Πορφύρας Λάμπρος
«Διαβάτης», Σκιές
 
Γλώσσα δημοτική.
 
Τα Ποιήματα (1894-1932), Εκδόσεις Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 1993, Σσ.137-138, Πρώτη Έκδοση Έργου:1920
 
 
Δεν το ξεχνώ το θλιβερό δρομάκι προς το βράδυ,
που η βρύση του νανούριζε τη σιωπηλή ζωή,
κι απ’ τον κισσό που εσκάλωνε στο σκοτεινό ρημάδι
το πλημμυρούσε των στρουθιών η μουσική πνοή.

Άλλο δεν ξέρω ν’ αγαπώ, μες στις πλατιές τις ρούγες,
παρά τις γλάστρες τ’ ανοιχτού στο φως παραθυριού,
τις στέγες που χιονίζουνε περιστεριών φτερούγες
κι ό,τι μου λέει το σήμαντρο παλιού καμπαναριού.

Στο μονοπάτι ώρα καλή, που την πρασινισμένη
πλαγιά του λόφου ετύλιγε κι ανέβαινε τερπνό,
τόσ’ όμορφο, τόσο καλό, θαρρούσες πώς πηγαίνει
την Άνοιξη με τ’ άνθη του ψηλά στον ουρανό.

Κι αντί να πάη στον ουρανό, το παραστρατισμένο,
μας ετραβούσε λιόχαρο μέσα στη σιγαλιά,
μας έσερνε στο τέλος του, φτωχό κι ευτυχισμένο,
κάτω από μιαν ολόανθη λευκήν αμυγδαλιά.



Εκτενέστερο απόσπασμα του παραπάνω έργου θα είναι διαθέσιμο στις ιστοσελίδες του ΠΟΘΕΓ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της νομικής διαδικασίας εκχώρησης στο ΙΕΛ των σχετικών δικαιωμάτων χρήσης από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του συγκεκριμένου έργου.