Θέμελης Γιώργος, «Νίκος Γκάτσος»
 
 
Η νεώτερη ποίησή μας, Εκδόσεις Φέξη, Αθήνα 1963, Σσ.76-77
 
 
Ο ‘ΜΠΟΛΙΒΑΡ’ του Εγγονόπουλου μας δίνει το όραμα μιας τιτανικής απελευθερωτικής δύναμης, που θ’ αλλάξει τον κόσμο. Η «Ενδοχώρα» του Εμπειρίκου μας στρέφει προς την προσδοκία μιας πανερωτικής ρόδινης άνοιξης.
Τι μας δίνει η «Αμοργός» του Γκάτσου ή τι μας υπόσχεται; Είναι η πιστοποίηση μιας ταυτότητας, θάλεγα· της ταυτότητας του ποιητή. Μια ψυχή θρεμμένη μέσα της με αποθέματα ελληνικού- νεοελληνικού χρόνου, συσσωρευμένα στην ουσία του Δημοτικού Τραγουδιού, βρήκε έξαφνα, μέσα σε μια νύχτα, τον τρόπο ·να εκφραστεί μέσα σ' ένα ποίημα αυθόρμητης γένεσης. Αυτή η σύντομη ιστορία του έργου ορίζει την ποιότητα και την αξία του. Μια ψυχή άνοιξε μέσα της και γνώρισε τον εαυτό της, επόπτευσε τα κειμήλια της, ένας αυτοαγνοούμενος απόκτησε αυτογνωσία, κ’ έδωσε παρόν στον εαυτό του και στους άλλους.
Ποια είναι τα φυσιογνωμικά της γνωρίσματα; Ότι είναι ντυμένη με το κοινό για όλους μας λίγο - πολύ λαϊκό νεοελληνικό ή φυλετικό ψυχολογικό υπόστρωμα, με αέρα καύχησης και λεβεντιάς, όπως τον αποπνέει ο ρυθμός των στίχων και η συσσώρευση από βαθύτερες φυλετικές μνήμες, αντλημένες από όλα τα σημεία του ελληνικού χρόνου, μέσα σε μια, προσωπικής εδώ υφής, συγκεντρωτική συνισταμένη,— που σχεδόν, θάλεγα, θυσιάζει την έκτακτη ατομική εξαίρεση της, ως φωνή, στην κοινή βαθύτερη φωνή, που ενυπάρχει λίγο - πολύ σε κάθε ελληνική ψυχή. Κυριαρχεί, θέλω να πω, η Κοινή Νεοελληνική ψυχή επάνω στην ιδιαίτερη απόχρωση της ατομικής ψυχής του ποιητή, ο δημοτικισμός... της δημοτικής ομιλίας και των λαϊκών τραγουδιών.