Καμπανέλλης Ιάκωβος
Η αυλή των θαυμάτων
 
 
Θέατρο. Τόμος Α. Έβδομη μέρα της δημιουργίας. Η αυλή των θαυμάτων. Η ηλικία της νύχτας., Εκδόσεις Κέδρος 1978, Σσ.97-187, Πρώτη Έκδοση Έργου:1957
 
 
Έβδομη μέρα της δημιουργίας

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Το έργο αρχίζει ένα σούρουπο στις αρχές του καλοκαιριού.
Η ΜΑΡΙΑ κάθεται σ ένα πεζούλι δεξιά και ένα τραπεζομάντιλο.
Η ΒΟΥΛΑ έχει στηρίξει στην ξύλινη σκάλα ένα καθρέφτη και κόβει μονάχη τα μαλλιά της.
Στο παράθυρο του σπιτιού του ΙΟΡΔΑΝΗ ο γιος του ο ΓΙΑΝΝΗΣ διαβάζει ένα βιβλίο.
Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ μ ένα μπόγο στρωσίδια στον ώμο έρχεται απ' το βάθος κι ανεβαίνει στην ταράτσα…



ΒΟΥΛΑ: Γιάννη…
ΓΙΑΝΝΗΣ: Ε;
ΒΟΥΛΑ: Ο μπαμπάς σου ανεβαίνει στο αστεροσκοπείο…
ΜΑΡΙΑ: Ώρα του είναι, ο ήλιος έγειρε.
(Ο ΓΙΑΝΝΗΣ δε μιλά. Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ απλώνει στην ταράτσα τα στρωσίδια του. Η ΒΟΥΛΑ πλησιάζει τη ΜΑΡΙΑ).
ΒΟΥΛΑ: Δε μου λες, μήπως άφησα τίποτα τσουλούφια στο λαιμό;
ΜΑΡΙΑ: Γύρνα να δω…
ΒΟΥΛΑ: Πάρε και το ψαλίδι κι ό,τι είναι κόβε το. (Της δίνει το ψαλίδι και κοντοκαθίζει πλάτη προς στη ΜΑΡΙΑ).
ΜΑΡΙΑ: Γιατί τα κόψης μόνη σου;
ΒΟΥΛΑ: Αν είχα λεφτά θα πήγαινα στο κομμωτήριο… αλλά πού λεφτά;
ΜΑΡΙΑ: Μα σεις την περασμένη βδομάδα είχατε ένα μάτσο…
ΒΟΥΛΑ: Είχαμε βλέπεις, τώρα δεν έχουμε φράγκο.
ΜΑΡΙΑ: Είστε τρελοί κι οι δυο σας… Να το ξέρεις!
ΒΟΥΛΑ: Εγώ φταίω;… του άντρα μου τα χέρια είναι τρύπια και δεν του στέκει δεκάρα.
ΜΑΡΙΑ: Ναι, γιατί πας πίσω εσύ… Δεν είδα ποτέ άμα σε τραβολογά για γλέντια να του πεις όχι…
ΒΟΥΛΑ: Γιατί να του πω όχι… Νέοι είμαστε, να μη χαρούμε μια στάλα;
(Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ κατεβαίνει απ το ταρατσάκι και πηγαίνει στο βάθος).
ΜΑΡΙΑ: Πρέπει να βάζατε κάτι στην άκρη…
ΒΟΥΛΑ: Ό,τι θέλεις λες. Αν είχαμε κάτι ταχτικό, τότε ναι… Μ αυτός μια βδομάδα δουλεύει και δυο κάθεται…!
ΜΑΡΙΑ: Κι είναι ανάγκη να τα τρώτε μαζεμένα και να πεινάτε ύστερα;
ΒΟΥΛΑ: Άμα κακοπερνάς δυο βδομάδες ύστερα θες να ξεσκάσεις, φυσικό είναι.
