Άλκης Θρύλος, «Μερικές ακόμη εντυπώσεις από το έργο του Καβάφη»
 
Ο Κύκλος. Φύλλα Λόγου και της Τέχνης, Νοέμβρης 1931, Αφιέρωμα στον Κ. Π. Καβάφη, σσ. 65-68. Σσ. 67-68
 
 
 

Διαβάζω και ξεναδιαβάζω το Περιμένοντας τους βαρβάρους. Οι βαθμολογήσεις και οι ταξιθετήσεις είναι βέβαια πάντα επικίνδυνες η κι ανόητες, εν τούτοις επειδή πολύ συνειθίζονται οι έρευνες που έχουν σκοπό να σχηματοποιήσουν τις αξίες, συχνά σκέφθηκα ότι αν μια τέτοια έρευνα μου ρωτούσε ποια θεωρώ τα αρτιότερα, τα πιο παραστατικά και μαζί πιο υποβλητικά δέκα σύντομα ποιήματα της παγκόσμιας ποιήσεως, ασφαλώς θα έλεγα ότι ένα απ' αυτά πρέπει να είναι και το Περιμένοντας τους βαρβάρους. Η καλλιτεχνική κι ανθρώπινη συγκίνηση που αναδίνεται απ' αυτό είναι διάφορη, αλλ' ανάλογη σε ποιο, σε ένταση και σε πληρότητα με τη συγκίνηση του Μεθυσμένου Καραβιού του Rimbaud και του Κορακιού του Πόε.

Ο Καβάφης έχει φυσικά πολύ εκτιμηθεί και θαυμασθεί στην Ελλάδα, νομίζω όμως ότι απέχομε ακόμα πολύ από το να έχομε ακριβώς αναγνωρίσει τη μεγάλη αξία του. Πόσοι ξέρουν ότι ο ΜΟΝΟΣ μας λογοτέχνης του οποίου το σύνολο του έργου θα μπορούσε αν ήταν δυνατό να αποδοθεί άρτια σε μια ξένη γλώσσα, να επιβληθεί στο διεθνές αναγνωστικό κοινό και να το κατακτήσει; Κι' άλλοι λογοτέχνες μας έγραψαν εκλεκτά κομμάτια έμμετρα κι πεζά, άλλ' αυτά είνε και σποραδικά φαινόμενα μισά στο σύνολο της παραγωγής τους, και δεν παρουσιάζουν τίποτε το εντελώς καινούριο. Το ενδιαφέρον τους παραμένει τοπικό. Ο Καβάφης προβάλλει μια εντελώς ξεχωριστή προσωπικότητα.

Το έργο του είνε δυστυχώς εξαιρετικά δυσκολομετάφραστο, σχεδόν αμετάφραστο, όπως ζήτησα να το εξηγήσω στη μακριά μελέτη που έγραψα άλλοτε γι' αυτό. Θα έπρεπε εν τούτοις να καταβληθεί μια προσπάθεια. Το Κράτος πρόπερσι αγωνίσθηκε, ματαιοπόνησε για μια ουτοπία: φαντάσθηκε ότι είταν δυνατό να δοθεί το Nobel σε ένα έργο που έχει σημασία μόνο για την Ελλάδα, που δεν έχει καθορισμένο χαρακτήρα, που είνε γεμάτο από απηχήσεις, που είνε το πιο συχνά ρητορικό, και πολύ σπάνια αληθινά ποιητικό. Σκέπτεται τώρα και σχεδιάζει, ή τουλάχιστον το σκεπτότανε και το σχεδίαζε πριν από την κρίση, να υποστηρίξει την πληθωρική μετάφραση και έκδοση νεοελληνικών έργων τα οποία είνε αδύνατο να κινήσουν τίποτε άλλο από την περιέργεια μερικών ειδικών φιλολόγων και τα οποία στους λογοτέχνες θα περάσουν περίπου απαρατήρητα.

Ένα Έθνος μικρό και νέο σαν τη Νέα Ελλάδα δεν μπορεί να έχει γεννήσει πολλές μεγαλοφυίες είνε αρκετό για την τιμή του ότι γέννησε έστω και μόνο μία αλλά πρέπει να ξέρει να συγκεντρωθεί γύρω της.

