Μαρωνίτης Ν. Δημήτρης, Οι εποχές του «Κρητικού»
 
 
Πίσω Μπρος. Προτάσεις και Υποθέσεις για τη νεοελληνική ποίηση και πεζογραφία, Εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα 1986, Σσ.13-26, 28-29, 31-35
 
 
[...]Θα μιλήσω για τον Κρητικό του Σολωμού, πιο συγκεκριμένα, για τα τέσσερα επίπεδα που δημιουργεί η λυρική του αφήγηση - τις «εποχές» του έργου, όπως τις ονομάζει ο ίδιος ο ποιητής με την ελληνικής ρίζας λέξη στο ιταλόγλωσσο σχόλιο των Αυτογράφων του.
Αν ονομάσουμε μόρια τα επιμέρους θέματα [τα «μοτίβα»] που συντάσσουν κάθε ποιητική περίοδο [δηλ. μέρος ή ενότητα του Κρητικού: 1-5], και συγκρίνουμε αναλογικά τη σχέση τους προς την έκταση κάθε ενότητας σε στίχους, έχουμε τον ακόλουθο πίνακα [χωρίς τα μοτίβα των παραλλαγών]:
Ενότητα 18 [1]: 2 μόρια 6 στίχοι
» 19 [2]: 3 18
» 20 [3]: 3 14
» 21 [4]: 6 38
» 22 [5]: 7 28
[...] γίνεται σαφές ότι η σύνθεση προχωρεί αυξαίνοντας τους όγκους της και εσωτερικά (αριθμός μορίων) και εξωτερικά (αριθμός στίχων), Αυτή την κλίμακα, φαινομενικά μόνο, τη διακόπτει η παρένθετη ενότητα 19.[2]. [...]
[...] Η αφήγηση [...] δεν παρακολουθεί συνεχώς τα επεισόδια στη χρονογραφική τους διαδοχή [...]. Κάθε τόσο η ευθύγραμμη [...] πορεία ανακόπτεται, και στα διάκενα της αναπτύσσονται αναδρομές [αναλήψεις] και προβολές [προλήψεις]. Οι πρώτες μας βυθίζουν πίσω από τον επεισοδιακό χρόνο της σύνθεσης [...]. Οι προβολές, αντίθετα, μας βγάζουν μπροστά και πάνω από το κλειστό κύκλωμα των βασικών επεισοδίων, ενώνοντας το αφηγούμενο παρελθόν με το αφηγηματικό παρόν στο πρόσωπο του πολλαπλά δοκιμασμένου ήρωα. Τέλος, η ενότητα 19.[2], με το θέμα της έσχατης κρίσης, υπερβαίνει το φυσικό χρόνο και το φυσικό χώρο, προβάλλοντας τη μεταφυσική εκδοχή του ποιήματος. [...]
Η δράση του ποιήματος ορίζεται εξαρχής με κέντρο το μάτι του αφηγητή. To έργο γεννιέται, καθώς το φως σχίζει το σκοτάδι και η φωνή την αφωνία.
Η πρώτη λέξη (Εκοίταα) σημαδεύει το απόμακρο κι ανέφικτο ακρογιάλι στο βάθος του ορίζοντα. Το ίδιο όμως σημάδι (ο γιαλός) βρίσκεται και στη σφραγίδα του ποιήματος. Αυτός ο κύκλος που δημιουργείται με την ίδια λέξη στην αρχή και στο τέλος της σύνθεσης είναι, πιστεύω, μια από τις πολλές ενδείξεις ότι το ποίημα δεν είναι απόσπασμα, αλλά σύνολος λόγος με κοινό ορόσημο στην αφετηρία και στην κατάληξή του. [...]
[...] η βασική [...] εποχή του Κρητικού [επεισόδιο τη νύχτα του ναυαγίου] πιάνει 60 στίχους από τους 134, που είναι το σύνολο του ποιήματος. Το υπόλοιπο μοιράζεται στις άλλες εποχές του έργου. [...]
Η περιφερειακή εποχή -δεύτερη σε σειρά και βάθος- συντίθεται βασικά από φυγόκεντρες μνήμες του ήρωα˙ άλλες παλίνδρομες κι άλλες πρόδρομες, σε σχέση πάντα με το κλειστό επεισοδιακό κύκλωμα που περιγράψαμε προηγουμένως. [...]
Το φάσμα που δίνουν όλες αυτές οι παλίνδρομες μνήμες [...]: συνοπτική αλλά πλήρης σχεδόν βιογραφία <του ήρωα>, έως την κρίσιμη μέρα του επεισοδιακού ναυαγίου [...].
Πιο φειδωλές είναι οι πρόδρομες μνήμες. Τις βρίσκουμε υποκείμενες σε δύο σημεία του ποιήματος:
19.[2], 4 : σαφής αναφορά στο θάνατο της κόρης [...].
22.[5], 7-14 : αυτοπροσωπογραφία του Κρητικού στο παρόν [...].
Η εσχατολογική εποχή του ποιήματος προβάλλεται στην παρένθετη [...] 19.[2] ενότητα. [...]
