Ζώρας Γεώργιος, Ο Ελληνικός Ρομαντισμός και οι Φαναριώται
 
Αθήνα 1975, σσ. 157 – 161
 
 
 

                Ο «Περιπλανώμενος» του Αλ. Σούτσου και ο «Οδοιπόρος» του Παν. Σούτσου είναι τα γνωστότερα ποιήματα του παρελθόντος αιώνος και τα χαραητηριστικώτερα έργα της Ρομαντικής Σχολής των Αθηνών, όχι διότι από αισθητικής απόψεως είναι καλλιτεχνήματα, αλλά διότι αντιπροσωπεύουν τας περί τέχνης αντιλήψεις των Ρομαντικών ποιητών και τους πόθους των δια την πραγματοποίησιν της Μεγάλης Ιδέας, αποτελούντα συγχρόνως το κάτοπτρον των ελαττωμάτων της ρομαντικής ποιήσεως.

                Ο «Περιπλανώμενος» αποτελείται εκ τεσσάρων ασμάτων∙ τα τρία πρώτα έγραψεν ο Σούτσος εις μίαν των αλλεπαλλήλων εξοριών του κατά την διάρκειαν της περιηγήσεώς του εις την Ευρώπην, εδημοσίευσε δε το 1839, άμα τη επανόδω του εις την Ελλάδα∙ το τέταρτον άσμα ετύπωσε τω 1852, ανεδημοσίευσε δ’ όλον το έργον τω 1858 με τίνας μεταβολάς και προσθήκας κατά του Όθωνος, συνεπεία των οποίων και εφυλακίσθη επί ένδεκα μήνας. Ο «Περιπλανώμενος» δύναται να θεωρηθή ως μία συνθετική ιστορική εργασία εις το ποίημα αυτό ο Σούτσος περιγράφει την ιστορίαν της Ελλάδος από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της εποχές του, δεικνύων ποια ήτο και πως κατήντησε, αναφέρων τα αίτια της κακοδαιμονίας και παρέχων συμβούλας δια το μέλλον· Βασικώς αντιθέτει τας αρχαίας μορφάς του ελληνικού πολιτισμού προς τους νέους Έλληνας και συγκρίνει τους ενδοξότερους σταθμούς της ελληνικής ιστορίας, αναφέρων παραλλήλως και τας ιδικάς του γνώμας επί των σημαντικότερων προβλημάτων της εποχής του, επί της θρησκείας, της ελευθερίας, του μέλλοντος της χώρας, της τέχνης κλπ. Πάντα ταύτα, αποτελούντα την βασικήν ιδέαν του ποιήματος, ο Σούτσος εκθέτει, κατά την συνήθειαν της εποχής, εν τη αναπτύξει μιας υποτυπώδους υποθέσεως, η οποία εν ολίγοις έχει ως εξής:

 

                Άσμα Α. Νεαρός Έλλην, σπουδάζων εν Ιταλία τας Καλάς Τέχνας, συνήντησε και ήγάπησε την Αγλαΐαν, η οποία είχε καταφύγει εκεί μετά της οικογενείας της εκ του Βυζαντίου μετά την επανάστασιν του Υψηλάντου αλλά συντόμως απεχωρίσθη αυτήν δια να λάβη μέρος εις τον απελευθερωτικών αγώνα. Μετά πολλά έτη, ενώ πλέον εις την Ελλάδα εβασίλευεν ο «Όθων, ο Έλλην, πληροφορηθείς ότι η αγαπημένη του ζη ακόμη εις την Ιταλίαν και εξακολουθεί να μένη πιστή εις αυτών, ρίπτεται εις περιπλάνησιν προς αναζήτησιν αυτής. Αναχωρών εκ της Ελλάδος, απευθύνει ύμνον προς την πατρίδα, εξαίρων το αρχαίον ελληνικών μεγαλείον:

 

Χώρα μεγαλοφυΐας… Εις τους κόλπους σου το πάλαι,

ω πατρίς μου, αι ιδέαι ανεβλάστανον μεγάλαι

και τυραννοκτόνον ξίφος κρύπτοντες εις τας μυρσίνας

οι Αρμόδιοι ανώρθουν ισονόμους τας Αθήνας.

