Σαχίνης Απόστολος, «Εισαγωγή. Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής και Ο Αυθέντης του Μορέως»
 
 
Ο Αυθέντης του Μορέως, Εκδόσεις Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 1989, Σσ.17-23
 
 
Όπως βλέπουμε, Ο Αυθέντης του Μωρέως έχει κυρίως ιστορικό και ιπποτικό χαρακτήρα· κατά δεύτερο λόγο το μυθιστόρημα έχει από τη μια μεριά ερωτικό και από την άλλη πολιτικό χαρακτήρα. Ο ερωτικός χαρακτήρας του φανερώνεται με τον ουσιώδη ρόλο που παίζουν τα ερωτικά ζεύγη Άννα Κομνηνή-Γουλιέλμος Δελαρόσης και Αγνή Κουρτεναίη - Γοδοφρείδος Βιλλαρδουίνος Β’ στη δράση του· κι εδώ, όπως και στα άλλα αφηγηματικά έργα του Α. Ρ. Ραγκαβή, ο αμοιβαίος ιδανικός έρωτας θριαμβεύει στο τέλος και συντελεί στην ευτυχισμένη και ταιριασμένη ένωση των δυο ερωτευμένων. Ο πολιτικός εξάλλου χαρακτήρας του μυθιστορήματος εκδηλώνεται με τις συνεχείς ραδιουργίες, μηχανορραφίες, σκευωρίες, δολοπλοκίες, συνωμοσίες, προδοσίες, που κατακλύζουν τις σελίδες του· πρόκειται για πολιτικούς ανταγωνισμούς, για διεκδίκηση της εξουσίας, για διπλωματικούς ελιγμούς προς εξασφάλιση επιρροών. Ωστόσο, το αν Ο Αυθέντης του Μωρέως έχει, παράλληλα προς τον πολιτικό, και πατριωτικό χαρακτήρα, είναι θέμα συζητήσιμο, γιατί πρέπει να σκεφτεί κανείς - να συνδυάσει και να συνυπολογίσει με το μύθο και με τη δράση του έργου - και την οικτρή τύχη της απόπειρας ανταρσίας των Ελλήνων, η οποία προδίδεται από έναν άλλον Έλληνα, τον Πετραλείφα, και τον απρόσφορο για εθνική εξέγερση και πολιτική ή πολεμική ηγεσία χαρακτήρα του Λέοντα Χαμάρετου. Άλλωστε η ενδεχόμενη πατριωτική πλευρά του μυθιστορήματος, η αποτυχημένη δηλαδή απόπειρα εξέγερσης των Ελλήνων, εκφράζεται μόνο με τα μεγάλα λόγια - όχι με συγκεκριμένες αποτελεσματικές πράξεις, ώστε να πείθει τον επαρκή και ειδοποιημένο αναγνώστη. Δεν πρέπει, εξάλλου, να λησμονούμε πως ο Α. Ρ. Ραγκαβής, στη διεκδίκηση της «Αυθεντείας του Μωρέως» τάσσεται με το μέρος του Γοδοφρείδου Βιλλαρδουίνου· αλλά και γενικά, σ’ ολόκληρο το μυθιστόρημα, κρατά πάντα ευνοϊκή στάση απέναντί του και μιλά με τα πιο επαινετικά λόγια για την ανδρεία του και τη σοφία του. Στο τέλος μάλιστα του έργου οι προδομένοι και νικημένοι Έλληνες επίδοξοι επαναστάτες ζητωκραυγάζουν τον Γοδοφρείδο Βιλλαρδουίνο (βλ. σ. 247).
