Πολίτου – Μαρμαρινού Ελένη, «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης»
 
 
Η Παλαιότερη πεζογραφία μας: Από τις αρχές της ως τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τομ. Στ΄ (1880 – 1900), Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1996, Σσ.149-150
 
 
Προηγουμένως, μετά την εξέταση της νατουραλιστικής πλευράς των παπαδιαμαντικών διηγημάτων, σημειώσαμε πως οι χαρακτηριστικές τους αφηγηματικές τεχνικές και οι εκφραστικοί τρόποι του συγγραφέα δεν τα απομακρύνουν απλώς από τον Νατουραλισμό, αλλά τα αποσπούν, σχεδόν, και από την αφηγηματική πεζογραφία και τα φέρνουν κοντά στη λυρική ποίηση. Την παραπάνω παρατήρηση μπορούμε τώρα να συμπληρώσουμε προσθέτοντας ότι η τέχνη του Παπαδιαμάντη κάνει το έργο του να πλησιάζει, ειδικότερα, προς τη συμβολιστική ποίηση.
Η ροπή αυτή προς τον Συμβολισμό είναι ευεξήγητη, αν δεν ήταν και αναμενόμενη. Διότι, όπως επίσης μνημονεύσαμε παραπάνω, στηριζόμενος ο Παπαδιαμάντης σε ιδεολογία χριστιανική και, επομένως, αντίθετη προς τον απαισιόδοξο ντετερμινισμό του Νατουραλισμού, ακόμα και προς τον ορθολογισμό του Ρεαλισμού, ήταν φυσικό να ακολουθήσει δρόμο παράλληλο προς αυτόν που άνοιξαν οι πρωτοπόροι Ευρωπαίοι συμβολιστές ποιητές. Ο Συμβολισμός, πράγματι, υπήρξε πολύ περισσότερο επανάσταση εναντίον της νατουραλιστικής θεωρίας και πράξης παρά αντίδραση απέναντι στον Ρεαλισμό γενικά. Γι' αυτό και, θέτοντας ως σκοπό του όχι την πιστή και συνεκδοχική περιγραφή του κόσμου, αλλά τη μετατόπιση σε έναν «άλλο κόσμο», μέσω της μεταφοράς και του συμβόλου, προώθησε έναντι της πεζογραφίας την ποίηση που ο νατουραλισμός είχε εξοστρακίσει. Οι συμβολιστές ποιητές φανερώνουν έτσι και τη βεβαιότητά τους στην ύπαρξη μιας διαφορετικής και ουσιαστικότερης πραγματικότητας πέραν της ορατής και την πίστη πως μπορούν την ύπαρξη αυτή να την υπαινιχθούν, έστω, μόνο με τη γλώσσα της ποίησης ανανεωμένη όμως δραστικά με τη μεταφορά, το σύμβολο και μια νέα ρυθμικότητα. Ο Παπαδιαμάντης, λοιπόν, εισάγει την ποίηση στη σκηνή του «νατουραλιστικού» έργου του, όπως την είχαν επαναφέρει οι συμβολιστές στη λογοτεχνική σκηνή γενικά, δίνοντας της και αυτός τον ρόλο του πρωταγωνιστή, του ειδοποιού δηλαδή γνωρίσματος της τέχνης του. Με το βήμα αυτό σώζει τη λογοτεχνία, στο ποσοστό που του αναλογεί και όπως ακριβώς έκαναν και οι συμβολιστές, από τον θανάσιμο κίνδυνο που εγκυμονούσε γι' αυτήν η λογοτεχνική θεωρία του Ζολά. Γιατί, αν ιδανικό της λογοτεχνίας είναι να μιλήσει για τον κόσμο, όπως τον γνώρισε στο πειραματικό εργαστήριο (Ζολά: Το Πειραματικό Μυθιστόρημα), τότε ποιος ο λόγος να εξακολουθήσει να υπάρχει, αφού στο ιδανικό αυτό ανταποκρίνεται καλύτερα η επιστήμη;
Χαρακτηριστικότερο δείγμα της προοπτικής από την οποία εξετάζουμε τον Παπαδιαμάντη εδώ, αποτελεί το «Μυρολόγι της φώκιας» (1908). Σ' αυτό το μικρό αλλά σημαντικό για την κριτική διήγημα, ακόμα και το ίδιο το τυπικό νατουραλιστικό κοσμοείδωλο, με το οποίο ο άνθρωπος προβάλλει ως ανεύθυνο και αθώο θύμα της αδιαφορίας, της σκληρότητας και της αναπόδραστης φυσικής και κοινωνικής νομοτέλειας που τον περιβάλλουν, συμπυκνώνεται και ρηματοποιείται με τον λόγο της ποίησης. Έτσι, ό,τι είχε αρχίσει ως ωμή νατουραλιστική, και γι' αυτό σε πεζό λόγο, έγχρονη και εξατομικευμένη έκθεση της μόνιμης δυστυχίας, της αναγκαστικής φθοράς και του θανάτου, μετασχηματίζεται στο τέλος σε άχρονο πανανθρώπινο λυρικό ποίημα:

Σαν να' χαν ποτέ τελειωμό
τα πάθια κ'οι καημοί του κόσμου. (4,300).