Δυστυχώς η κοινή συνείδηση δεν έχει ακόμη παραδεχθεί την απόλυτη υπεροχή του Καβάφη. Δεν υπέβαλλε στο Κράτος να κατανοήσει ότι είνε χρέος του και συμφέρον του αν θέλει να ακουσθεί και η ελληνική φωνή μέσα στην ορχήστρα της παγκόσμιας λογοτεχνικής δημιουργίας να ωθήσει το έργο του Καβάφη προς το διεθνές κοινό. Όσο κι αν είνε, το επαναλαμβάνω, δυσκολομετάφραστο, νομίζω ότι αν προσκαλιούνταν δύο από τους πιο εκλεκτούς ποιητάς, ένας άγγλος και γάλλος, νά συνεργασθούν με τον ίδιο τον Καβάφη ο οποίος κατέχει και τις δύο αυτές γλώσσες, θα μπορούσε να κατορθωθεί μια αρκετά πιστή δημιουργική απόδοση του έργου του.

Φυσικά η εντελώς αντιηρωική ατμόσφαιρα της ποιήσεως του αποκλείει να επιδιώξει ποτέ βραβεία Nobel κι άλλες επίσημες αναγνωρίσεις. Τι σημαίνει; Μερικοί θα παρατηρήσουν επίσης ότι η μεγάλη συντομία του έργου του και το γεγονός ότι άγγιξε σχετικά ελάχιστες χορδές συγκρατούν τον Καβάφη ανάμεσα στους λογοτέχνες της δεύτερης σειράς, σε κάποια απόσταση από τους κορυφαίους δημιουργούς οι οποίοι υπήρξαν πάντα πολύπλευροι και χειμαρρώδεις. Η παρατήρηση αυτή είνε σωστή, αλλά μου φαίνεται ότι κι ο Καβάφης και η ελληνική ποίηση μπορούν να ικανοποιηθούν από την κατάκτηση μιας θέσεως ανάμεσα σε ποιητάς σαν τον Rimbaud, τον Mallarmé, τον Heine, τον Shellye που έπλασαν έναν περιορισμένο αλλά μέσα στα όρια του ολοκληρομένο και κατάδικο τους κόσμο.

Ο Καβάφης θα γίνει δεκτός από τους ανεξάρτητους λογοτεχνικούς κύκλους σαν αποκάλυψη. Δεν μοιάζει με κανέναν, δεν είνε δυνατό να καθοριστεί ούτε έμεσα ποια επιροή μπορεί να εξασκήθηκε επάνω του. Παρουσιάζεται σαν ένα φαινόμενο. Από συνομιλίες που είχα μαζί του απεκόμισα την εντύπωση ότι είνε ένας άνθρωπος πολύ καλλιεργημένος αλλ' ο οποίος μορφώθηκε προπάντων με κλασσικούς συγγραφείς ύστερα ανέπτυξε μόνος του τον εαυτό του. Διαισθάνθηκε ή μάλλον προαισθάνθηκε αυτόματα τις μοντέρνες τάσεις. Τους μοντέρνους συγγραφείς δεν νομίζω να τους παρακολούθησε κι' ούτε σχεδόν να τους γνωρίζει. Εκείνοι όμως θα αναγνωρίσουν ότι εκφράζοντας τον εαυτό του εξέφρασε και μια εποχή πολύ πριν εκδηλωθεί η ομαδική προσπάθεια της αποδράσεως από την παράδοση, από τους καθιερομένους τύπους, από κάθε καλούπι. ο Καβάφης μόνος, χωρίς καμία εκζήτηση, αυθόρμητα, σπρωγμένος μόνον από την αξίωση της πολύ ισχυρής του προσωπικότητας, έπλασε, για να κλείσει μέσα της την ιδιόρρυθμη ψυχή του, μια μορφή ποιήματος τέλεια αρμονισμένη με το περιεχόμενο που σα της εμφυσούσε, κ' εντελώς πρωτότυπη. Τόλμησε προ σαράντα χρόνων όταν στην Ελλάδα οργίαζε ακόμα ο ρωμαντισμός, κι' ο συμβολισμός κυριαρχούσε στην επίλοιπη Ευρώπη, να γράψει ποιήματα μ' έναν λυρισμό τόσο συγκρατημένο κ' εσωτερικό ώστε να δίνουν την εντύπωση στην πρώτη ανάγνωση ότι είνε συχνά ανυπόφορα πεζά. Όποιος όμως ανακαλύψει τον επίτηδες εξαφανισμένο από κάθε εξωτερική επίδειξη βαθύτατο αυτό λυρισμό θα ηλεκτρισθεί από τη δόνισή του.

