Εμμανουήλ Καίσαρ, «Η σημασία των Παραλλαγών του Απόστολου Μελαχρινού»
 
Αφιέρωμα των Ελλήνων ποιητών στον ποιητή Απόστολο Μελαχρινό για τα σαράντα χρόνια των Παραλλαγών του, Αθήνα 1948, έκδοση Κύκλου. Σσ. 113-115
 
 
 
Η εμφάνιση των « Παραλλαγών » του Μελαχρινού στα ι νεοελληνικά γράμματα αυλακώνει με μια βαθειά τομή την ιστορία του νεώτερου λυρισμού μας.
Εδώ και σαράντα χρόνια ακριβώς, όταν ο λυρικός μας λόγος ανάλωνε τις σημαντικώτερες δυνάμεις του σε μια έμμετρη αντιποιητική θεματογραφία, ο Απόστολος Μελαχρινός, προικισμένος με την τόλμη των είκοσι πέντε του χρόνων και την ακτινοβολία της εκλεκτής ιδιοσυγκρασίας του, μας δίνει τα πρώτα δείγματα μιας ποίησης εσωτερικής, βαθύτατα συγκινημένης, γεμάτης από υποβολή, μαγεία και ερασμιότητα.
Η ολιγοσέλιδη αυτή συλλογή με τους παρθενικούς στίχους που αναδίνουν κάτι από το λιβανωτό και τη μυστική ατμόσφαιρα των εκκλησιών του δύοντος Βυζαντίου, είναι μια πολύδροση όαση μέσα στη. ποιητική αιχμηρότητα της εποχής εκείνης. Το «Πάλι βρέχει», το μικρό αυτό ποίημα με την έκτακτη ενορχήστρωσή του και τη βαθειά μουσική του, είναι το εξαγγελτικό ποίημα της νέας λυρικής αίσθησης και της νέας τεχνικής. Η εμφάνιση των «Παραλλαγών» σημειώνει τη χαραυγή του καθαρού ποιητικού λόγου στον τόπο μας. ,Κι' από την άποψη αυτή πρέπει να τονισθή ιδιαίτερα η σημασία της μικρής εκείνης συλλογής, καθώς και η γενικώτερη συμβολή της στη διαμόρφωση των σύγχρονων αισθητικών τάσεων στην ποίησή μας.
Ο Μελαχρινός είναι ο ποιητής του μύθου και του ρεμβασμού. Ο μύθος στα χέρια του βρίσκει την καθαρώτερη και καλλιτεχνικώτερη κατεργασία κι’ ο ρεμβασμός τους μουσικώτερους αναπλασμούς.
Γνώστης πολύπειρος όλων των ρυθμικών ποικιλιών του στίχου, λεπτουργός ευφάνταστος των συνθέτων λέξεων και των σπανίων επιθέτων, ο Μελαχρινός κατορθώνει να μορφοποιή τις πιο ρευστές κι' ασύλληπτες ψυχικές καταστάσεις, θέτοντας στην υπηρεσία αυτής της πλαστικής επεξεργασίας ένα ολόκληρο σύστημα από πυκνές στιβάδες εικόνων και μεταφορών, που επινοεί με τόλμη η ρεμβαστική φαντασία του. Η ποίηση αύτη αποφλειωμένη από κάθε πραγματιστικό και λογοκρατικό στοιχείο, ερμητική, πεμπτουσιακή, μετουσιωμένη περασμένη διπλά και τριπλά μέσα από σοφά διυλιστήρια, μας προσφέρεται μέθη καθαρή των αισθήσεων κι’ ευφροσύνη του πνεύματος, σαν ένα δυνατό, ηδονικό ποτό μέσα σε κρυστάλλινα πολυδαίδαλα κύπελλα.
Σε μια συνοπτική όπως αυτή εντύπωση από το ποιητικό έργο του Μελαχρινού δεν είναι δυνατό, φυσικά, να εξετασθή η καταγωγή μιας τέτοιας ποίησης και ναναλυθή η τεχνική κι η αισθητική της. Το έργο τούτο έχει αναληφθή από άλλους σαυτό το τεύχος ειδικώτερους και ευκαιρώτερους. Σκοπός του σημειώματος τούτου είναι να τονισθή η εξαιρετική σημασία των « Παραλλαγών » του ποιητή, καθώς και ολόκληρου του υπόλοιπου έργου του. Γιατί το λυρικό βάρος του Μελαχρινού δεν περιορίζεται, φυσικά, στη μικρή εκείνη συλλογή.
Οι « Παραλλαγές» είναι το πρώτο ανάκρουσμα ενός μελωδικού αυλού, που μας προετοιμάζει για μια βαθύτερη και συνθετικώτερη μουσική. Είναι μια θαρραλέα εξόρμηση για μια μεγάλη κατάχτηση.
Και, πραγματικά, αργότερα, με τα «Φίλτρα Επωδών» ο Μελαχρινός διευρύνει ακόμη, τους ορίζοντες της ποιητικής του αίσθησης, συμπυκνώνεται και συνθετοποιείται, για να ολοκληρωθή τελειωτικά στον «Απολλώνιο», ένα πολύστιχο ονειρόδραμα με σύμβολα δανεισμένα από τον αρχαίο ελληνικό κόσμο της παρακμής, όπου ο ποιητής αναπτύσσει τις εξαίρετες συνθετικές του ικανότητες και μας περνά στους χώρους του υψηλού λυρισμού.
Ο Μελαχρινός είναι, αναμφίβολα, ο μεγαλύτερος Έλληνας λυρικός .της Αποχής μας κι ένας από τους δυο τρεις κορυφαίους της νεώτερης Ελλάδας. Το έργο του, μόχθος μιας ολόκληρης ζωής ωλοκαυτομένης στο ιδανικό της Ποίησης και της Ομορφιάς, κλείνει μέσα του όλα τα στοιχεία τ«ς μονιμότητας και της αφθαρσίας κι αντιμετωπίζει αγέρωχα τη σκληρή όψη του χρόνου.
Σήμερα, με την ευκαιρία του εορτασμού των σαράντα χρόνων του ποιητή, χαιρετώ βαθύτατα τον τολμηρό πρωτοπόρο των «Παραλλαγών», το ρωμαλέο μυθουργό του «Απολλωνίου».
Κουρασμένος συνοδοιπόρος του στο μακρινό και δύσκολο δρόμο της Τέχνης, του σφίγγω το χέρι με θέρμη και τον αφίνω να συνεχίσει αυτός σφριγηλός κι ενθεωμένος την ωραία πορεία του πέρα προς τις γλαυκές και κατάφωτες κορυφές του Ποιητικού Ιδεώδους.