«Άλλοτε θεοί επάτουν τα εδάφη σου και θείαν

έως σήμερον η γη σου αναδίδει ευωδίαν

και η αύρα του ζεφύρου

ψιθυρίζει την αρχαίαν μελωδίαν του Ομήρου

 

και παρουσιάζων ως σύμβολα της ελληνικές μεγαλοφυΐας και δυνάμεως δια μεν την αρχαιότητα τον Μέγαν Αλέξανδρον, δια δε την σύγχρονον εποχήν τον Μεγαν Ναπολέοντα, τον οποίον ο Σούτσος είχε κάποτε θεώρησει, ως και πολλοί προγενέστεροι και σύγχρονοί του, Έλληνα καταγόμενον μάλιστα εκ Μάνης, τούθ' όπερ εδηλούτο και εξ αυτού του ονόματός του (Βοναπάρτης ο προερχόμενος εκ του χωρίου Καλή Μεριά της Μάνης) και είχεν ελπίσει εις την δια της βοηθείας του απελευθέρωσιν της Ελλάδος:

 

Δυο έφερε, μοχθούσα, γίγαντας της γης η σφαίρα,

και των δύο οι αιώνες σε κηρύττουσι μητέρα.

Στρατηλάτης των Ελλήνων, εκδικών τον Μαραθώνα,

ο Αλέξανδρος εισήλθε νικητής εις Βαβυλώνα.

Διετήρει αίματός σου εις τας φλέβας του ρανίδα

ο Κορσικανός, ο έχων τον Ταΰγετον πατρίδα,

και εις μίαν μόνην ώραν

την γην παίξας, την γην χάσας εις του Βατερλώ την χώραν·

 

                Oι δύο τελευταίοι στίβοι είναι τόσον επιγραμματικοί, ώστε δικαιολογείται διότι αυτοί είναι οι γνωστότεροι εξ όλης της ποιητικής παραγωγής του Αλ. Σούτσου. Όταν αι αυταπάται περί της εκ μέλους του Ναπολέοντος βοηθείας διελύθησαν, ο Σούτσος, ως και οι λοιποί πιστεύσαντες εις αυτόν, κατέκρινε δριμύτατα την συμπεριφοράν του∙ ούτως ενώ αποκαλεί τον Αλέξανδρον πιστόν τέκνον της Ελλάδος, διότι ούτος επεξέτεινε την δόξαν αυτής πέραν του Ινδού και του Γάγγου, παρουσιάζει τον Ναπολέοντα τέκνον άπιστον, διότι εμίσησε την πατρίδα του και συνήψε φιλίαν προς τους Τούρκους, δικαίως δια τούτο τιμωρηθείς εις Αγίαν Ελένην. Ενθυμείται εν συνεχεία ο Περιπλανώμενος την μακράν δουλείαν και τον απελευθερωτικόν αγώνα της Ελλάδος, δια να κατάληξη εις τον Καποδίστριαν και τον Όθωνα, τους οποίους θεωρεί αναξίους κυβερνήτας. Φθάσας εις την Ιταλίαν, πληροφορείται εκ γράμματος σταλέντος υπό της τροφού της Αγλαΐας, ότι ο πατήρ της εμνήστευσεν αυτήν δια της βίας μετά τινός πλουσίου Ρωμαίου και, επειδή ο Πάπας απηγόρευσε τον γάμον μετά Χριστιανής ορθοδόξου Ελληνίδος, αύτη εγκατέλειψε μετά της οικογενείας της την Ιταλίαν. Καταλυπημένος ο Περιπλανώμενος επισκέπτεσαι διάφορους περιοχάς της Ιταλίας δια να παρηγορηθή, άλλ'ο πόνος του μένει αθεράπευτος. Μόνον όταν στρέφεται προς την θρησκείας, ευρίσκει κάποιαν ανακούφισιν. Ούτως ο Σούτσος ευρίσκει αφορμήν να έκθεση τας ιδικάς του θρησκευτικάς πεποιθήσεις, πραττεί όμως τούτο κατά τρόπον ψυχρόν και δογματικόν:

 

Ω σωτήριον και μέγα δόγμα της αθανασίας!

Μας παρηγορείς εις μόνην απλήν θέαν εκκλησίας.

Το κωδωνοστάσιον της ως φανός ανυψωμένος

φέγγει από τ'ουρανίου και του μακρινού λιμένος.

Ανεμόστροφοι εν μέσω των κλυδωνισμών και σάλων,

κυματόπληκτοι εν μέσω των σκοπέλων και ύφαλων,

την λαβήν του πηδαλίου

σφίγγομεν εις την παλάμην και μακράν του παραλίου.

 

-----

 

Αθλιέστατος ουδείς τις του αθέου και απίστου.

Εις την φθειρομένην ύλην προσηλούται η ελπίς του

Μόνος ευτυχής ο μίαν θείαν Πρόνοιαν λατρεύων

και την ουρανίαν χάριν εις την γην αυτήν θηρεύων.

