Δροσίνης Γεώργιος
 
Βιογραφία
 

 

Ο Γεώργιος Δροσίνης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1859 και πέθανε στην Κηφισιά το 1951. Η οικογένειά του καταγόταν από το Μεσολόγγι.  Σπούδασε φιλολογία και μετεκπαιδεύτηκε στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Το 1888 επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε τη διεύθυνση του φιλολογικού περιοδικού Εστία. Αργότερα εξέδωσε τα περιοδικά Εθνική Αγωγή, Μελέτη, και Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος.

Πέρα από την πνευματική δράση, επεκτάθηκε και στην κοινωνική και δημόσια ζωή. Ένα πλήθος από καινοτομίες οφείλονται σε πρωτοβουλίες του. Αναλαμβάνοντας Επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαίδευσης στο Υπουργείο Παιδείας, δημιούργησε το Γραφείο Σχολικής Υγιεινής και καθιέρωσε τη γιορτή της Σημαίας. Ύστερα ανέλαβε Διευθυντής Γραμμάτων και Τεχνών στο ίδιο υπουργείο (1913-1923) και οργάνωσε το Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών. Εργάστηκε επίσης αποδοτικά στο «Σύλλογο προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων». Με δική του πρωτοβουλία ιδρύθηκε η «Σεβαστοπούλειος Εργατική Σχολή» και στη δική του βοήθεια οφείλει πολλά ο «Οίκος Τυφλών». Το 1926 έγινε ακαδημαϊκός.

 

Παρουσιάστηκε στα Γράμματα το 1880 με την ποιητική συλλογή Ιστοί Αράχνης, χρονιά που δημοσιεύτηκε και η μοναδική συλλογή Στίχοι του Νίκου Καμπά (1857-1932). Με τις δύο αυτές ποιητικές συλλογές κάνει ουσιαστικά την εμφάνισή της η νέα ποιητική γενιά, η «γενιά του 1880». Οι δύο νέοι ποιητές, μαζί με τον Παλαμά και άλλους ανήκαν στον κύκλο του περιοδικού Ραμπαγάς, ένα σατιρικό και πολιτικό έντυπο το οποίο έγινε το βήμα της νέας γενιάς ποιητών που έφεραν την αλλαγή στα λογοτεχνικά πράγματα της εποχής και πολέμησαν τον ξεπερασμένο ρομαντισμό του Παράσχου και του Βασιλειάδη.

 

Το 1881 ο Δροσίνης δημοσίευσε τη συλλογή Σταλακτίται. Και σ’ αυτή την συλλογή, όπως και στην προηγούμενη κυριαρχούν θέματα ερωτικά και ειδυλλιακά. Το 1884 δημοσίευσε τη συλλογή Ειδύλλια, με την οποία ο ποιητής εγκαταλείπει οριστικά την καθαρεύουσα και προσχωρεί στη δημοτική. Το 1890 τύπωσε τη συλλογή Αμάραντα, το 1902 τη Γαλήνη, το 1914 τα Φωτερά σκοτάδια και το 1918 τα Κλειστά βλέφαρα. Άλλες ποιητικές συλλογές του είναι: Θα βραδυάζη (1923), Η πεντάμορφη (1924), Το μοιρολόγι της όμορφης (1927), Είπε (1932), Φευγάτη χελιδόνα (1936), Σπίθες στη στάχτη (1940) και Λαμπάδες (1947).

 

Η ποίηση του Δροσίνη έχει έντονο το λαογραφικό στοιχείο και είναι επηρεασμένη από τους Γάλλους παρνασσιστές, τον Heine και τον Coppèe. Τα ποιήματά του διακρίνονται για τη χάρη και την κομψότητα στη μορφή και πολλά έχουν ειδυλλιακό και φυσιολατρικό περιεχόμενο. Ο Δροσίνης δεν είναι ποιητής με ιδιαίτερες κοινωνικές ανησυχίες και προβληματισμούς. Είναι ένας παρατηρητής της φύσης, της γραφικότητας και της ειδυλλιακής ζωής.   Την ποίηση του Δροσίνη, επισημαίνει ο Λίνος Πολίτης, διακρίνει η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η εμμονή στη λεπτομέρεια. Μερικά ποιήματά του μελοποιήθηκαν και το ποίημα «Η ανθισμένη αμυγδαλιά» έχει γίνει λαϊκό τραγούδι.

 

Παράλληλα με την ποίηση, ασχολήθηκε και με την πεζογραφία, με θέματα που είναι κι αυτά αντλημένα από τη φύση,  την παράδοση και την εθνική ιστορία. Δημοσίευσε κυρίως ηθογραφικά διηγήματα, εκφράζοντας έτσι την ένταξή του στο γενικότερο κλίμα της «γενιάς του ’80». Από το πεζογραφικό του έργο ξεχωρίζουν οι Αγροτικαί επτιστολαί (1882), Διηγήματα και αναμνήσεις (1886), Το ανθισμένο ξύλο (1948) Έρση (1922), Σκόρπια φύλλα της ζωής μου (1940), Aμαρυλλίς (1886).

 

Τόσο στην ποίησή του όσο και στα πεζά του κείμενα, είναι πάντοτε απλός, φωτεινός, εύκολος και αισιόδοξος. Κατακτά  αμέσως τον αναγνώστη, γι’ αυτό και αγαπήθηκε πολύ, ιδίως από τους μαθητές.