Κονδυλάκης Ιωάννης
 
Βιογραφία
 

 

Ο Ιωάννης Κονδυλάκης γεννήθηκε το 1861 στην Άνω Βιάννο της Κρήτης. Η  οικογένειά του υπήρξε γνωστή για τους αγώνες της για την ελευθερία του νησιού. Μετά την επανάσταση του 1866 και τη συμμετοχή του πατέρα του και πολλών συγγενών του σ’ αυτήν, αναγκάστηκε να καταφύγει στον Πειραιά με την οικογένειά του, εξαιτίας των διωγμών που υπέστησαν οι αγωνιστές μετά την αποτυχία του κινήματος. Το 1869 επέστρεψε πάλι στη γενέτειρά του, όπου και έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Στη συνέχεια συνέχισε τις γυμνασιακές σπουδές του στο Ηράκλειο και το 1884 αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο της Αθήνας. Μεσολάβησε διακοπή των σπουδών του από το 1877 και ως το 1883, περίοδος κατά την οποία πήρε μέρος στην επανάσταση της Κρήτης, εργάστηκε στο Εφετείο και το Ειρηνοδικείο Χανίων και στις λιμενικές Αρχές της Σητείας και ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του δραστηριότητα σε εφημερίδες των Χανίων.

 

Το 1884 διακρίθηκε στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού Εστία με το έργο του Η Κρήσσα ορφανή και εξέδωσε την πρώτη συλλογή διηγημάτων με τίτλο Διηγήματα. Τον ίδιο χρόνο γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, όμως λόγω οικονομικών δυσχερειών δε μπόρεσε να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Κρήτη, εργάστηκε ως δάσκαλος στο Μώδι της Κυδωνίας, σύντομα όμως παραιτήθηκε και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία αρχικά στα Χανιά και στη συνέχεια στην Αθήνα, όπου κατέφυγε το 1889 διωγμένος από τις τουρκικές αρχές, εξαιτίας του πατριωτικού περιεχομένου των έργων του.

 

Στην Αθήνα συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες (Άστυ, Εφημερίς, Σκριπ) και από το 1885 έγινε μόνιμος συντάκτης στο περιοδικό Εμπρός με το ψευδώνυμο «Διαβάτης». Παράλληλα σύχναζε στο φιλολογικό καφενείο του Ζαχαράτου και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στους λογοτεχνικούς κύκλους. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Συντακτών.

 

Βαθιά επίδραση στην ψυχοσύνθεσή του άσκησε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Το 1918 έφυγε ξανά για την Κρήτη και επισκέφτηκε την Αλεξάνδρεια. Επέστρεψε στα Χανιά το 1919 σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση και ένα χρόνο αργότερα προσβλήθηκε από ημιπληγία και πέθανε στο Πανάνειο νοσοκομείο του Ηρακλείου.

 

Στο χώρο της δημοσιογραφίας ο Κονδυλάκης ασχολήθηκε κυρίως με το χρονογράφημα. Συνολικά δημοσίευσε περίπου 6000 χρονογραφήματα, καλλιεργώντας το είδος και προσδίδοντάς του λογοτεχνική αξία.

Έγραψε επίσης επιφυλλίδες, σχολικά αναγνώσματα και επαναστατικά απομνημονεύματα, ενώ συμπλήρωσε την Ιστορία των Επαναστάσεων της Κρήτης των Ζαμπέλιου και Κριτοβουλίδη και μετέφρασε γαλλικά μυθιστορήματα και τα Άπαντα του Λουκιανού.

 

Στο χώρο της λογοτεχνίας ασχολήθηκε κυρίως με το διήγημα και τη νουβέλα. Τα έργα του τοποθετούνται στο χώρο της ηθογραφίας, με έντονα ψυχογραφικά στοιχεία και ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί και η γλώσσα του, μείγμα καθαρεύουσας και κρητικής διαλέκτου. Το σημαντικότερο και πιο γνωστό από τα έργα του είναι  ο Πατούχας, το οποίο δημοσιεύτηκε πρώτα στην Εφημερίδα το 1892 και το 1816 εκδόθηκε σε βιβλίο με μερικές αλλαγές. Στο έργο αυτό ο Κονδυλάκης περιγράφει με χιούμορ και σε γλώσσα καθαρεύουσα, διανθισμένη με πολλά ιδιωματικά στοιχεία, τη ζωή ενός δεκαοκτάχρονου Κρητικού. Ο Πατούχας θέλοντας να αποφύγει την βαναυσότητα του δασκάλου του, φεύγει από το χωριό και μεγαλώνει στα βουνά κοντά στα κοπάδια του πατέρα του. Όταν όμως επιστρέφει, δύσκολα προσαρμόζεται στην κοινωνική ζωή. Η προσπάθειά του να γίνει «κοινωνικός» περιγράφεται σε μια σειρά από κωμικά παθήματα.

 

Άλλα γνωστά έργα του είναι Οι άθλιοι των Αθηνών (1895), στο οποίο απεικονίζεται με νατουραλιστικό τρόπο ο υπόκοσμος της Αθήνας, Όταν ήμουν δάσκαλος (1916) και η Πρώτη Αγάπη (1919), το μόνο που έγραψε στη δημοτική.

 

Ο Κονδυλάκης σ’ όλα του τα έργα εμπνέεται από τη ζωή στην ιδιαίτερή του πατρίδα με μιαν ιδιαίτερη αγάπη για τα πρόσωπα και τους τόπους.