Παναγιωτόπουλος Ι. Μ, Τα πρόσωπα και τα κείμενα Β΄. Ανήσυχα χρόνια
 
 
Τα πρόσωπα και τα κείμενα Β΄. Ανήσυχα χρόνια, Εκδόσεις Οι εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 1980
 
 
«[...] Όλα τούτα δεν είναι, παρά δημοκοπικές φλυαρίες. Η ζωή γίνεται στο σπίτι και στο πεζοδρόμιο, στο χωράφι και στο καράβι, δε γίνεται αμετουσίωτη στο βιβλίο. Αν ήθελε ο συγγραφέας αυτός να κάνει μονάχα ζωή, θα 'πρεπε, βέβαια, να γίνει, ξωμάχος, σκαφτιάς κι οργοτόμος, να γίνει χαλκιάς ή πραματευτής, να δουλέψει με τον τρόπο τούτο ή τον οποιοδήποτε άλλο που δουλεύουν οι καθημερινοί άνθρωποι. Μα και τότε θα καταλάβαινε, πως μήτε σκαφτιάς μπορείς να γίνεις, μήτε χαλκιάς, μήτε μαραγκός, μήτε τίποτα, χωρίς να κατέχεις το νόμο της δουλειάς και χωρίς ολοένα με την άσκηση και με τη γνώση να προσπαθείς να προκόψεις στο δρόμο που διάλεξες. Και πως, πολύ περισσότερο, μήτε βιβλίο θα μπορέσεις να γράψεις, αν δεν καταχτήσεις το νόημα και το νόμο της τέχνης. Να μην κάνεις την τέχνη μόνο για την τέχνη, σωστό. Μα να μη συνταιριάζεις το αποταμίευμα της ζωής με τον κανόνα της έκφρασης είναι περίπου ακατανόητο, γιατί τούτο δε σημαίνει στο βάθος τίποτε άλλο παρά το πως δεν έχεις καμιά υπόληψη στον τρόπο που προτίμησες, για να εκφράσεις τον εαυτό σου, και πως θέλεις να κάμεις τον πραματευτή, χωρίς μήτε τον πήχη να ξέρεις να πιάσεις στα χέρια σου. Είμαι, λοιπόν ολότελ' αντίθετος σε όσα δογματίζει ο Λουντέμης, προσπαθώντας ψυχόρμητα να δικαιολογήσει την έλλειψή του μ' ένα κοσμοθεωρητικό ή, τουλάχιστο, αισθητικό κατασκεύασμα της στιγμής και της ανάγκης, που δε θα χρειαζόταν μήτε να το συζητήσει κανείς, αν δεν υπήρχε η πρόβλεψη, πως τέτοιες και ανάλογες ανεμυαλιές θα μπορούσαν να πάρουν στο λαιμό τους τους αρχάριους, που βιάζονται όπως όπως να βολευτούν με τη δόξα.[...]»