Λαπαθιώτης Ναπολέων
 
Βιογραφία
 

 

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης γεννήθηκε το 1888 στην Αθήνα, από μητέρα Γαλλίδα και πατέρα στρατηγό, τον Λεωνίδα Λαπαθιώτη, που ήταν έντονα πολιτικοποιημένος και συμμετείχε ενεργά στα πολιτικά δρώμενα της εποχής. Από μικρός έδειξε ιδιαίτερη κλίση στις τέχνες και τα Γράμματα, και συγκεκριμένα στην ποίηση, τη μουσική (έπαιζε πιάνο) και τη ζωγραφική, ενώ μιλούσε άπταιστα γαλλικά, αγγλικά και ιταλικά. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

Πρωτοπαρουσιάστηκε στα γράμματα το 1907, όταν μαζί με άλλους εξέδωσε το περιοδικό Ηγησώ, στις στήλες του οποίου δημοσιεύτηκαν πολλά ποιήματά του. Αργότερα άρχισε να συνεργάζεται με πολλά περιοδικά, όπως τα Παναθήναια, Νουμάς, Πυρσός, Μούσα, Έσπερος (Σύρου), δημοσιεύοντας ποιήματα, διηγήματα, πεζοτράγουδα και μεταφράσεις ξένων συγγραφέων (Ουίτμαν, Πόε κ.ά.). Το 1914 δημοσίευσε στο περιοδικό Νουμάς το Μανιφέστο, στο οποίο καταφερόταν κατά του πνευματικού κατεστημένου της εποχής και το οποίο προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Δημοσίευσε επίσης μια εκτενή κριτική για τον Παπαδιαμάντη στην εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα το 1923.

 

Σε ένα ταξίδι του στην Αίγυπτο ως διερμηνέας του πατέρα του, γνωρίστηκε με τον Κωνσταντίνο Καβάφη, την προσωπικότητά του οποίου θαύμαζε και αργότερα με την επιστροφή του στην Αθήνα ασχολήθηκε με την ποίησή του. Το 1924 ξεκίνησε τη συνεργασία του με το περιοδικό Μπουκέτο, ενώ το 1925 εξέδωσε την εφημερίδα Καλλιτεχνική και Φιλολογική Ζωή, η οποία όμως σταμάτησε στο τρίτο τεύχος. Το 1927 ασπάστηκε την κομμουνιστική ιδεολογία και άρχισε να το δημοσιοποιεί. Με κείμενό του την 1η Μαΐου του 1927 προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών ζήτησε τη διαγραφή του από το θρησκευτικό ποίμνιο. Το 1930 άρχισε τη συνεργασία του με τη Νέα Εστία.

 

Εν τω μεταξύ, ιδιαίτερα μετά την επιστροφή του από την Αίγυπτο, επέλεξε να ζει μια ζωή γεμάτη απολαύσεις και νυχτερινή ζωή, ενώ ταυτόχρονα άρχισε να κάνει χρήση ναρκωτικών. Το 1937 πέθανε η μητέρα του, γεγονός που τον οδήγησε σε βαθιά θλίψη. Το 1939 τύπωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, ενώ άρχισε να έχει έντονα οικονομικά προβλήματα. Το 1940, ο πόλεμος τον βρίσκει οικονομικά και ψυχικά εξαθλιωμένο. Είναι βυθισμένος στη φτώχεια και εξουθενωμένος από τη μακροχρόνια χρήση ναρκωτικών. Για να επιβιώσει αρχίζει να πουλά την πλούσια βιβλιοθήκη του και προσωπικά του αντικείμενα. Το 1943 ετοιμάζεται να εκδώσει τη δεύτερη ποιητική του συλλογή, αλλά η έκδοση ματαιώθηκε για άγνωστους λόγους. ΄Εχει αρχίσει να ανακοινώνει στους φίλους του την πρόθεσή του να αυτοκτονήσει. Αποκτά σύνδεσμο με τον αντάρτικο στρατό του Ε.ΛΑ.Σ. και καλεί μία ομάδα ελασσιτών στο σπίτι του, όπου τους παραδίδει τα όπλα του πατέρα του. Στις 7 Γενάρη του 1944 δίνει τέλος στη ζωή του με περίστροφο.

 

Ο Λαπαθιώτης, όπως και οι περισσότεροι ποιητές της γενιάς του, είναι εμποτισμένος από ένα βαθύτατο αίσθημα απιστίας, ενώ η ποίησή του χαρακτηρίζεται από μια διάθεση φυγής και διάλυσης και είναι φορέας ενός παρακμιακού πνεύματος. Ποιητής χαμηλών τόνων, είναι επηρεασμένος στα πρώτα τουλάχιστον ποιήματά του από τον αισθητισμό και τον αισθησιασμό των ποιητών των αρχών του αιώνα (Walter Pater, Oscar Wilde), οι οποίοι προσπαθούσαν να συνδυάσουν την τέχνη με μια προσωπική ζωή ιδιόρρυθμη και αριστοκρατική. Καλλιέργησε μια ποίηση νεορομαντική (κυρίως ως προς την ψυχική διάθεση και χωρίς τις μεγαλοστομίες του Ρομαντισμού) και επηρεασμένη από την ποίηση των Γάλλων συμβολιστών, όπου κυριαρχούν τόνοι απελπισμένοι και μελαγχολικοί και το αίσθημα του ιδανικού και της νοσταλγίας.

Όσο ζούσε τύπωσε μονάχα μια επιλογή ποιημάτων του με τον τίτλο Τα ποιήματα (1939). Μετά το θάνατό του το μεγαλύτερο μέρος του έργου του εκδόθηκε συγκεντρωμένο με τον ίδιο τίτλο από τον Άρη Δικταίο.