Στη μελέτη που έγραψα άλλοτε για το έργο του είχα εκφράσει την ιδέα ότι ίσως πρέπει ν' αναζητηθεί η πηγή του ποιητικού του τρόπου στους αλεξανδρινούς ποιητάς. Η εξήγηση αυτή μου φαίνεται σήμερα εκζητημένη κι' ανακριβής. Δεν αποκλείεται φυσικά ο Καβάφης να άντλησε μερικές υποδείξεις από τους αλεξανδρινούς επιγραμματοποιούς, αλλ' οι διαφορές που τον χωρίζουν απ' αυτούς είνε πολύ μεγαλύτερες από τις ομοιότητες που τον πλησιάζουν. Οι αλεξανδρινοί επιγραμματοποιοί δεν ήσαν ουσιαστικά τίποτε περισσότερο από πολύ από πολύ επιδέξιοι στιχοπλόκοι. Ο στίχος είταν γι' αυτούς ένα παιχνίδι. Ο Καβάφης είνε και δεξιοτέχνης γιατί η απογυμνωμένη από κάθε επιφανιακό, εξωτερικό, στόλισμα μορφή των ποιημάτων του είνε καταπληκτικά μελετημένη, δουλεμένη, και ζυγισμένη, αλλ' ό,τι τον χαρακτηρίζει προπάντων είνε ο έντονος παλμός, ο πρωτότυπος λυρισμός, η ποίηση, που ενστάλαξε μέσα στις μοναδικά λιτές του συνθέσεις. Ο Καβάφης είνε με όλη τη σήμασία της λέξεως ένας δημιουργός.

Διαβάζω και ξενα5ιαβάζω τα ποιήματα του Καβάφη. Τα υποβάλλω διαρκώς στη δοκιμασία της αντοχής και κάθε φορά μου προσφέρουν νέες απόψεις, νέες προεκτάσεις, νέες εκπλήξεις. Μίλησα για το Περιμένοντας τους Βαρβάρους. Ξεχώρισα αυτό το ποίημα μόνον γιατί νομίζω ότι είνε, το πιο αντιπροσωπευτικό όλης της ουσίας και της τεχνοτροπίας της ποιήσεως του Καβάφη, κι' όχι γιατί κοντά του επισκιάζονται τα άλλα ποιήματα. Ο Καβάφης δεν είνε ποτέ ανώτερος ή κατώτερος του εαυτού του είνε πάντα ο εαυτός του. Προς τι να αναφέρω τίτλους ποιημάτων; Δεν ανταποκρίνονται βέβαια προς όλες τις διαθέσεις μας, γιατί ο Καβάφης, το επαναλαμβάνω, δεν είνε πολυσύνθετος, αλλά καθένα μας μεταδίνει με μια σπάνια υποβλητικότητα και παραστατικότητα τη διάθεση του ποιητή που' είνε συχνά και η δική μας διάθεση.

Ό,τι προξενεί εντύπωση είνε η ενότητα όλου του έργου του. Ο Καβάφης ποτέ δεν απίστησε προς τον εαυτό του, ούτε στιγμή δεν απομακρύνθηκε από τα προσωπικά του θέματα. Από το πρώτο του ποίημα φαίνεται σαν να είχε κιόλας συμπληρωθεί μέσα του όλος ο κύκλος τον οποίον θα διέτρεχε, και το κάθε ποίημα είνε απαραίτητο για να προβληθεί οικοδομημένος όλος ο εσωτερικός του κόσμος.

Η ζωή είνε μια μεγάλη απάτη. Ο άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται την επιθυμία να φύγει προς τις απεριόριστες κατακτήσεις μα χωρίς να το καταλάβει έκτισε ή άφησε αυτός ο ίδιος άλλους να κτίσουν γύρω του μεγάλη κι' αυστηρά τείχη∙ διαμένει πάντα στην ίδια. πόλη, στην ατμόσφαιρα που αναδίνεται από τον εαυτό του και που σαν έναν κλοιό τον περιβάλλει. Οι μέρες σβύνονται σαν άσκοπα κεριά που σκόρπισαν μια λάμψη πλανερή. Κι' αυτός ακόμη που είνε σε θέση να πει το μεγάλο ναι το λέγει μόνον γιατί έχει μέσα του έμφυτη τη δύναμη να το πει. Δεν έχει κι αυτό καμιά αξία. Εν τούτοις δεν πρέπει κανείς να παραπονιέται. Είνε εντελώς περιττό. Προτιμότερο να βρει μια απολύτρωση στην απόλαυση της ομορφιάς της έντεχνης - όχι της φυσικής, η φύση σαν κάθε στοιχείο εξωτερικό του ανθρώπου τον μειώνει κι' ο άνθρωπος πρέπει να τη βλέπει υπεροπτικά - και της ηδονής. Η κάποια χαρά που θα αντλήσει από τις δύο αυτές απολαύσεις μπορεί να του δώσει μια γαλήνη και μια αξιοπρέπεια. Θα ξέρει ότι το ταξίδι δεν οδηγεί πουθενά, ότι όλα είνε μάταια, ότι οι Ιθάκες δεν υπάρχουν, αλλά στο δρόμο θα έχει διασκεδάσει, θα έχει πλουτίσει το Εγώ του, θα έχει μάθει να βλέπει, και να εκτιμά όλες τις ανθρώπινες προσπάθειες κι' όλες τις ανθρώπινες γελοιότητες με το ίδιο ενδιαφέρον και με την ίδια απάθεια. Θα έχει μάθει νο χαμογελά Το χαμόγελο του θα είνε πολύ ειρωνικό, αλλά χωρίς καμία σατυρική, - ανώφελη, ανορθωτική πρόθεση, θα είνε προπάντων γεμάτο οίκτο, και τον ίδιο θα τον ικανοποιεί. Ο άνθρωπος θα έχει ανακαλύψει μια γοητεία στο θέαμα της ζωής και μια χάρη στην ύπαρξη. Όταν θα έρθει η ώρα να την εγκαταλείψει θα μπορέσει να την αφήσει χωρίς φυσικά. και πάλι ταπεινούς θρήνους αλλά και με μια περηφάνεια ότι οπωσδήποτε την κατέκτησε, και με μια βαθύτατη θλίψη.

