Beaton Roderick, Εισαγωγή στη νεότερη λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία 1821-1992
 
μετφ. Ευαγγελία Ζούργου- Μαριάννα Σπανάκη, Αθήνα 1996, Νεφέλη, σσ. 303-304
 
 
 
Σε αντίθεση με τις περισσότερες πολεμικές 'μαρτυρίες' που κυκλοφόρησαν στα τέλη της δεκαετίας του '40 και σε όλη την επόμενη, η τριλογία του Τσίρκα, όπως και άλλα έργα της δεκαετίας του 1960 που πραγματεύονταν το ίδιο θέμα με πιο πολύπλοκες αφηγηματικές τεχνικές, αντικρίζει τα πράγματα από την οπτική γωνία της Αριστεράς. Ο τίτλος Ακυβέρνητες πολιτείες παραπέμπει σε ένα ποίημα του Σεφέρη, που συνέθεσε ο ποιητής όταν βρισκόταν στη Μέση Ανατολή, εξόριστος μαζί με την ελληνική κυβέρνηση. Καθένα από τα τρία μυθιστορήματα εκτυλίσσεται σε διαφορετική πόλη (Ιερουσαλήμ, Κάιρο και Αλεξάνδρεια) κατά τη διάρκεια του πολέμου (η υπόθεση καλύπτει την περί οδό 1942-1944). Κεντρικός ήρωας της τριλογίας είναι ο Μάνος Σιμωνίδης, ένας τύπος μαρξιστή Άμλετ, με ευγενικά αισθήματα και ερευνητικό πνεύμα, στοιχεία που δυναμιτίζουν την κομματική του ένταξη και πειθαρχία. Στο κοσμοπολίτικο χωνευτήρι της Μέσης Ανατολής, στα χρόνια από το 1942 ως το 1944, η πίστη του Μάνου Σιμωνίδη στα ιδανικά του δοκιμάζεται σκληρά. Ανάμεσα στην αδιαλλαξία και το δογματισμό του κομματικού αφεντικού του, που γνωρίζεται μόνο ως «τ' Ανθρωπάκι», και στη γοητεία που του προκαλούν οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι που έτυχε να συναναστραφεί, των οποίων όμως σιχαίνεται τη ματαιότητα, ο Μάνος πολεμάει να χαράξει ένα δύσκολο δρόμο δικό του.
Τα τρία βιβλία ανήκουν στην αστική μυθιστοριογραφία: αποδίδουν την εποχή και τον τόπο πανοραμικά και έχουν τόσο μεγάλο πλήθος προσώπων, που δύσκολα ανευρίσκεται παρόμοιος στην ελληνική πεζογραφία μετά την Αργώ του Θεοτοκά. Δεν ξεχωρίζουν όμως μόνο για την έκτασή τους. Τα μυθιστορήματα της τριλογίας εφαρμόζουν και δυο άλλους νεοτερισμούς, που αφορούν στο χειρισμό της οπτικής γωνίας και τη χρήση του μυθιστορηματικού χρόνου. Σε κάθε μέρος της τριλογίας, η οπτική γωνία διαιρείται ανάμεσα σε τρία πρόσωπα. Ο Μάνος, που λειτουργεί ως το εστιακό σημείο στο οποίο συγκλίνουν και οι τρεις, αφηγείται πάντα τη δική του ιστορία σε πρώτο πρόσωπο. Αλλά σε αυτόν τον αφηγηματικό κορμό διαπλέκονται και άλλες ιστορίες, άλλων κύριων ηρώων, που παρουσιάζονται από έναν παντογνώστη αφηγητή σε τρίτο πρόσωπο. Στα δυο από τα τρία βιβλία, η τρίτη οπτική γωνία είναι αυτή της 'διχασμένης προσωπικότητας': ο Τσίρκας εδώ χρησιμοποιεί το πολύ σπάνιο στη ρεαλιστική πεζογραφία τρόπο της δευτεροπρόσωπης αφήγησης. Πρόκειται για την εξόριστη γερμανοεβραία Φράου Άννα στη Λέσχη, και τον απογοητευμένο αλεξανδρινό Παράσχο στη Νυχτερίδα. Και στα τρία βιβλία οι διαφορετικές οπτικές γωνίες διαδέχονται η μια την άλλη σε όλη την έκταση του