ΜΑΡΙΑ: Παρ το ψαλίδι, σου τα συμμάζεψα.
ΒΟΥΛΑ: Σ ευχαριστώ, κούκλα μου, θες να σου κόψω και τα δικά σου;
ΜΑΡΙΑ: Δεν μου χρειάζεται…
(Απ το δωμάτιό της βγαίνει η ΑΝΝΕΤΩ, εξήντα χρονώ. Ξεσκονίζει μ ένα σκουπάκι μια πάνινη βαλίτσα και τραγουδά)
ΑΝΝΕΤΩ: Ραμόνα, θυμήσου τώρα τα παλιά
Ραμόνα, θυμήσου πάλι τα παλιά
Ραμόνα… Ραμόνα θυμήσου πάλι τα παλιά
Ραμόνα, θυμήσου παλιά…
ΜΑΡΙΑ: Πήγε στην Τράπεζα χτες κι έστειλε όλα της τα λεφτά στην Αγγλία… Ξεπαραδιάστηκε πάλι η τρελόγρια…
ΒΟΥΛΑ: Και πως θα πάει στην Πάρο…; Με τι λεφτά…;
ΜΑΡΙΑ: Κάποιονε θα βαλε στο χέρι… ή θα σήκωσε πάλι τις συντάξεις όλου του χρόνου…
ΒΟΥΛΑ: (Στην ΑΝΝΕΤΩ). Ώστε μας φεύγεις αύριο;
ΑΝΝΕΤΩ: Θα φύγω να μη σας ενοχλώ…
ΒΟΥΛΑ: Έλα τώρα μη σε παίρνει το παράπονο…
ΑΝΝΕΤΩ: Αφού μια έρημη γριά γυναίκα εγώ, με το ένα πόδι στο λάκκο, σας ενοχλώ όλους εδώ μέσα, φεύγω, για να βρείτε την ησυχία σας.
ΒΟΥΛΑ: Ε καημένη, κι εσύ πια… Όλοι εδώ μέσα ζούμε… θα τύχει και μια παρεξήγηση.
ΑΝΝΕΤΩ: Μια παρεξήγηση καλή και άγια. Μα σεις αιωνίως και τυμπανίως μου κοπανάτε ότι σας ανακατεύω τα σκώτια. Ναι ή όχι;
ΜΑΡΙΑ: Αν είπαμε και μια κουβέντα παραπάνω εσύ πάλι το δεσες κόμπο;
ΑΝΝΕΤΩ: Εμείς στην Αγγλία αυτά δεν τα χουμε! Φεύγω κι εγώ, πάω να κάτσω στην Πάρο ένα χρονάκι να ξανασάνω και γω και σεις… Κι α δε με ξαναδείτε, συχωρέστε με, κι ο Θεός να σας συχωράει… (Ψευτοκλαίει).
ΒΟΥΛΑ: (Τρέχει κοντά της). Έλα, έλα τώρα, άσε τις κλάψες. Αφού το ξέρεις πόσο σε αγαπάμε!
ΑΝΝΕΤΩ: Σάματι εγώ δε σας αγαπώ…;
ΜΑΡΙΑ: Μπορούμε μείς να ζήσουμε χωρίς εσένα;
ΑΝΝΕΤΩ: Και μήπως μπορώ εγώ…;
ΜΑΡΙΑ: (πάει κι αυτή κοντά στην ΑΝΝΕΤΩ)… Έλα κάτσε δω να, παραπονιάρα… Δώσε μου να σου ξεσκονίσω εγώ τη βαλίτσα σου.
ΑΝΝΕΤΩ: Άσε, μη λερώνεις τα χεράκια σου. Την ξεσκόνισα, μάτια μου…
ΒΟΥΛΑ: Θα σου ετοιμάσουμε εμείς τα πράγματά σου… Εσύ κάτσε να ξεκουραστείς…
ΑΝΝΕΤΩ: (Ξεχνά τελείως την κλάψα)… Καλά, ας καπνίσω ένα τσιγαράκι. Όμως τα πράματά μου θα τα βολέψω μοναχή μου… Μ αρέσει να φτιάχνω ταξιδιάρικη βαλίτσα… τρελαίνομαι…
ΒΟΥΛΑ: Πάρε και το μαξιλαράκι να σαι μαλακά…

