Ανώνυμος (Φαναριώτες)
Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι
 
Χειρόγραφον Έλληνος υπαξιωματικού εκδιδόμενον υπό Χ. Δημοπούλου. Τυπογραφείον «Το τρίγωνον», πλατεία Αρχαγγέλλου. Δύο τόμοι. Το έργο είναι ανώνυμου συγγραφέα και έχει τη μορφή αυτοβιογραφίας. Ολόκληρο το έργο αναφέρεται στη στρατιωτική θητεία ενός ομογενούς νέου στην Ελλάδα. Γλώσσα καθαρεύουσα
 
Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι, Εκδόσεις Ερμής, Αθήνα, Σσ.15-21, 74-79, 86-97, 147-154, 165-175, 219-221, Πρώτη Έκδοση Έργου:1870
 
 
Β’
ΠΩΣ ΟΙ ΝΕΟΙ ΖΟΥΝ ΕΙΣ ΤΑΣ ΑΘΗΝΑΣ

Η αποτυχία εκείνη με κατελύπησεν, είναι αληθές, αλλ’ ούτε το θάρρος μου κατέβαλεν, ούτε τας ελπίδας μου αφήρεσεν. Είχον πάντοτε την πεποίθησιν, και δεν ηξεύρω διατί, ότι μίαν ημέραν θα απετέλουν μέρος της ελληνικής βαγιονέτας. Εν τω μεταξύ όμως, δηλ. έως ότου το κατορθώσω, εσκέφθην ότι δεν θα έκαμνον άσχημα να γνωρίσω τας Αθήνας καλλίτερον, και να μάθω την ζωήν την οποίαν δύναται ο νέος να περάση εις την πρωτεύουσαν του ελληνικού βασιλείου.
Ο Μπάρμπα Νικολός, όταν έμαθε την αποτυχίαν μου, επροσπάθησε με κάθε τρόπον να με πείση ότι πολύ με αγαπά. Διά τούτο και από αυτόν εζήτησα συμβουλάς και οδηγίας, τι να κάμω διά να περάσω καλά τον καιρόν μου εις τας Αθήνας.
- Ιδού τι να κάμης, με είπεν αμέσως, διά να μη στενοχωρηθής ποτέ. Το πρωί να πηγαίνης απέναντι εις το γαλακτοπωλείων να τρώγης το γάλα σου· έπειτα έως το μεσημέρι να περνάς την ώραν σου εδώ από κάτω, εις την Ώραίαν Ελλάδα, με εφημερίδας και με φίλους· διότι αυτού πηγαίνουν οι καλλίτεροι άνθρωποι· το μεσημέρι να έρχεσαι να τρώγης εδώ, όπου έχω πάντοτε φαγητά καθαρά και εκλεκτά· να το πέρνης ψύχα δίπλα, και το εσπέρας να πηγαίνης εις τα Πατήσια, εις τας Στήλας, εις το Παυσίλυπον, εις το Άντρον των Νυμφών, εις την Κολοκυθού, όπου θέλεις. Από περιπάτους είμεθα γεμάτοι εδώ· ημπορείς να καταβής και εις τον Πειραιά, ή να πηγαίνης εις την Μουνηχίαν διά λουτρά, ή και εις την Κηφισίαν καμμίαν ημέραν.
Όλα αυτά του Μπάρμπα Νικολού μ’ έκαλοφάνησαν, και από την ημέραν εκείνην έβαλον εις πράξιν τας συμβουλάς του. Μετάημέρας είχον πολλούς φίλους εις την Ώραίαν Ελλάδα, μεταξύ των οποίων ένα τον καλλίτερον, διά την προθυμίαν με την οποίαν επροσπάθει να με διασκεδάζη πάντοτε, και διά την πολλήν του προς εμέ αγάπην. Τον ενθυμούμαι ακόμη όπως τον εγνώρισα κατά τας πρώτας εκείνας ημέρας. Αν εξυρίζετο, ή αν ήτο σπανός δεν ηξεύρω· αλλά τρίχας δεν είχεν εις πρόσωπον μακρουλόν με οφθαλμούς γαλανούς και πονηρούς και μύτην σιμήν. Το ανάστημα του ήτο μέτριον, και ό,τι εφόρει από τον πίλον έως τα υποδήματα όλα μαύρα ήσαν το στήθος του εστόλιζον τα άκρα λαιμοδέτου μεταξωτού κόκκινου, με καρφίδα επί της οποίας ήστραπτε μικρός αδάμας· από τον λαιμόν του έκρεματο άλυσος ωρολογίου χρυσή και χονδρή, και εις τα δάκτυλα του έλαμπον δύο τρεις πολύτιμοι λίθοι. Ο τρόπος του ήτον ευπροσήγορος και μεγαλοπρεπής· προς πάντα απέτεινε τον λόγον με το μειδίαμα εις τα χείλη, τους υπουργούς όλους είχε φίλους, και τας χιλιάδας δραχμάς συνήθεις εις το στόμα. Τοιούτος ήτον ο καλλίτερος μου φίλος, και του Καρδιοκτύπη το όνομα είχε· περί αυτού δε και ο ίλαρχος με είχε κάμει λόγον.
