, παρόλο που είναι ιδιαίτερα φανερή και ενδιαφέρουσα στο λεξιλόγιο, γίνεται αισθητή και στη μορφολογία, στη σύνταξη και τη φωνητική. Υπάρχουν μάλιστα νοθευμένοι τύποι, όπως «σφραγίδιον», «υπεργλυκυτάτη», «ρίχνουσι», «εκαταφρόνεις» που μπορεί κανείς να τους δικαιολογήσει εν μέρει στο γεγονός ότι έζησε πολλά χρόνια στο εξωτερικό και επομένως του έλειπε το αίσθημα της ζωντανής γλώσσας»