μυθιστορήματος και αντιστοιχούν στα δυο από τα τρία γραμματικά πρόσωπα. Ο συγγραφέας πετυχαίνει με τον τρόπο αυτό να αποδώσει δυο πράγματα, εν μέρει αντιθετικά και εν μέρει συμπληρωματικά: την καθολικότητα της αφηγηματικής φωνής (επιστρατεύονται όλα τα γραμματικά πρόσωπα με τις διάφορες οπτικές γωνίες που τους αντιστοιχούν) και την πολυπρισματικότητα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, η οποία υποδηλώνεται και στον τίτλο της τριλογίας. Αυτό που κατά βάση επιδιώκει ο Τσίρκας είναι να απεικονίσει στην τριλογία του τη θεμελιώδη σχετικότητα της ανθρώπινης αντίληψης και εμπειρίας, όπως και ο Λώρενς Ντάρελ στο Αλεξανδρινό Κουαρτέτο, που κυκλοφόρησε λίγα χρόνια πριν και διαδραματίζεται στα ίδια μέρη, όπως άλλωστε και ο Καβάφης, στον οποίο ο Ντάρελ αναγνώριζε τις οφειλές του.
Αυτή η αίσθηση της σχετικότητας επηρεάζει και το χειρισμό του χρόνου στην τριλογία. Ως μαρξιστής που ήταν, ο Τσίρκας έδωσε μεγάλη σημασία στην ιστορική εξέλιξη. Στο έργο του, με συνέπεια και με ακρίβεια, αναφέρεται στα γεγονότα του Δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, που οδήγησαν αναπότρεπτα, όπως καθαρά υποδηλώνεται, στον Εμφύλιο. Χάρη στον Αλεξανδρινό συντοπίτη του, τον Καβάφη, ο Τσίρκας είναι σε θέση να θεάται πανοραμικά τον Ελληνισμό, την ιστορία του, αλλά και όλη αυτή την περιοχή. Στον Σεφέρη, από τον οποίο δανείζεται τον τίτλο της τριλογίας, οφείλει το ενδιαφέρον του για τη χρήση του μύθου στην απόδειξη της κυκλικής ή επαναλαμβανόμενης ροής της Ιστορίας. Στα μυθιστορήματα, επειδή τέτοιου είδους προβληματισμοί δύσκολα γίνονται αποδεκτοί από τη μαρξιστική, τελεολογικού τύπου, αντίληψη, το ενδιαφέρον αυτό πολλές φορές εκφράζεται από τους ήρωες — συνήθως μέλη της ανώτερης, αγγλικής κυρίως, τάξης — τους οποίους ο Μάνος θαυμάζει αλλά τελικά απορρίπτει. Πέρα από αυτό όμως, πιο σημαντικό είναι ότι αυτή η κυκλική αντίληψη της Ιστορίας αντανακλάται στην ίδια τη δομή των τριών μυθιστορημάτων, το καθένα από τα οποία αρθρώνεται στη βάση ενός αρχαίου μύθου, του οποίου η πλοκή κατά κάποιο τρόπο επαναλαμβάνεται. Η Λέσχη, που διαδραματίζεται στην Ιερουσαλήμ, ξαναζωντανεύει το δράμα του προπατορικού αμαρτήματος και ο ήρωας που προβάλλεται στο σχετικό ρόλο δεν είναι άλλος από το μυθικό, πρωτόγονο, φιλήδονο Αδάμ. Η Αριάγνη, το δεύτερο μυθιστόρημα, είναι μια σύγχρονη εκδοχή του λαβύρινθου και του μίτου της Αριάδνης. Τη Νυχτερίδα διατρέχουν οι αβέβαιες μεταμορφώσεις ενός ύπουλου, σύγχρονου αλεξανδρινού Πρωτέα. Η αντιπαράθεση των δυο απόψεων για την ιστορική συνέχεια, δηλαδή η Ιστορία ως αλληλουχία αιτίου και αποτελέσματος, και η Ιστορία ως ανακύκληση, δίνει στον Τσίρκα τη δυνατότητα να επεξεργαστεί σε μεγαλύτερο βάθος τη 'σχετικότητα' αλλά και τη νέα αφηγηματική τεχνική που απαιτεί ένα τέτοιο θέμα.