Frantzi Anteia, «Giannis Psycharis»
 
 
Notre prose plus ancienne. Depuis ses débuts jusqu'à la première guerre mondiale, vol. VI (1880-1900), Maison d'édition Sokoli, Athènes 1997, Pg.23-25
 
 
To Ταξίδι μου είναι, κυρίως, ένα βιβλίο/μανιφέστο. Διακηρύσσει με τρόπο άμεσο τις αρχές και τις πεποιθήσεις του Ψυχάρη στον δημοτικισμό και υποστηρίζει τη γλώσσα του λαού με ιδιαίτερο δογματισμό. Παρά το γεγονός ότι διατηρεί ένα ύφος απλό και ζωντανό, «μια απρόσμενη οικειότητα, το ύφος το σπιτήσιο», όπως το χαρακτηρίζει ο ίδιος ο συγγραφέας του, και παραμένει πολύ κοντά στην καθημερινή ομιλία, δεν παύει να είναι και ένα λογικό κατασκεύασμα, καθώς γράφτηκε σε μία γλώσσα συνειδητά ομοιόμορφη. Πετυχαίνει, όμως, με το ύφος του, να τέρψει και να αγαπηθεί· και μέσα από τη γοητεία που ασκεί να επηρεάσει. Το Ταξίδι, μου είναι γραμμένο από έναν λογοτέχνη και επιστήμονα συνάμα· έναν επιστήμονα γλωσσολόγο που παρατηρεί φαινόμενα της γλώσσας, μελετά τις διαλέκτους και ερευνά την αρχαία ελληνική γλώσσα με σκοπό να αντλήσει διδάγματα για την καθιέρωση της δημοτικής. Ο λογοτέχνης Ψυχάρης συνδυάζει τη θεωρία με την ίδια τη λογοτεχνική πράξη της συγγραφής ενός βιβλίου, που ξεκινά από αυτοβιογραφικά δεδομένα, χωρίς όμως να στερείται εντελώς στοιχεία μυθοπλασίας. Η προσωπικότητα του Ψυχάρη, μέσα από Το Ταξίδι μου αναδεικνύεται: είναι ο φλογερός πατριώτης με τη γαλλική φιλελεύθερη συνείδηση, που μισεί τους Τούρκους, επιθυμεί την ένωση ολόκληρου του ελληνισμού και συνδέει άρρηκτα την έννοια της ελευθερίας με την έννοια της γλώσσας, της λαϊκής· είναι, συγχρόνως, ο απλός καθημερινός άνθρωπος που μιλά γεμάτος τρυφερότητα και συγκίνηση για τους οικείους του και ο οραματιστής, που δονείται για τη γλωσσική ελευθερία τη συνυφασμένη με την εθνική αποκατάσταση.
Το Ταξίδι μου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους νέους διανοούμενους των Αθηνών. Ο Παλαμάς σε ανυπόγραφο άρθρο του στην Εφημερίδα (20.7.1888) και ο Ροΐδης σε άρθρο του στην Εστία (16. Κ). 1888), εκφράζονται ευνοϊκά, αν και διατυπώνουν ορισμένες επιφυλάξεις. Ο Παλαμάς θα επανέλθει σχολιάζοντας Το Ταξίδι μου με λόγια που δίνουν το μέτρο της σημασίας του έργου από τη λογοτεχνική σκοπιά, δίνοντας έμφαση στην ποιητική μορφή της τέχνης του: «Ποιητής όχι με τον Στίχο τον Πήγασο, μα με το Λόγο τον Πρωτέα».
Αλλά και αργότερα, στα 1906, ο Παλαμάς θα γράψει και πάλι επαινετικά για Το Ταξίδι μου αυτή τη φορά, τονίζοντας το μαχητικό χαρακτήρα του έργου και παρατηρώντας την υπέρβαση της τέχνης χάριν της ιδέας, που είναι η έμπρακτη υποστήριξη της λαϊκής γλώσσας.
Ο Ροΐδης, επίσης, αποφαίνεται θετικά για Το Ταξίδι μου. Μιλά με θαυμασμό για την προσήλωση του Ψυχάρη στην αμιγή δημοτική, θαυμάζει την γλωσσοπλαστική του δύναμη και την αξιοποίηση του αρχαίου ελληνικού λεξιλογίου με τρόπο προσαρμοσμένο στο τυπικό της δημοτικής. Χαρακτηρίζει, μάλιστα, Το Ταξίδι μου περισσότερο συλλογή πεζών τραγουδιών παρά συνηθισμένο πεζό λόγο, με αίσθημα και λυρισμό, που δε λείπουν και απ' αυτές ακόμα τις γραμματικές συζητήσεις. Παρ' όλα αυτά εμμένει στις προσωπικές γλωσσικές του πεποιθήσεις και ισχυρίζεται πως Το Ταξίδι μου είναι «καλλιτέχνημα αποδεικνύον επαρκή μεν προς τοιαύτα την λαλουμένην, ουχί όμως και δυνατήν την άμεσον αυτής χρήσιν».
Γεγονός παραμένει ότι Το Ταξίδι μου είναι ένα έργο που συνθέτει τη λογοτεχνική με την επιστημονική αλλά και την πολιτική στόχευση του Ψυχάρη, και η ιστορική του σημασία φτάνει ως τις μέρες μας. Αντίθετα, το υπόλοιπο λογοτεχνικό του έργο, παρά τη σημασία του, δεν κατορθώνει να βγει απ’ το στενό πλαίσιο της στοχαστικής πεζογραφίας και η μυθοπλαστική του δύναμη δεν υπερβαίνει τη συμβατικότητα· σε όλα του τα έργα παραμένει ένας αυτοβιογραφούμενος, στοχαστικός αλλά συναισθηματικά επιφανειακός συγγραφέας. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί η συμβολή του, καθώς πρώτος αυτός εισάγει στα ελληνικά γράμματα το αστικό μυθιστόρημα και διήγημα και τη συστηματική ψυχολογική ανάλυση των μυθιστορηματικών χαρακτήρων.