Σχηματοποιώ, ανακεφαλαιώνω και σχολιάζω:
1. Ονομάζω πρώτη εποχή του ποιήματος το πλαίσιο χρόνου και χώρου που συνθέτουν τα βασικά του ευθύγραμμα επεισόδια: το ναυάγιο, η νηνεμία, η ανάδυση της Φεγγαροντυμένης, η διάχυση του γλυκύτατου ήχου, ο αιφνίδιος θάνατος της κόρης την ύστατη ώρα της δοκιμασίας.
2. Ονομάζω δεύτερη εποχή του έργου τον ομόκεντρο κύκλο που περιβάλλει την πρώτη εποχή και το χώρο επομένως που ορίζουν οι διαφυγές από τον πρώτο κύκλο. Η δεύτερη αυτή περιφέρεια μοιράζεται άνισα ανάμεσα στις παλίνδρομες μνήμες (βρεφική ηλικία, εφηβεία, πολεμική δραστηριότητα στην Κρήτη, εκπατρισμός του κρητικού) και στις πρόδρομες: εκείνες που ιχνογραφούν τον ήρωα ύστερα από το κρίσιμο ναυάγιο, ύστερα από το χαμό της κόρης, με τη σφραγίδα μιας δωρεάς που τον βοηθεί να γαληνεύει τις εφιαλτικές νύχτες της πολύτροπης μοναξιάς του.
3. Ονομάζω τρίτη εποχή τον ομόκεντρο κύκλο που περιέχει τους δύο προηγούμενους· αυτόν που εκβιαστικά σχεδόν, με το μοτίβο της έσχατης κρίσης, συνεισφέρει στην κοίτη του ποιήματος ένα χρόνο άχρονο κι ένα χώρο εξαγιασμένο. [...]
4. Παρά ταύτα και οι τρεις προηγούμενες εποχές σπαρταρούν μέσα στο δίχτυ του χρόνου που δημιουργεί και αναλίσκει ο αφηγητής εκφέροντας τη σύνολη ιστορία του. Αυτός ο χρόνος-η τέταρτη εποχή-θεματικά εξαρτάται από το ρημαγμένο παρόν του Κρητικού, ο οποίος αναπλάθει την προηγούμενη ζωή του [...]. Ουσιαστικά όμως αυτή η τέταρτη εποχή είναι ο χρόνος [...] της ποιητικής πράξης. Γιατί, από τη στιγμή που σε όψιμο χρόνο αναλαμβάνει ο Κρητικός να αφηγηθεί το τραγικό του ναυάγιο [...], την ώρα δηλαδή που υφαίνει τη λυρική του αφήγηση, ασκεί πια τη δωρεά που του κληροδότησαν το όραμα της Φεγγαροντυμένης και ο ανήκουστος ήχος. [...]
Οι τέσσερις αυτές εποχές στρέφονται όλες γύρω από τον άξονα της δοκιμασίας: πολεμικοί αγώνες, ξεκλήρισμα φαμίλιας, απώλεια συντρόφων, λαβωματιές, εκπατρισμός, ναυάγιο, χαμός της κόρης, έσχατη κρίση και συντέλεια αυτού του κόσμου - θάνατος πριν από την ανάσταση. Όλα αυτά είναι καθαρά σημάδια της δοκιμής. Ένα από τα παραλειπόμενα μόρια της ενότητας 21. [4] είναι ακριβώς αυτό. Ο πόνος είναι δοκιμή, λέει ένα σπαραγμένο ημιστίχιο της τελευταίας επεξεργασίας. Κι ένας άλλος στίχος που δεν βρήκε θέση στο κείμενο του Πολυλά εξομολογείται: Τούτη η ψυχή είναι βαθιά κι εγιόμισε από πόνο. Κι ο Σολωμός υποσημειώνει σε γλώσσα ιταλική <βλ. κείμενο στο Παράρτημα, 8>. [...]
Η οριζόντια εξάλλου διάμετρος αυτής της τετράκυκλης κίνησης που πραγματοποιεί το ποίημα είναι η αβάσταχτη έκπληξη της ζωής: το αιφνίδιο πέρασμα από τη γέννηση στο θάνατο, από τον έρωτα στο χάρο, από την έκσταση στον καταποντισμό. [...]
Αυτές οι δύο βαθιές γραμμές, λοιπόν, σταυρώνουν το έργο, ενώ οι τέσσερις εποχές μεταμορφώνουν συνεχώς τον Κρητικό [...].
Αυτά είναι τα διαδοχικά είδωλα του Κρητικού μοιρασμένα στις τέσσερις εποχές του ποιήματος. Καθώς περνά ο ήρωας από το ένα σκαλοπάτι στο άλλο, φυραίνει κι ερημώνει το κορμί του, αλλά οξύνεται η όραση κι η ακοή του, κι η φωνή του στο τέλος γίνεται έναρθρη μουσική. Αυτή είναι η σκάλα που οδηγεί στην ποίηση, όχι όπως τη φαντάζονται οι γλυκασμοί των άμουσων. [...]
Την ίδια σκάλα είχε ανέβει κι ένας πανάρχαιος πρόγονος του Κρητικού: ο Οδυσσέας. Αφού οι δοκιμασίες είχαν οργώσει το πετσί του, λίγο πριν από το νόστο του έγινε κι αυτός -σαν τον Κρητικό- αφηγητής, δηλαδή ο ποιητής.