Beaton Roderick, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία
 
μετάφραση Ευαγγελία Ζούργου – Μαριάννα Σπανάκη, Αθήνα 1996, Νεφέλη. Σσ. 234- 235
 
 
 

                Όχι  μόνο η  παράδοση  αλλά  και  τα  ολέθρια αποτελέσματα  της απομάκρυνσης από τις ρίζες  εμπνέουν τον Σεφέρη. Τα ποιήματα της περιόδου του πολέμου εκδόθηκαν το 1944 σε μια μικρή συλλογή με τον τίτλο Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β'. Ο Σεφέρης, ως ανώτερος διπλωματικός υπάλληλος, ακολούθησε την ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο και δεν υπέφερε καμιά από τις κακουχίες της Κατοχής ούτε τον έλεγχο της γερμανικής λογοκρισίας που υπέστη ο Σικελιανός. Τα χρόνια του πολέμου ήταν για τον Σεφέρη χρόνια εξορίας. Οι προσωπικές δυσκολίες, τις οποίες μαρτυρούν αυτά τα ποιήματα, απορρέουν από το αίσθημα ότι βρίσκεται αποκομμένος από την πατρίδα του και τις παραδόσεις της. Αυτή η αίσθηση της αβάσταχτης απομόνωσης εκφράζεται πιο καθαρά στο ποίημα  «Ο Στρατής Θαλασσινός ανάμεσα στους αγάπανθους». Ο ποιητής το συνέθεσε στις αρχές του 1942, όταν βρισκόταν υπηρεσιακά στη Νότια Αφρική, το πιο μακρινό σημείο της εξορίας του.

                Ο Στρατής Θαλασσινός, persona και άλλων προηγούμενων ποιημάτων του Σεφέρη, είναι ένα γνώριμο άλλοθι του ποιητή. Το ονοματεπώνυμο υποβάλλει την ιδέα του ταξιδιού, το όνομα ενός στεριανού και το επώνυμο ενός θαλασσινού. Εξόριστος στο νότιο ημισφαίριο, ο ταξιδιώτης νοσταλγεί οικείες εικόνες του ελληνικού χώρου. Σε όλη την έκταση της σεφερικής ποίησης αποτυπώνεται, μέσω του ελληνικού τοπίου, η αδιάκοπη και γόνιμη παρουσία του παρελθόντος. Σε αυτό το ξένο περιβάλλον, στο οποίο οι ανθισμένοι αγάπανθοι είναι το σύμβολο ενός ξένου πολιτισμού, ο ποιητής συλλαμβάνει τον εαυτό του ως άλλο Οδυσσέα. Έχει εμπλακεί και αυτός σε ένα ταξίδι, και για να φτάσει στον προορισμό του χρειάζεται τη βοήθεια των νεκρών. Οι φωνές όμως του παρελθόντος φτάνουν στον ποιητή ασυνάρτητες: οι τελευταίοι στίχοι του ποιήματος, όπως και στην Έρημη Χώρα του Έλιοτ, είναι σπαράγματα από παλαιότερα κείμενα (από τον Όμηρο, τον Αισχύλο και τον Σολωμό), αντιγραμμένα ή παραφρασμένα, στα οποία παρεμβάλλεται η απελπισμένη έκκληση «Βοηθήστε μας!».