Η φιλοσοφία αυτή του Καβάφη όσο κι' αν είνε προσωπική δεν θα. αρκούσε φυσικά μόνη της να τον αναδείξει σαν Δημιουργό και σαν Ποιητή αλλά δόνισε κάθε της άποψη με μια υποβλητικότατη συγκίνηση και την πρόβαλλε μέσ' από εικόνες εντελώς καινούριες, πολύ παραστατικές, και που εντυπώνονται χωρίς νο είνε πια δυνατό να λησμονηθούν. Τις εικόνες αυτές τις αντλεί και τις πλάθει από τη ζωή της γύρω του πολιτείας ή από την ιστορία της αρχαίας Ελλάδας, της βυζαντινής, και τρόπον των της αλεξανδρινής σε όλες εμφυσά τη δική του πνοή και τον δικό του τόνο. Ο Καβάφης εξέφρασε μια διάθεση της εποχής μας, την κούραση της, την παρακμή της, την απαισιοδοξία που ενσταλάξαν μέσα της οι πολλές γνώσεις, και σύγχρονα αναδημιούργησε και μια εποχή: την αλεξανδρινή. Οι αλεξανδρινοί τον είλκυσαν εξαιρετικά γιατί είσαν άνθρωποι κλονισμένοι, χωρίς ισχυρές ηθικές αρχές, που κυνηγούσαν στη ζωή την απόλαυση, που είχαν δώσει στις άξιες μια σχετικότητα, αλλά δεν τον ενέπνευσαν, δεν του επεβλήθηκαν αυτοί, αυτός τους πλησίασε γιατί διέκρινε στο χαρακτήρα τους συγγένειες με το δικό του, γιατί του έδιναν τη δυνατότητα με αρκετή πιθανοφάνεια να τους εμψυχώσει με τη δική του ψυχή. Ο Καβάφης δεν έκανε έργο ψυχρού Ιστορικού∙ τα περισσότερα δήθεν ιστορικά του πρόσωπα είνε συνθέσεις της φαντασίας του. Ο Καβάφης είνε ποιητής. Ζωντάνεψε μια περίοδο της ιστορίας με το δικό του τρόπο τόσο ζωηρά ώστε όποιος διάβασε το έργο του να μη μπορεί πια να αναλογισθεί την αλεξανδρινή εποχή χωρίς να τη δει μέσα από το πρίσμα του Καβάφη.

Διαβάζω και ξεναδιαβάζω τα ποιήματα του Καβάφη. Κάθε φορά πείθομαι περισσότερο πως ο Καβάφης δεν είνε μόνον ένα φαινόμενον εξαιρετικό για την Ελλάδα που μπορεί να γέννησε άλλα ταλέντα, δεν γέννησε όμως άλλη ιδιοφυία, πώς προσφέρει στην παγκόσμια δημιουργία έναν κόσμο πρωτόπλαστο.

ΑΛΚΗΣ ΘΡΥΛΟΣ

Οι λίγες αυτές γραμμές δεν έχουν την αξίωση κριτικής μελέτης. Θέλησα μόνον να ξαναεπαναλάβω τον άπειρο μου θαυμασμό για το έργο του Καβάφη και κάπως με απλές υποδείξεις να τον δικαιολογήσω

Α. Θ.