( Η ΑΝΝΕΤΩ κάθεται κι ανάβει τσιγάρο. Κάθονται και οι άλλες δύο).
ΑΝΝΕΤΩ: (Στη ΜΑΡΙΑ, πειραχτικά). Δε μου λες εσύ, πάλι την Πηνελόπη μας παρασταίνεις;
ΜΑΡΙΑ: Ούτε την ξέρω αυτή την Πηνελόπη που μου λες…
ΑΝΝΕΤΩ: (Γελάει). Τότε τι το ράβεις και το ξηλώνεις αυτό το τραπεζομάντιλο δυο χρόνια τώρα…;
ΜΑΡΙΑ: Με συγχωρεί η χάρη σου, ούτε χρόνος δεν είναι που το άρχισα.
ΒΟΥΛΑ: Και μήπως δε θα 'πρεπε να χε τελειώσει;
ΑΝΝΕΤΩ: εγώ στη θέση σου θα πήγαινα κι ένα σεργιάνι να με δει κάνα μάτι, να πάρω τον αέρα μου!
ΜΑΡΙΑ: Ναι, πως…!
ΑΝΝΕΤΩ: Τι θα πει ναι πως; Επειδή ο άντρας σου είναι θερμαστής, εσύ πρέπει να περνάς με το κέντημα; Κι εγώ σου λέω πως αυτό το ομορφόπαιδο περνάει μια χαρά σ όποιο λιμάνι αράζουνε…
ΒΟΥΛΑ: Τ ακούς;
ΜΑΡΙΑ: Μόνη μου που να βγω… που να πάω;
ΑΝΝΕΤΩ: Μα επειδή είσαι μονάχη σου πρέπει να βγαίνεις.
ΜΑΡΙΑ: Μωρέ τι σας νοιάζει εσάς;
ΑΝΝΕΤΩ: Μια φορά το κέντημα δεν είναι άντρας στο κρεβάτι σου. Γυναίκες είμαστε και μεις και ξέρουμε από μοναξιά…
ΜΑΡΙΑ: Τι ξέρετε δηλαδή… Τι θέτε να πείτε…;
ΑΝΝΕΤΩ: Δε χρειάζεται δα και φιλοσοφία.
ΒΟΥΛΑ: Τώρα σε μάθαμε πια.
ΑΝΝΕΤΩ: Ξέρουμε τι θα πει άμα το ρίχνεις σα λυσσασμένη στο κέντημα.
ΜΑΡΙΑ: Καλά, πάψτε τώρα.
ΒΟΥΛΑ: Σ έπιασε πάλι, σ έπιασε…;
ΜΑΡΙΑ: Σωπάτε ντε, σας ακούνε κι οι άντρες…
(Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ ανεβαίνει πάλι στο ταρατσάκι κρατώντας ένα μπουκάλι κρασί κι ένα σαχανάκι μεζέδες).
ΑΝΝΕΤΩ:Καλή ρομάντζα, κυρ-Ιορδάνη…
ΙΟΡΔΑΝΗΣ: Κοπιάστε…
ΜΑΡΙΑ: Και δε μου λες, κυρα-Αννέτω…
ΑΝΝΕΤΩ: Σκόνη που είχε αυτή η διαολο-βαλίτσα…Εμείς στην Αγγλία δεν είχαμε καθόλου σκόνη…
ΜΑΡΙΑ: Και δε μου λες, που ευκολύθηκες λεφτά για το ταξίδι…;
(Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ κατεβαίνει απ το ταρατσάκι και πηγαίνει στο βάθος).
ΑΝΝΕΤΩ: Σήκωσα τέσσερεις συντάξεις, δανείστηκα και κάτι λίγα, θα συμπληρώσω κι από τα νοίκια.
ΒΟΥΛΑ: Ποια νοίκια;
ΑΝΝΕΤΩ: … Του δωματίου, ματάκια μου.
ΜΑΡΙΑ: Ποιου δωματίου;
ΑΝΝΕΤΩ: Αυτουνού εδώ να σε χαρώ… έχω και κανένα άλλο;
ΜΑΡΙΑ: (Στη ΒΟΥΛΑ). Τι σου 'λεγα; Δεν σου 'λεγα ότι αυτή θα κάνει στο τέλος του κεφαλιού της χωρίς να ρωτήσει κανέναν…; Να τα.
ΒΟΥΛΑ: (Άγρια). Εμ δεν θα κάνει…!
ΑΝΝΕΤΩ: (Τινάζεται ξαναμμένη). Θα κάνω και θα παρακάνω… Δικό μου είναι το δωμάτιο και το επινοικιάζω, ό,τι θέλω το κάνω… Το δικό μου δωμάτιο δώνω, δε δώνω το δικό σας… Ορίστε μας!
ΜΑΡΙΑ: Είσαι αναίστητη… Εδώ είμαστε σα μια οικογένεια και πας τώρα να μας κουβαλήσεις μια ξένη εδώ μέσα…
ΒΟΥΛΑ: (Στην ΑΝΝΕΤΩ).



Εκτενέστερο απόσπασμα του παραπάνω έργου θα είναι διαθέσιμο στις ιστοσελίδες του ΠΟΘΕΓ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της νομικής διαδικασίας εκχώρησης στο ΙΕΛ των σχετικών δικαιωμάτων χρήσης από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του συγκεκριμένου έργου.
Κριτικά Κείμενα