Βαλαωρίτης Αριστοτέλης
 
Βιογραφία
 

Γεννήθηκε στην Λευκάδα, καταγόταν όμως από την Ήπειρο από αρχοντική οικογένεια. Σπούδασε φιλολογία στην Ιόνιο Ακαδημία της Κέρκυρας και συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία, Ελβετία και Γαλλία. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε με την πολιτική και μάλιστα αγωνίστηκε με ιδιαίτερο ζήλο για την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα. Ως βουλευτής της Ιόνιας Βουλής την αντιπροσώπευσε στην εθνοσυνέλευση της Αθήνας στην πανηγυρική συνεδρία για την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα. Εξελέγη επίσης βουλευτής της ελληνικής Βουλής αλλά παραιτήθηκε πολύ σύντομα απογοητευμένος από τα πολιτικά πάθη και τις διχόνοιες που μάστιζαν την πολιτική ζωή του ελληνικού κράτους. Έτσι αποσύρθηκε στην ιδιαίτερή του πατρίδα και αφιερώθηκε αποκλειστικά στο ποιητικό του έργο.

 

Παράλληλα με την πολιτική του δράση έγραψε και δημοσίευσε ποιήματα. Η λατρεία του ποιητή για τους πατριωτικούς αγώνες και τους ήρωες του 1821 τον ώθησαν στη συγγραφή ποιημάτων με θέματα παρμένα από τον αγώνα. Το 1847 εμφανίστηκε στο ποιητικό στερέωμα με τη συλλογή Στιχουργήματα χωρίς ιδιαίτερες αξιώσεις. Το 1857 δημοσιεύει τα Μνημόσυνα, την πρώτη του μεγάλη ποιητική συλλογή και δύο χρόνια αργότερα την Κυρά Φροσύνη και το Σήμαντρο. Ο θαυμασμός του Βαλαωρίτη για την μαρτυρική μορφή του Αθανασίου Διάκου τον ωθεί στη συγγραφή του ομώνυμου επικού ποιήματος, όπου περιγράφει τη μάχη της Αλαμάνας. Το 1879 γράφει τον Φωτεινό, το σημαντικότερο από όλα τα έργα του που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Το έργο είναι εμπνευσμένο από ένα επεισόδιο της μεσαιωνικής Λευκάδας και περιγράφει τις αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ των ξένων φεουδαρχών και των ντόπιων αγροτών.

 

Η ποίηση του Βαλαωρίτη είναι επηρεασμένη από το δημοτικό τραγούδι αλλά και τον κίνημα του Ρομαντισμού της εποχής του, γι’  αυτό και δεν μπόρεσε να αποφύγει τη μεγαλοστομία και το ρητορισμό. Η μεγαλύτερή του όμως συμβολή στα νεοελληνικά Γράμματα υπήρξε γλωσσική. Αυτός αξιοποίησε και επέκτεινε τον εκφραστικό πλούτο του δημοτικού τραγουδιού αφήνοντας σημαντική ποιητική παρακαταθήκη στη δημοτική γλώσσα για τους μεταγενέστερους. Γράφει σε επιστολή:  «Οι προ εμού γράψαντες την δημοτικήν, δεν είχον διαθέσιμον παρά πτωχοτάτην αποθήκην γλωσσικού υλικού. Αν δε λάβης τον κόπον να αναγνώσης τον Διάκον ή τον Αστραπόγιαννον, θα ιδής ότι η γλώσσα του λαού εθαυματούργησεν επαρκέστατα εις όλας τας ανάγκας της ποιήσεως».

 

Ο Κ. Θ. Δημαράς αναφερόμενος στην ποιητική τεχνική του Βαλαωρίτη σημειώνει: «Η τεχνική της δημιουργίας του έχει στη βάση της ένα βουλητικό στοιχείο, μια ψύχραιμη απόφαση·  το κούρδισμα έρχεται ύστερα. Με πολλή κρίση και συγκροτημένη σκέψη εκθέτει τον σκελετό του ποιήματος, όπως ετοιμάζεται να το γράψει· υπάρχει μέσα η λογική αλληλουχία, η θέληση της ενότητας, η ψυχολογική φροντίδα. (…) Ο Βαλαωρίτης προσέχει πολύ τα μετρικά ζητήματα και στοχάζεται πάνω σ’ αυτά τον απασχολεί η μορφολογία του δεκαπεντασυλλάβου και χρησιμοποιεί έναν ιδιάζοντα λαϊκό ενδεκασύλλαβο με σταθερό τόνο στην τέταρτη και τομή ύστερα από την έκτη συλλαβή».