Θρύλος Άλκης, «Αντρέας Καρκαβίτσας»
 
15 Απριλίου 1934
 
Μορφές της ελληνικής πεζογραφίας. Και μερικές άλλες μορφές, Εκδόσεις Δίφρος, Αθήνα 1962, Σσ.34,35,38
 
 
«Ο Καρκαβίτσας, για την αντίληψή μου, δεν αδικήθηκε από την εποχή του, δεν είναι θύμα του περιβάλλοντός του, όπως άλλοι, περίπου σύγχρονοι του συγγραφείς [...). Ο Καρκαβίτσας, τουναντίον, αναδείχτηκε από την εποχή του. Το χαμηλότατο επίπεδό της επέτρεψε να ξεχωρίσουν και συγγραφείς απλά ευσυνείδητοι, προπάντων όταν υπηρετούσαν το δημοτικιστικό αγώνα που παραμένει η μεγαλύτερη τιμή της. Ο Καρκαβίτσας, πιστεύω ότι οφείλει αποκλειστικά στην εποχή του και στο περιβάλλον του, του οποίου τις τάσεις εξέφρασε χωρίς καθόλου να τις ξεπεράσει ή να τις δώσει ανάταση, το ότι οπωσδήποτε υπάρχει σαν συγγραφέας, και μπορεί κάπως να ενδιαφέρει, φυσικά μόνον όσους ασχολούνται με όλες τις εκδηλώσεις μιας ανεξέλικτης ακόμα λογοτεχνίας. Σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή, θα περνούσε απαρατήρητος, και είναι μάλιστα πιθανόν ότι δεν θα μπορούσε καν να γράψει, αν είταν υποχρεωμένος να συλλάβει και να αναπτύξει θέματα πολυπλοκότερα από τα εύκολα ηθογραφικά, τα οποία όχι μόνο ανεχότανε, αλλ' επιζητούσε και ήθελε η νοοτροπία των περισσότερων πρώτων δημοτικιστών.
[...] Κανένα σχεδόν διήγημά του δεν προκαλεί γόνιμή του συνέχεια μέσα στην ψυχή του αναγνώστη, κανένα σχεδόν διήγημά του δεν έχει προέκταση. Κανένα διήγημά του δεν παρουσιάζει ανθρώπους ολοκληρωμένους. Ο Καρκαβίτσας δεν κατανοούσε τους ανθρώπους· δεν είχε τη δύναμη να εισδύσει μέσα στο εσωτερικό εγώ· ποτέ δεν υποπτεύθηκε ότι ο άνθρωπος, ακόμα και κείνος που θεωρείται απλός, είναι καταπληκτικά πολυσύνθετος, ποτέ δεν διανοήθηκε ότι ο συγγραφέας έχει την υποχρέωση ν' αναλύει, να ψυχολογεί, να συνειδητοποιεί τ' ασυνείδητα. Δεν διέπλασε κανένα χαρακτήρα. Όλα τα πρόσωπα που παρουσιάζει είναι μονοκόμματα, ρηχά και συμβατικά.
Ο αναγνώστης των βιβλίων του κουράζεται ακόμα κι από την έλλειψη κάθε μπρίου, κάθε humour, κάθε ευθυμίας, κάθε απρόοπτου. Ο Καρκαβίτσας σχεδόν ποτέ δεν χαμογελά.»