ζη εν μέσω ασφαλείας υπό του Θεού την χείρα,

προσευχόμενος δροσίζει της ψυχής του τον κρατήρα,

και εις τας βουλάς του πλάστου

υποτάσσεται καθ'όλας καρτερός τας συμφοράς του.

 

                Πληροφορηθείς ο Περιπλανώμενος ότι η Αγλαΐα μετέβη εις Γαλλίαν δια να υπανδρευθή εκεί τον Ρωμαίον,  «εις τας πτέρυγας αμάξης ωκυπτέρου αναβαίνει» και σπεύδει να την συνάντηση.

 

                Άσμα Β. Ο Περιπλανώμενος , αφιχθείς εις την   Γαλλίαν, της οποίας τα διασημότερα τέκνα (Ρουσσώ, Βολταίρος κλπ.) ύμνησαν την ελευθερίαν, ενθυμείται όλους τους ένδοξους ελληνικούς αγώνας υπέρ της ελευθερίας (Μαραθώνα, Θερμοπύλας, Βυζαντινήν εποποιίαν, Επανάστασιν) και πλήρης πικρίας αντιθέ­τει το παρελθόν προς την σύγχρονον κατάστασιν της Ελλάδος, η οποία υποφέρει υπό τον Βαυαρικόν ζυγόν και παρασύρεται   υπό των λαοπλάνων διπλωματών εις άτοπους ενεργείας. «Όταν επί τέλους συνήντησε την Αγλαΐαν, αύτη έχουσα παραφρονήσει εκ της λύπης της, διότι ο πατήρ της της είπεν ότι ο εραστής της την είχε προδώσει, δεν αναγνωρίζει τον Περιπλανώμενον. Τότε αποφασίζουν να ταξιδεύσουν όλοι μαζί εις την Ελλάδα και τους Αγίους Τόπους, μήπως ίσως η κόρη θεραπευθή.

 

                Άσμα Γ. Ταξιδεύοντες ο Περιπλανώμενος και η Αγλαΐα μετά της μητρός της επισκέπτονται τας νήσους του Αίγα ίου , το Άργος, την Κορινθίαν, την Ναυπλίαν, μέρη τα οποία τους ενθυμίζουν τα κατορθώματα των προγόνων, μεταβαίνουν εις Αίγυπτον και τέλος φθάνουν εις τους Αγίους Τόπους, όπου η Αγλαΐα θεραπευθείσα φεύγει κρυφίως αποφασισμένη να γίνη νύμφη του Χριστού. Θρηνών ο Περιπλανώμενος ρίπτεται εις αναζήτησίν της, αλλ' όταν επί τέλους την ευρίσκει, αυτή τον παρακαλεί να φύγη διότι προαισθάνεται σύντομον τον θάνατον της. Περίλυπος την υπακούει και δια να την λησμονήση περιηγείται τας χώρας της Ανατολής. Εις την Αβυσσινίαν συναντά Έλληνα ασκητήν, ο οποίος, εγκαταλείψας την Ελλάδα εξ αιτίας των Βαυαρών, του περιγράφει με τα μελανώτερα χρώματα την νέαν δουλείαν της πα­τρίδος.

 

                Άσμα Δ. Περιπλανώμενος επιστρέφει μετά του ασκητού φίλου του εις τας Αθήνας. Πού όμως είναι οι ήρωες της Επαναστάσεως; Πού είναι η ελευθερία, δια την οποίαν τόσον ηγωνίσθη η γενεά του Εικοσιένα; Ουδέν εξ όσων ωνειρεύθησαν οι υπέρ ελευθερίας θυσιασθέντες έχει πραγματοποιηθή. Εις το άσμα αυτό ο Σούτσος είναι δριμύτατος∙ εκθέτει αφόβως τας περί ε­λευθερίας απόψεις του, κατακρίνει εντόνως την εξωτερικήν έ­ναντι της Ελλάδος πολιτικήν και διακηρύσσει απεριφράστως, ότι η Ελλάς τότε μόνον θα επανεύρη το αρχαίον μεγαλείον της, εάν τα τέκνα της ομονοήσουν και εκδιώξουν τους ξένους ηγεμόνας, τον Όθωνα και τους περί αυτόν Βαυαρούς. Πλήρως απογοητευμένος ο Περιπλανώμενος αυτοκτονεί με το όραμα της Αγλαΐας προ των οφθαλμών του. Ο φίλος του τον θάπτει εις τον ναόν των Ασωμάτων, όπου ευρίσκετο και ο τάφος ενός εκ των πολλών αδικηθέντων, του Οδυσσέως Ανδρούτσου.