Υποστηρίχτηκε, άκριτα και ατεκμηρίωτα, η γνώμη πως ο Α. Ρ. Ραγκαβής, με τον Αυθέντη του Μωρέως, θέλησε να εκφράσει το μεγαλοϊδεατισμό του και να διαδόσει «καθησυχαστικές» απόψεις, παραβλέποντας συνειδητά και ηθελημένα τα κοινωνικά προβλήματα. Η γνώμη αυτή αγνοεί τα πραγματικά και αντικειμενικά δεδομένα της ανάπτυξης και της εξέλιξης του μυθιστορηματικού είδους, και προδίδει προκατασκευασμένες, αν όχι δογματικές, εκτιμήσεις. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ως το 1850 τα μυθιστορήματα στην Ελλάδα (βλ. την προηγούμενη νεοελληνική μυθιστορηματική παραγωγή), αλλά σε μεγάλο βαθμό ακόμα και στη δυτική Ευρώπη, δεν έθιγαν κοινωνικά θέματα, ώστε να τα ζητούμε επίμονα από τον Α. Ρ. Ραγκαβή, το ίδιο το βιβλίο, Ο Αυθέντης του Μωρέως, με την πλοκή και κυρίως με τη λύση του, δεν μπορεί να στηρίξει μια τέτοια άποψη. Η πατριωτική απόπειρα εξέγερσης του Λέοντα Χαμάρετου προδίδεται από τον Πετραλείφα και αποτυγχάνει οικτρά, και ο ίδιος στο τέλος αυτοκτονεί εντυπωσιακά. Αυτή η απόπειρα εξέγερσης των Ελλήνων όχι μόνο δεν εμφανίζεται στο μυθιστόρημα με τη σοβαρότητα που θα ταίριαζε στο θέμα - και τούτο κυρίως εξαιτίας του χαρακτήρα του αρχηγού της - αλλά φαίνεται και σαν να διακωμωδείται. Ο Λέων Χαμάρετος, όπως μας παρουσιάζεται στο έργο, είναι βέβαια ενθουσιώδης και ανδρείος, αλλά και εύπιστος, κάπως αφελής, συναισθηματικά αδύνατος, χωρίς ανταπόκριση ερωτευμένος με την Άννα Κομνηνή· ο ρομαντικός, εξηρμένος και απροσγείωτος στην πολιτική πραγματικότητα της εποχής του χαρακτήρας του δεν είναι καμωμένος από τη σκληρή ύλη του αρχηγού: ο Λέων Χαμάρετος, έτσι όπως τον ψυχογραφεί και τον διαγράφει ο Α. Ρ. Ραγκαβής στον Αυθέντη του Μωρέως, δεν μας πείθει πως μπορεί να ήταν ο γεννημένος και προικισμένος ηγέτης μιας εθνικής εξέγερσης. Κι έχει δίκιο ο Πετραλείφας όταν του λέει: «Τα αισθήματά σου είναι γενναία· η γενναιότης όμως μη υπακούουσα εις την φρόνησιν, καταστρέφει μεν λαμπρώς, αλλά καταστρέφει» (σ. 217).
Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα, όμως η γλώσσα του σήμερα δεν μας ενοχλεί· δεν είναι βαριά ούτε σχολαστική. Ο Α. Ρ. Ραγκαβής εδώ έχει γοργότητα και κομψότητα στην έκφραση, και πολλές φορές και χάρη. Στον Αυθέντη του Μωρέως διακρίνει κανείς χωρίς δυσκολία αφηγηματικά και περιγραφικά χαρίσματα, καθώς και ικανότητες στη σύνθεση και την αρχιτεκτονική. Ιδού μια ωραία περιγραφή, από τα ανάκτορα του Γοδοφρείδου Βιλλαρδουίνου στη Σπάρτη, που μας μεταφέρει στην ιπποτική ατμόσφαιρα των χρόνων εκείνων: «Συγχρόνως δε μεγάλη επεκράτει κίνησις και εις του Βαΰλλου τους οίκους. Ιππόται σιδηροφορούντες ανέβαινον και κατέβαινον, όπλων κλαγγή αντήχει εν ταις αιθούσαις, οι ίπποι, ως εις μάχην εσταλμένοι, εχρεμέτιζον, περιαγόμενοι εις την αυλήν υπό των ιπποκόμων, πολλοί των κατακτητών της Πελοποννήσου Βαρόνων, τινές των εγχωρίων αρχόντων αυτής, εις ους οι κατακτηταί είχον παραχωρήσει πολλάς τιμάς και ολίγα προνόμια, πολλαί τέλος εκατέρων γυναίκες, όλαι εμπρέπουσαι εις κάλλος και κόσμον, επλήρουν την μεγάλην αίθουσαν, και μόνον περιεμένετο ακόμη ο τοποτηρητής» (σ. 32). Παραθέτω μια ακόμα επιτυχημένη περιγραφή της Ανδραβίδας, όπου έχουμε και πάλι μια αναπαράσταση των εορταστικών συνηθειών της εποχής: «Η Ανδραβίδα... εστολίσθη ως νύμφη, και εκορυβαντία ως μεθύουσα. Αι οικίαι είχον έξωθεν πλουσίους τάπητας καταπεπετασμένους, στέφανοι εκρέμαντο εις όλας τας θύρας και τα παράθυρα, άνθη εστρώννυον τας οδούς, και αψίδες κατάκοσμοι υψούντο εις τας τριόδους, εφ’ ων ήσαν παρατεταγμέναι μουσικαί χορείαι, και όθεν κατήρχοντο χείμαρροι μελών και ασμάτων» (σ. 203).
