Beaton Roderick, Εισαγωγή στη νεότερη λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία 1821-1992
 
μετφ. Ευαγγελία Ζούργου- Μαριάννα Σπανάκη, Αθήνα 1996, Νεφέλη. Σσ.305-307
 
 
 
Την αναβίωση του ύφους της προφορικής μαρτυρίας, αλλά στην επεξεργασμένη του μορφή, που εισηγήθηκε και εφάρμοσε ο Βαλτινός και σε κάποιο βαθμό ο Φραγκιάς, την εκμεταλλεύτηκε με πρόσφορο τρόπο η Διοώ Σωτηρίου. Το μυθιστόρημα της Ματωμένα χώματα (1962) παραμένει το πρώτο σε πωλήσεις από την παραγωγή εκείνης της δεκαετίας και μέχρι το 1992 είχε κάνει πενήντα πέντε εκδόσεις. Αυτό το μυθιστόρημα δεν αναφερόταν στα πρόσφατα θλιβερά γεγονότα αλλά ζωντάνευε επεισόδια από το διωγμό των ελληνικών πληθυσμών από τη Μικρά Ασία στα 1922-3. Αφηγείται τη μαρτυρία ενός φαινομενικά υπαρκτού προσώπου, το οποίο πέρασε τα χρόνια του Πρώτου παγκόσμιου πολέμου (1914-18) στα τουρκικά τάγματα εργασίας, συμμετείχε στην εκστρατεία του ελληνικού στρατού στην Ανατολή στα 1921-2 και έζησε τον εκπατρισμό των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία. Από πολλές πλευρές το μυθιστόρημα αποτελεί συνέχεια της τεχνικής που εφάρμοσε ο Στρατής Δούκας το 1929 στην Ιστορία ενός αιχμαλώτου. Παρουσιάζει όμως δυο πολύ σημαντικές διαφορές: καταρχήν, η Σωτηρίου διατηρεί σε μεγαλύτερη έκταση από τον Δούκα (ο οποίος αξιοποίησε αλλά σε πολύ περιορισμένο βαθμό) το γλωσσικό ιδίωμα του Μικρασιάτη, που είναι διάσπαρτο με τουρκικές λέξεις και εκφράσεις. Δεύτερον, προσδίδει στο κείμενο της μια πολιτική χροιά, η οποία απουσιάζει από όλες τις μεσοπολεμικές αφηγήσεις των γεγονότων αυτών.
Παραμονές της πανωλεθρίας του 1922, ο αφηγητής (στον οποίο δίνεται η μυθιστορηματική ταυτότητα του Μανώλη Αξιώτη) μαθαίνει από ένα συστρατιώτη του ότι τα βάσανά του οφείλονται όλα στις μηχανορραφίες του διεθνούς κεφαλαίου. Με αυτόν τον τρόπο, εφόσον και το τέλος του βιβλίου βρίσκει τον αφηγητή να κολυμπάει για να σωθεί στα ελληνικά νησιά, το μυθιστόρημα σιωπηρά προοικονομεί τα γεγονότα που ακολούθησαν, αφού οι επιζήσαντες από τη Μικρασιατική Καταστροφή ενίσχυσαν σημαντικά την ελληνική Αριστερά. Αυτό που το κάνει ακόμη πιο ριζοσπαστικό είναι ότι αναδρομικά παρουσιάζει την ήττα στη Μικρά Ασία ως την πρώτη ήττα του ελληνικού αγροτικού προλεταριάτου από το διεθνές κεφάλαιο. Και αφήνει να εννοηθεί ότι αυτή ήταν η αρχή των συμφορών που ακολούθησαν με το Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και κορυφώθηκαν με τον Εμφύλιο.
Ο ηθογραφικός ρεαλισμός γίνεται αστικός. Τα Ματωμένα χώματα της Διδώς Σωτηρίου ανήκουν ταυτόχρονα σε δυο λογοτεχνικούς χώρους. Η αναδρομή σε ένα απώτερο παρελθόν, και η 'κατάθεση' προσωπικών εμπειριών του αφηγητή το εντάσσουν στις 'μαρτυρίες'. Η λεπτομερής ωστόσο εικονογράφηση του κόσμου των Ελλήνων χωρικών της Μικράς Ασίας το φέρνει πιο κοντά στον ηθογραφικό ρεαλισμό, ο οποίος γνωρίζει μια νέα άνθηση, καθώς η αναζήτηση της σωτηρίας οδηγεί τους περισσότερους συγγραφείς, κατά τη διάρκεια του πολέμου και λίγο πριν, στην ελληνική παράδοση. Για να κατανοήσει κανείς τις διεργασίες, που οδήγησαν στις μεταπολεμικές εξελίξεις, θα πρέπει να ανατρέξει σε ένα ακόμη μυθιστόρημα του 1946, το Ταξίδι με τον Έσπερο του Αγγέλου Τερζάκη. Η συγγραφική πορεία του Τερζάκη ξεκίνησε στη δεκαετία του 1930. Στα πολυσέλιδα μυθιστορήματά του, όπως είδαμε, παρουσίαζε τη ζωή της μεσαίας αστικής τάξης — θέμα στο οποίο επανήλθε και στο κατοπινότερο Δίχως θεό. Στο μόλις μεταπολεμικό Ταξίδι με τον Έσπερο, ένας έφηβος εγκαταλείπει τον αστικό χώρο και μετοικεί στα βάθη της ελληνικής υπαίθρου. Μόνο εκεί, κοντά στη φύση, συνεπικουρούμενος από τη λαϊκή παράδοση, καταφέρνει να ξεπεράσει την προσωπική του κρίση. Τέτοιου είδους μυθοπλασία και εκφραστική πληθωρικότητα (εξαιρετικά στο έργο του Τερζάκη) διακρίνουν τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα του τέλους της δεκαετίας του '30 και των αρχών της επόμενης, αυτά που πίστεψαν στη λυτρωτική δύναμη της παράδοσης. Ο Τερζάκης αποδεικνύεται άξιος συνεχιστής της κληρονομιάς του ‘ηθογραφικού ρεαλισμού’ του τέλους του 19ου αιώνα. Στο Ταξίδι με τον Έσπερο όμως εισηγείται μια σημαντική καινοτομία: ο πρωταγωνιστής, όπως και ο ίδιος ο συγγραφέας εξάλλου, έρχεται και προέρχεται από το άστυ και σε αυτό καταλήγει.