Εντός δύο εβδομάδων, χάρις εις τον καλόν μου φίλον, εγνώρισα όλους τους περιπάτους και όλας τας διασκεδάσεις των Αθηνών, και εσχετίσθην με τα πρόσωπα της αθηναϊκής κοινωνίας τα σπουδαιότερα, καθώς έλεγεν ο καλός μου φίλος, τα χαμερπέστερα, καθώς έμαθον κατόπιν. Μετά τας δύο εκείνας εβδομάδας ο κύριος Καρδιοκτύπης ήρχισε να γίνεται ολιγώτερον περιποιητικός και πρόθυμος, και ολίγον κατ’ ολίγον με εγκατέλειψεν, όταν ησθάνθη ότι τα οικονομικά μου ευρίσκοντο περί την εξάντλησιν.
Εγκαταλειφθείς από τον κύριον Καρδιοκτύπην και τους ομοίους του, και λείψας από την Ωραίαν Ελλάδα, ήρχισα να πλησιάζω τότε άλλου είδους κοινωνίαν, την μαθητεύουσαν νεολαίαν, και εκατόρθωσα να σχετισθώ με αυτήν.
Οι μαθηταί και φοιτηταί των Αθηνών, αριθμούμενοι μεταξύ των τριών και τεσσάρων χιλιάδων, διακρίνονται εις τους εσωτερικούς και τους προερχομένους από το εξωτερικόν. Οι πρώτοι έχουν ως επί το πλείστον τους γονείς των εις την πόλιν, ή είναι συστημένοι εις συγγενικός είτε φιλικάς οικογενείας· οι δεύτεροι όμως αποτελούν κοινωνίαν πολύ περίεργον να σπουδασθή εκ του πλησίον. Συγκατοικούσιν ανάή τρεις εις εν δωμάτιον, και συνήθως εις τας συνοικίας της Πλάκας ή της Νεαπόλεως. Οι σύνοικοι αλλάζουν συχνά, και πολλούς δεν τους βλέπει ο μην εις το αυτό οίκημα με τους αυτούς συντρόφους· είτε διότι οι χαρακτήρες δεν συμφωνούν, είτε διότι ο εις μελέτα με μεγάλην φωνήν την Άλγεβραν του Λάκωνος, ενώ ο άλλος συλλέγει άφωνος τας σημειώσεις της Φυσικής του Στρούμπου, είτε και διότι η νεότης αγαπά πάντοτε την μεταβολήν. Εις του Λαμπράκη την οικίαν, λόγου χάριν, πέντε δωμάτια είναι ενοικιασμένα εις μαθητάς και φοιτητάς· το εν κατοικείται από δύο Μυτιληναίους και ένα Κωνσταντινουπολίτην· το δεύτερον από ένα Βαρναίον και ένα Τραπεζούντιον· το τρίτον από νέον εικοσαετή εκ Περγάμου· ο κύριος αυτός κατοικεί μόνος, φέρει εις τον λαιμόν μεγάλην και χονδρήν άλυσον χρυσήν χωρίς ωρολόγιον, και δίδει συναναστροφάς το εσπέρας με μπακλαβάν αλλ’ αφ’ ου δύο έτη εξηκολούθησεν ως μαθητής χωρίς αποτέλεσμα εις την Β’ τάξιν του Χορτάκη, το τρίτον τούτο παρουσιάζεται εκεί από καιρόν εις καιρόν ως ακροατής· εις το τέταρτον δωμάτιοναδελφοί κάτισχνοι και ωχροί, Ιωαννίται λεγόμενοι αλλά Ζαγορίσιοι όντες, την νύκτα όλην μελετούν και την ημέραν όλην είναι άφαντοι· που τρώγουν και τι τρώγουν κανείς δεν ηξεύρει· εις το πέμπτον κατοικούν τρεις, των οποίων ο εις φωνάζει και λέγει ότι είναι υιός του Τζορμπατζή Νικολάκη από την Προύσαν, και οι άλλοι δύο ποτέ δεν είπον πόθεν είναι.



Εκτενέστερο απόσπασμα του παραπάνω έργου θα είναι διαθέσιμο στις ιστοσελίδες του ΠΟΘΕΓ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της νομικής διαδικασίας εκχώρησης στο ΙΕΛ των σχετικών δικαιωμάτων χρήσης από τους κατόχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του συγκεκριμένου έργου.
Κριτικά Κείμενα