Από τις πρώτες σελίδες του Αυθέντου του Μωρέως ο αναγνώστης παρακολουθεί με αμείωτο ενδιαφέρον την εκδίπλωση του μύθου και την πλοκή· από την πρώτη στιγμή συναντά ραδιουργίες, δολοπλοκίες, μυστηριώδεις σκηνές. Η κλίση του Α. Ρ. Ραγκαβή προς τη διπλωματία διακρίνεται καθαρά εδώ, και ίσως οι ωραιότεροι διάλογοι και οι ωραιότεροι λεκτικοί διαξιφισμοί στο μυθιστόρημα να είναι εκείνοι που γίνονται πάνω σε πολιτικές μηχανορραφίες και διπλωματικούς ελιγμούς, όπως π.χ. ανάμεσα στον Γοδοφρείδο Βιλλαρδουίνο και τον πράκτορα του βαρώνο Ραιμόνδο (βλ. σ.44 κ.ε. και αλλού) ή ανάμεσα στον Βιλλαρδουίνο και τον Πετραλείφα (βλ. σ. 187 κ.ε. και αλλού). Γιατί πρέπει να ομολογήσουμε πως οι διάλογοι αυτοί είναι καλογραμμένοι και ζωντανοί, και πως οι διαξιφισμοί μαρτυρούν πολλήν ευφυΐα. Αυτός ο αγώνας του Ραιμόνδου, απεσταλμένου του Βιλλαρδουίνου, και του Ιωάννη Νόννου, αντιπροσώπου του Πετραλείφα, που προσκολλήθηκαν στην υπηρεσία του νεαρού και άπειρου Ροβέρτου Σαμπλίτη, με μυστική αποστολή ο πρώτος να καθυστερήσει και ο δεύτερος να επιταχύνει την άφιξή του στην Πελοπόννησο, είναι πολύ συναρπαστικός για τον αναγνώστη που ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την περιπέτεια. Ο Α. Ρ. Ραγκαβής στον Αυθέντη του Μωρέως δέχτηκε, χωρίς να το κρύβει, τη δυναστευτική επίδραση του Walter Scott και πιο συγκεκριμένα του Ivanhoe. «Αλλ’ εις την στιγμήν ταύτην», γράφει, «νέα σάλπιγξ ηκούσθη, και όλοι, στρέψαντες τα βλέμματα προς την είσοδον, είδον εισορμώντα ιππότην, όστις είχε κεκλεισμένον του κράνους το προσωπείον, μέλανα ίππον, καταμέλαιναν την ενδυμασίαν, και ουδέν έφερεν ουδ’ έμβλημα ουδέ κόσμημα» (σ. 60). Είναι φανερό πως εδώ έχουμε τον Black Knight, δηλαδή τον Richard Coeur-de-lion, του Ivanhoe. Ωστόσο ο Α. Ρ. Ραγκαβής δεν διστάζει να παραδεχτεί τη μίμηση, και σημειώνει παρακάτω στην ίδια σελίδα: «Σκιά του μεγαλειτέρου των συγχρόνων μυθιστοριογράφων, θέλεις άρα εξεγερθή ενώπιον του μέλανός μου Ιππότου, και μοι τον αμφισβητήσει ως δάνειον εκ του ανεξαντλήτου θησαυρού των λαμπρών εφευρέσεών σου; Και πρέπει ν’ αποσιωπήσω εν των πρωτίστων συμβάντων του αξιομνημονεύτου εκείνου αθλητικού αγώνος μόνον ίνα μη συναντηθώ μετά σου; Ουχί. Βιαζόμενος να βαδίσω επί τα ίχνη σου, πως καλλίτερον δύναμαι να ειπώ ή ως είπας συ; Ο φόβος μη ελεγχθώ σος μιμητής δεν θέλει μ’ αναχαιτίσει· εξ εναντίας θέλω σεμνύνεσθαι προσδεθείς εις το άρμα της σης μεγαλοφυίας, ουδέ θέλω εγκαταλείψει τον μέλανά μου Ιππότην διότι αναπολεί εν των ωραιοτέρων πλασμάτων της φαντασίας σου» (σ. 60-61).
Ο Αυθέντης του Μωρέως είναι ιπποτικό μυθιστόρημα· έτσι, στις σελίδες του δεσπόζει η εξωτερική περιπέτεια. Δεν υπάρχει ψυχογραφικό ενδιαφέρον του συγγραφέα εδώ, ούτε μαθαίνουμε τίποτα από τον εσωτερικό κόσμο των προσώπων του. Ωστόσο δεν πρέπει να του καταλογίσουμε κανένα μειονέκτημα από την άποψη αυτή. Το ιπποτικό μυθιστόρημα είναι αφήγηση, κίνηση και δράση, και όλα αυτά υπάρχουν στον Αυθέντη του Μωρέως· υπάρχει ακόμα, κατά κάποιον τρόπο, και η επική πλευρά: η εξεικόνιση, η αναπαράσταση και η σύνθεση μιας εποχής. Τα μυθιστορηματικά πρόσωπα διαγράφονται καθαρά και ανάγλυφα στις σελίδες του βιβλίου, τα αναγνωρίζουμε και δεν τα ξεχνούμε εύκολα, όπως π.χ. τον Γοδοφρείδο Βιλλαρδουίνο, που είναι ο κεντρικός ήρωας και συνάμα η πιο ενδιαφέρουσα μορφή στον Αυθέντη του Μωρέως και που ο Α. Ρ. Ραγκαβής μας τον παρουσιάζει έξυπνο, δραστήριο, μεγαλόκαρδο και με αναμφισβήτητες πολιτικές ικανότητες. Μέγα προτέρημα του μυθιστορήματος, εξάλλου, αποτελούν οι πολλοί, φυσικοί και άνετοι, διάλογοι ανάμεσα στα πρόσωπα, που αποδεικνύουν και τις δυνατότητες του Α. Ρ. Ραγκαβή ως θεατρικού συγγραφέα.