Chatzopoulou Litsa, «Alexandre Rizos Rangavis»
 
 
Notre prose plus ancienne. Depuis ses débuts jusqu'à la première guerre mondiale, Vol. IV (1830-1880), Maison d'édition Sokoli, Athènes 1996, Pg.23-24
 
 
Η μελέτη του ιδεολογικού υποστρώματος που κυριαρχεί στην πεζογραφία του Ραγκαβή ολοκληρώνεται με τον Αυθέντη τον Μωρέως, ένα μυθιστόρημα που σφραγίζεται από τα συμφραζόμενα της Μεγάλης Ιδέας και συγκεκριμένα από την πολεμική της εκδοχή. Ο Λέων Χαμάρετος, παλαιός αρχηγός των Σπαρτιατών που έχουν πια κατακτηθεί από τους Φράγκους, ονειρεύεται την απελευθέρωση της Ελλάδας και την ανασύσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας με πρωτεύουσα, βέβαια, την Κωνσταντινούπολη. Είναι ο ήρωας που έχει την εύνοια του αφηγητή και προσελκύει τη συμπάθεια του αναγνώστη περισσότερο από όλα τα άλλα πρόσωπα του έργου. Στα λόγια του αποτυπώνεται ο ιδεολογικός κόσμος και τα ιδεολογικοί θέματα της Ελλάδας του 1850: η καταγωγή από τους αρχαίους προγόνους, που παραπέμπει βέβαια στις θεωρίες του Φαλλμεράυερ, η θλιβερή αντίθεση του ζοφερού παρόντος της Ελλάδας με το ένδοξο παρελθόν της, που ανακαλεί το βυρωνικό μοτίβο, η απελπισμένη αναζήτηση της ενότητας και η απόδοση των εθνικών συμφορών στη διχόνοια και τη διαίρεση, που θυμίζουν την ανάλογη διαπίστωση του Κων. Παπαρρηγόπουλου, και τέλος η θριαμβευτική είσοδος των νικηφόρων ελληνικών στρατευμάτων στην Αγια-Σοφιά, που συμπυκνώνει το πολεμικό μεγαλοϊδεατικό όραμα. Οι συνωμοτικές προσπάθειες του Λέοντος Χαμάρετου αποτυγχάνουν, όπως ακριβώς όλες οι επαναστάσεις των Ελλήνων μετά το 1830. Μάλιστα, η δεύτερη έκδοση του μυθιστορήματος το 1857 ακολουθεί την απογοητευτική εμπειρία του Κριμαϊκού πολέμου. Σε σχέση με την πρώτη έκδοση του έργου (1850) που καταγράφει το περιεχόμενο και την ορμή της Μεγάλης Ιδέας, η έκδοση του 1857 αποτελεί τον θλιβερό απολογισμό. Τελικοί, ο Λέων Χαμάρετος αναλαμβάνει το ιδεολογικό φορτίο μιας απόπειρας που έχει ματαιωθεί εκ των πραγμάτων και έτσι καταλήγει να είναι ένα ιδεολογικό απολίθωμα μέσα σε ένα αντίξοο περιβάλλον.
Νομίζω ότι κανείς δε 0α διαφωνήσει στη διαπίστωση ότι η Μεγάλη Ιδέα είναι ουσιώδες χαρακτηριστικό της ελληνικής πραγματικότητας του 19ου αιώνα. Η επίδραση της δεν περιορίστηκε στο επίπεδο της αφηρημένης θεώρησης του κόσμου, αλλά εισχώρησε στους τομείς της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής και βέβαια δεν ήταν καθόλου διαφυγή από τα προβλήματα του κράτους. Εκτός από τη διαδικασία της εδαφικής επέκτασης, ο όρος αναφέρθηκε και σε ζητήματα που σχετίζονταν ακριβώς με την ιδέα της ανάπτυξης, πνευματικής, κοινωνικής και οικονομικής. Έτσι, η αντίληψη του Vitti ότι ο Αυθέντης του Μωρέως συντελεί στην απώθηση των πραγματικοί κοινωνικοί προβλημάτων, νομίζω ότι παραβλέπει και τη βαρύτητα της Μεγάλης Ιδέας στην ελληνική ιδεολογία και νοοτροπία, αλλά και την ίδια τη συγκρότηση της πλασματικής ιστορίας μέσα στο αφήγημα. Στο βαθμό μάλιστα που η πρόσληψη της πραγματικότητας κατά τον 19ο αιώνα εντοπίζεται, σε δύο επίπεδα, το ατομικό και το εθνικό, και που δεν υπάρχει το ενδιάμεσο στάδιο του κοινωνικού, είναι σαφές ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για «κοινωνικά προβλήματα» ανεξάρτητα από το πλαίσιο της εθνικής ιδεολογίας, τουλάχιστον όχι στη δεκαετία του 1850. Το πρόβλημα είναι να συνειδητοποιήσει κανείς ότι η κάθε μορφής ιδεολογία που ενσωματώνεται σε μια κοινωνία συνιστά μέρος αυτής της κοινωνίας και των προβλημάτων της.