«Τα προλεγόμενά του αθροίζονται σε πολλές εκατοντάδες σελίδες· εκεί παραθέτει τις γλωσσικές και εκπαιδευτικές του θεωρίες, που τον κατασταίνουν πρόδρομο στις νεώτερες παιδαγωγικές θεωρίες και οδηγό στην ορθή λύση του γλωσσικού ζητήματος. Εκεί, ακόμη εκθέτει και τη φιλοσοφία του, αναπτύσσει την ανάγκη να ευθυγραμμίσει ο ελληνισμός την παιδεία του με την παιδεία της υπόλοιπης «φωτισμένης» Ευρώπης: αυτή είναι η «μετακένωση» για την οποία τον επέκριναν τόσο οι αντίπαλοί του, περισσότερο για το πρόγραμμα παρά για την λέξη που το εξέφραζε. (σελ. 337)
Ο Κοραής δεν είναι επαναστάτης, και η σκέψη του δεν είναι επαναστατική: είναι εξελικτικός, προοδευτικός· ανήκει πνευματικά στον κύκλο των Ιδεολόγων, με τον οποίο φαίνεται να είχε και άμεσες επαφές. Οι ακρότητες τις οποίες είδε στην Γαλλική Επανάσταση τον δυσαρέστησαν, όπως απεδοκίμασε και τον Βοναπαρτισμό: «λατρεύω» έγραφε, «την ελευθερία, αλλά θα ήθελα να την βρίσκω πάντοτε θρονιασμένη ανάμεσα στη δικαιοσύνη και τον ανθρωπισμό. Ελευθερία χωρίς δικαιοσύνην είναι καθαρά ληστεία». […] Η σκέψη του, με την ίδια πλαστικότητα δοσμένη, ξαναβρίσκεται σε όλο το διάστημα της μακράς ζωής του, και εφαρμοσμένη σε διάφορα θέματα· την θρησκεία την θέλει: μακριά «από την Σκύλλαν της απιστίας και την Χάρυβδιν της δεισιδαιμονίας»· και για τη γλώσσα, τα ίδια: «μήτε τύραννοι των χυδαίων ούτε δούλοι της χυδαιότητος αυτών». Έτσι παρουσιάζεται η «μέση οδός». Όλος ο Διαφωτισμός κλείνεται μέσα στη διδασκαλία του Κοραή, γεμάτος πίστη στα πεπρωμένα του ανθρώπου, γεμάτος σεβασμό για την αποκτημένη τάξη. Και μαζί, μέσα στην διδασκαλία αυτήν, κλείνεται το ελληνικό ιδανικό των τελευταίων δεκαετηρίδων του ΙΗ΄ αιώνα: να ανακτήσουμε εκείνο που χάσαμε, χωρίς να χάσουμε εκείνο που κατέχουμε». (σσ. 337-338)
|