Vitti Mario, Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι
 
 
Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι, Εκδόσεις Ερμής, Αθήνα 1977, Σσ.ιστ΄-ιζ΄, ιη
 
 
«Έχουμε στα χέρια μας ένα αφήγημα σε πρώτο πρόσωπο, όπου το πρόσωπο αυτό δεν είναι εικονικό ή πλαστό, και επομένως ο συγγραφέας του είναι ασφαλώς ταυτόσημος με τον αφηγητή. Διαφέρει από περιπτώσεις όπως του Δημητρίου Βικέλα που διηγήθηκε σε πρώτο πρόσωπο τον «Λουκή Λάρα», προσποιούμενος ότι «ανευρέθη μεταξύ των εγγράφων του [του υποκρυπτόμενου Χίου) το χειρόγραφον», που ο ίδιος παίρνει και δημοσιεύει όπως είναι. Διαφέρει και από περιπτώσεις όπως του Στρατή Μυριβήλη, λόγου χάρη, που ανακαλύπτει τάχα σε ένα «γκρίζο μπαουλάκι εκστρατείας» «Τα χειρόγραφα του λοχία Αντώνη Κωστούλα» («Σαν πρόλογος», Η ζωή εν τάφω). Στην περίπτωση του Μυριβήλη έχουμε ένα συγγραφέα που, για λόγους λογοτεχνικής κοκεταρίας, παρά για άλλους ουσιωδέστερους, προσποιείται ότι τα χειρόγραφα δεν είναι δικά του. [...]
Έχουμε λοιπόν όλα τα συστατικά που αποτελούν επίσημα την «αυτοβιογραφία»: ένα αφήγημα σε αναδρομική φορά που γράφεται από ένα πραγματικοί πρόσωπο με αντικείμενο τη ζωή του. Ωστόσο, στη δική μας περίπτωση, και όσον αφορά το αντικείμενο, δηλαδή την ίδια τη ζωή του αφηγητή, είναι σωστοί να αναρωτηθούμε αν πραγματικά ο Υπαξιωματικός παίρνει για θέμα τον ίδιο τον εαυτό του ή αν θέτει μάλλον τον εαυτό του σαν μάρτυρα που μέσα στη σύντομη στρατιωτική σταδιοδρομία του είδε ορισμένα περιστατικά, όσα περίπου αργότερα θέλησε να αφηγηθεί. Θα διαπιστώσουμε τότε, πραγματικά, ότι ο προσεχτικός τούτος αφηγητής μας παρέχει, βέβαια, αρκετές πληροφορίες που αφορούν το άτομό του, αλλά μας εκθέτει συγχρόνως πολύ περισσότερες με πρόσωπα και. επεισόδια που βρίσκονται γύρο του: ο ίδιος μένει αυτόπτης θεατής, και μάλιστα ευσυνείδητος θεατής, που περιορίζεται σε όσα συμβαίνουν μέσα στην ακτίνα της όρασής του. Το άτομό του δε ρίχνει ποτέ σκιά πάνω στα γεγονότα που αφηγείται.
Είναι αναπόφευκτη και μια άλλη διαπίστωση. Ο Υπαξιωματικός μας περιόρισε το θέμα του μέσα στον χρόνο: απομόνωσε ένα τμήμα του βίου του, όσο συμπίπτει με τη στρατιωτική του θητεία στην Ελλάδα, και κινήθηκε μέσα σ’ αυτό μονάχα. Λεν ασχολήθηκε με όσα είδε κατά τη διάρκεια όλης της ζωής του. Ο θεματικός αυτός περιορισμός έχει αποφασιστικές συνέπειες για την ομοιογένεια του έργου και για τη δομή του, όπως θα διαπιστώσουμε. Άσημος υπαξιωματικός ο ίδιος, δεν παραβρέθηκε σε πολιτικά γεγονότα συνταρακτικά, ή στρατιωτικά ή διπλωματικά. Έτσι έγραψε ένα έργο που δε συγγενεύει καθόλου με τα σπουδαία απομνημονεύματα που εμφανίστηκαν με ποικίλα επίθετα, όπως "ιστορικά", "πολεμικά", "φιλολογικά", από τη μέση του περασμένου αιώνα και ύστερα, κινδυνεύοντας να πέσει μες στον πληθωρισμό του είδους. Αν εξαιρέσει κανείς ελάχιστες περιπτώσεις, όπως λόγου χάρη του Νικολάου Δραγούμη (Ιστορικαί αναμνήσεις, 1874), οι περισσότερες δεν ήταν καθόλου ανιδιοτελείς και είχαν έναν άμεσο στόχο απολογητικό ή διδακτικό και σωφρονιστικό, ή αποβλέπαν στο να καταδείξουν τουλάχιστο την ανωτερότητα του απομνημονευματογράφου. [...]
Γίνεται τώρα φανερό ότι το "Χειρόγραφον" δεν έχει καμιά σχέση με κανένα από τα απομνημονευματικά ή αυτοβιογραφικά έργα που υπενθύμισα εδώ. Αν μας ενδιαφέρει να χαρακτηρίσουμε σαφέστερα το "Χειρόγραφον", θα πρέπει να το απαγκιστρώσουμε από το είδος "απομνημονεύματα", όπως εξάλλου σκόπιμα έκανε και ο ίδιος ο συγγραφέας που προτίμησε το αόριστο "χειρόγραφον". Τελικά, μου φαίνεται όχι ο μόνος θεμιτός όρος που ταιριάζει στο έργο είναι το "αφήγημα" και όσα σήμερα εννοούμε με "αφήγημα", και που οι παλαιοί δήλωναν με το "διήγησις".»